Μακάρι να μη γίνουμε Αργεντινή

Μακάρι να μη γίνουμε Αργεντινή

Το Σάββατο 21 Νοεμβρίου είχα την τύχη να παρακολουθήσω στη Θεσσαλονίκη το European Students for Liberty Regional Conference. Ένας απ’ τους βασικούς ομιλητές τού πολύ επιτυχημένου αυτού συνεδρίου ήταν ο φίλος μου Federico N. Fernández*. Ο Federico ζει και εργάζεται στη Βιέννη για το Austrian Economics Center, αλλά είναι από την Αργεντινή και, όπως ήταν φυσικό, μας μίλησε για την οικονομική κρίση στην πατρίδα του και τα χρήσιμα διδάγματα που θα μπορούσαμε να αντλήσουμε απ’ αυτή.

Αφορμή για την ομιλία του ήταν μια δήλωση που έκανε το 2012 στη Βουλή ο Αλέξης Τσίπρας λέγοντας «μακάρι να είχαμε γίνει Αργεντινή». Πίσω απ’ την ευχή αυτή κρύβεται η παραδοχή ότι αυτό που συνέβη στην Αργεντινή ήταν μια «επιτυχημένη υποτίμηση». Αυτό το αφήγημα χρησιμοποίησε ο Τσίπρας, το αντιμνημονιακό μπλοκ, οι λαϊκιστές στην Λατινική Αμερικής και οι αριστεροί σε όλο τον κόσμο. Βέβαια, σήμερα ο Τσίπρας φαίνεται να τα έχει ξεχάσει όλ’ αυτά, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Όπως μας εξήγησε ο Federico, αν θέλουμε να καταλάβουμε τι έγινε στην Αργεντινή, θα πρέπει να ξεκινήσουμε απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Το 1989 η Αργεντινή υπέφερε απ’ τον υπερπληθωρισμό που επικρατούσε καθ’ όλη την θητεία του Προέδρου Alfonsín. Η κυβερνητική αλλαγή δεν βελτίωσε την κατάσταση και το 1990 υπήρξε μια ακόμα υπερπληθωριστική έκρηξη. Κάτω από απελπιστικές συνθήκες ανέλαβε Υπουργός Οικονομικών ο Domingo Cavallo και έθεσε σε ισχύ το Σχέδιο Μετατρεψιμότητας. Με απλά λόγια, το σύστημα αυτό σήμαινε ότι η Κεντρική Τράπεζα της Αργεντινής ήταν υποχρεωμένη να έχει στα ταμεία της ένα δολάριο για κάθε peso που βρισκόταν σε κυκλοφορία.

Ένα τέτοια σύστημα έχει δύο προφανείς επιπτώσεις:

  1. Δεν μπορείς να υποτιμήσεις το νόμισμα. Η συναλλαγματική ισοτιμία είναι κλειδωμένη. Στην Αργεντινή η ισοτιμία ήταν 1 προς 1.
  2. Δεν μπορείς να τυπώσεις χρήμα. Ή τουλάχιστον δεν μπορείς να τυπώνεις σαν τρελός. Για τον απλό λόγο ότι για κάθε νέο peso που θέλεις να τυπώσεις πρέπει να έχεις ένα δολάριο στα θησαυροφυλάκια της Κεντρικής Τράπεζας.

Έτσι προκύπτει ο παραλληλισμός μεταξύ Αργεντινής και Ελλάδας. Όπως η Αργεντινή με τη μετατρεψιμότητα, έτσι και η Ελλάδα με το Ευρώ δεν είναι σε θέση να υποτιμήσει το νόμισμα, ούτε να τυπώσει χρήμα.

Στην περίπτωση της Αργεντινής η μετατρεψιμότητα ήταν ένα μέτρο έσχατης ανάγκης για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο εθνικό νόμισμα, αφαιρώντας απ’ την κυβέρνηση τη δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής. Ο ίδιος ο Cavallo έλεγε ότι το σύστημα αυτό σήμαινε ότι είχαν κλειδώσει την πόρτα και είχαν πετάξει το κλειδί. Και σίγουρα πέτυχε το στόχο του, όσον αφορά τη μείωση του πληθωρισμού. Μετά από σχεδόν πέντε δεκαετίες υψηλού πληθωρισμού και την υπεπληθωριστική έκρηξη του ’89 - ’90, ο πληθωρισμός εξαφανίστηκε κατά σχεδόν μαγικό τρόπο και έμοιαζε ν’ ανήκει στο μακρινό παρελθόν.

Ένα νομισματικό σύστημα όπως η μετατρεψιμότητα, που απ’ τη φύση του είναι εξαιρετικά σφιχτό, θα έπρεπε να συνοδεύεται από μια σειρά μέτρων. Το πρώτο και πλέον προφανές είναι ο ισοσκελισμός των προϋπολογισμών. Αυτό, όμως, δεν έγινε ποτέ. Αντιθέτως, απ’ το ’95 και μετά η Αργεντινή άρχισε να έχει ετήσια ελλείμματα 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι σπάταλοι Αργεντινοί πολιτικοί έπρεπε να βρουν κάποιο τρόπο να συνεχίσουν το πάρτι. Γνώριζαν ότι είχαν πετάξει το κλειδί της πόρτας του νομισματοκοπείου και συνεπώς έκαναν ακριβώς ότι έκαναν και οι Έλληνες συνάδελφοί τους: άνοιξαν το παράθυρο του δανεισμού.

Η ανεύθυνη συμπεριφορά τους αποδείχθηκε σύντομα αυτοκαταστροφική και στις αρχές του 2001 οι αγορές άρχισαν να αμφιβάλουν για τη βιωσιμότητα του χρέους. Πριν κλείσει ο χρόνος όλα είχαν καταρρεύσει και η Αργεντινή χρεοκόπησε, εγκατέλειψε το καθεστώς μετατρεψιμότητας και υποτίμησε το νόμισμά της.

Σύμφωνα με το λαϊκιστικό αφήγημα που χρησιμοποίησε ο Τσίπρας, μόλις κάποιος εγκαταλείψει, όπως η Αργεντινή, το κακό καθεστώς της μετατρεψιμότητας και χρεοκοπήσει, οδηγείται αυτομάτως στην ανάπτυξη, όπως συνέβη στην Αργεντινή το 2003.

Αλλά, όπως μας εξήγησε ο Federico, το αφήγημα αυτό είναι λάθος για δύο λόγους.

Καταρχάς, το κοινωνικό κόστος που προκάλεσε η εγκατάλειψη της μετατρεψιμότητας ήταν τεράστιο και ιδιαίτερα επώδυνο. Η εγκατάλειψη της μετατρεψιμότητας είχε ως άμεσο αποτέλεσμα την αθέτηση όλων των υπαρχουσών συμβάσεων. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι καταθέσεις. Η κυβέρνηση τις κατέσχεσε και τις μετέτρεψε υποχρεωτικά σε pesos. Επιπλέον, η συναλλαγματική ισοτιμία αυτής της εξαναγκαστικής μετατροπής ήταν πολύ κάτω απ’ την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία. Έτσι για κάθε δολάριο που είχες σου έδιναν 1,4 pesos και μόλις η μετατρεψιμότητα εγκαταλείφτηκε, η ισοτιμία εκτινάχθηκε στα 3 pesos. Για πολλούς ανθρώπους, αυτό σήμαινε ότι έχασαν τις αποταμιεύσεις μιας ζωής. Για κάποιους άλλους σήμαινε ότι έχασαν τη ζωή τους.

Η κρίση του 2001 είχε ως αποτέλεσμα τη μαζική μεταφορά πλούτου απ’ τους πολίτες (και ιδιαίτερα τη μεσαία τάξη) στις τράπεζες και την κυβέρνηση. Μέσα σε μια νύχτα εκατομμύρια άνθρωποι εξαθλιώθηκαν και αρκετοί δεν έχουν ανακάμψει ακόμα.

Και δεύτερον, η οικονομική ανάπτυξη που βίωσε η Αργεντινή απ’ το 2003 επιτεύχθηκε παρά την κυβερνητική πολιτική και όχι χάρη στα λαϊκιστικά μέτρα.

Έως τώρα, ο 21ος αιώνας χαρακτηρίζεται από μια πολιτική ασθενούς δολαρίου και χαλαρής νομισματικής πολιτικής απ’ την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ. Αυτή η χαλάρωση χαρακτηρίζεται από πλεονάζουσα ρευστότητα και εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια. Τα διεθνή επιτόκια αντέδρασαν αναλόγως, με αποτέλεσμα την υποτίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ. Παράλληλα η αξία του χρυσού αυξήθηκε σημαντικά, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι τις τελευταίες δεκαετίες. Η διαδικασία αυτή συνοδεύτηκε από μια έκρηξη των τιμών των εμπορευμάτων.

Ιστορικά, οι τιμές των εμπορευμάτων συμβαδίζουν με τον οικονομικό κύκλο των ΗΠΑ. Επιπλέον, όπως υποστηρίζουν συμβατικοί οικονομολόγοι αλλά και οικονομολόγοι της Αυστριακής σχολής, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ επηρεάζει τις τιμές των εμπορευμάτων. Όπως είπε ο Steve Hanke: «τα δεδομένα δείχνουν ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ είναι ο βασικός ένοχος στην ιστορία του πληθωρισμού των εμπορευμάτων».

Η κυβέρνηση της Αργεντινής έχει ωφεληθεί όσο λίγοι άλλοι απ’ την χαλαρή νομισματική πολιτική των ΗΠΑ. Η Αργεντινή, ξεκινώντας από την μεταβατική μη εκλεγμένη κυβέρνηση του 2002-2003 φορολόγησε σκληρά τις εξαγωγές εμπορευμάτων. Μία, λοιπόν, απρόβλεπτη συνέπεια της έκρηξης των τιμών των εμπορευμάτων ήταν η απροσδόκητη αύξηση των κρατικών εσόδων χάρη στις εξαγωγές. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς των κρατικών μηχανισμών προπαγάνδας – που στην Αργεντινή περιλαμβάνουν τη δημόσια εκπαίδευση, τα ΜΜΕ και τους διανοούμενους – ο καθοριστικός παράγοντας δεν ήταν αυτό που αποκαλούν «μοντέλο συσσώρευσης με κοινωνική συμμετοχή», αλλά κυρίως ο οικονομικός κύκλος του δολαρίου και η επίδρασή του στις τιμές.

Επιπλέον, όπως μας εξήγησε ο Federico, αν η Αργεντινή άντεχε λίγο ακόμα, η αλλαγή των διεθνών συνθηκών θα είχε διασώσει τη μετατρεψιμότητα ή τουλάχιστον θα είχε επιτρέψει την ομαλή έξοδο απ’ αυτή.

Και ο Federico έκλεισε την παρουσίασή του με τρία βασικά διδάγματα για την Ελλάδα:

  1. Η έξοδος απ’ το Ευρώ θα έχει τις ίδιες επώδυνες επιπτώσεις για την Ελλάδα που είχε και η εγκατάλειψη της μετατρεψιμότητας για την Αργεντινή.
  2. Στην Αργεντινή δεν υπήρξε ένα «λαϊκιστικό θαύμα». Αυτό που συνέβη ήταν ότι ο Néstor και η Cristina Kirchner επωφελήθηκαν από ένα εντυπωσιακό και πρωτόγνωρο διεθνές περιβάλλον.
  3. Όπως είπε ο Carlos Rodríguez Braun: «Αν η υποτίμηση οδηγεί στον εθνικό πλούτο, η Αργεντινή θα ήταν πλούσια και η Ελβετία φτωχή».

* Ο Federico N. Fernández είναι Senior Fellow του Austrian Economics Center (Βιέννη, Αυστρία), και Αντιπρόεδρος του Fundación Bases (Rosario, Αργεντινή). Μπορείτε να διαβάσετε το άρθρο του για το European Students for Liberty Regional Conference στη Θεσσαλονίκη εδώ.   

 

Facebook: Nicos Rompapas