×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 46

Έχουν δικαίωμα λόγου οι μητροπολίτες;

Έχουν δικαίωμα λόγου οι μητροπολίτες;

Κάθε τόσο βλέπουμε ανώτατους ιεράρχες να τοποθετούνται υπέρ ή κατά κομμάτων και βουλευτών, υπέρ ή κατά νόμων και άλλων ζητημάτων που αφορούν το κράτος και τη λειτουργία του. Χωρίς να έχω καμία επιθυμία να υπερασπιστώ το συγκεκριμένο σύστημα στο σύνολό του, αναρωτιέμαι, αν τελικά έχουν δικαίωμα λόγου οι ανώτατοι κληρικοί. Βασικά επιχειρήματα που οι ίδιοι μεταχειρίζονται είναι ότι εκφράζουν το ποίμνιό τους και πως κρίνουν ως απλοί πολίτες.

Βασική διαφορά τους όμως από τους άλλους πολίτες είναι η κοινωνική θέση την οποία κατέχουν. Δεν ομιλούν ως απλοί πολίτες για πολιτικά και πολιτειακά ζητήματα, αλλά ως μητροπολίτες. Ως εκ τούτου λοιπόν διαμορφώνουν συνειδήσεις και κατευθύνουν προς συγκεκριμένες επιλογές το "ποίμνιό" τους (ο όρος σε εισαγωγικά, γιατί σε πολιτικό κείμενο ο όρος είναι απαξιωτικός για το λαό).

Μάλιστα, οι ανώτατοι ιεράρχες βρίσκονται σε ανώτερη θέση από άλλους κριτές της πολιτικής ζωής του τόπου (πχ δημοσιογράφους, πολιτικούς και αρθρογράφουε), καθώς αυτοί δεν κρίνονται από κανέναν και η όποια κριτική πέσει στο δημόσιο διάλογο δεν επηρεάζει ούτε τη θέση τους ούτε την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Επιπλέον, κανένας πολίτης, δεν έχει το αυτονόητο δικαίωμα παρέμβασης στα έγκριτα μέσα επικοινωνίας με ζωντανές συνδέσεις ή μακροσκελείς αναφορές στις θέσεις του. Άλλωστε, αυτό το δικαίωμα δε βλέπουμε να παραχωρείται σε άλλους "πολίτες" που τυγχάνουν λειτουργοί άλλων δογμάτων ή θρησκειών. Και αν το πράξουν (ιδίως μουσουλμάνοι) αμέσως ξεσηκώνεται ο "ανεξάρτητος" τύπος και επιτίθεται με ρατσιστικούς αλαλαγμούς.

Και φυσικά οι ιεράρχες δεν έχουν κανένα δικαίωμα να εκφράζουν το "ποίμνιό" τους, αφού δεν έχουν εκλεγεί για αυτό το σκοπό. Η όποια τοποθέτηση σε πολιτικά και πολιτειακά ζητήματα εκ μέρους ιεραρχών, λοιπόν, αυτομάτως είναι αντισυνταγματική, γιατί ακριβώς καταστρατηγούν την αιρετή αντιπροσώπευση του πολίτη. Οι εκπρόσωποι/αντιπρόσωποι των πολιτών εκλέγονται με συγκεκριμένες διαδικασίες για αυτό ακριβώς το λόγο.

Ο χρόνιος όμως εναγκαλισμός του πάλαι ποτέ κραταιού δικομματισμού με την Εκκλησία και ο πολιτικοκοινωνικός ρόλος της θρησκείας δεν επέτρεψαν ποτέ την πολιτική ανεξαρτητοποίηση. Ως ένα σύμπλεγμα που αλληλοϋποστηρίζονταν για τον καλύτερο έλεγχο των πολιτών, ενίσχυαν τη δύναμή τους (παρά τις μικρές ή μεγαλύτερες συγκρούσεις που είχαν) ώστε πλέον να θεωρείται φυσικό να παίρνουν θέση για πολιτικά ζητήματα οι ιεράρχες. Άλλωστε, η Εκκλησία δεν έχει κάποια ιδεολογική υποχρέωση προς το ρουσσικό Κοινωνικό Συμβόλαιο.

Βέβαια, από την άλλη, το μιντιακό κατεστημένο προσπαθεί με κάθε τρόπο να φέρει την Εκκλησία στο προσκήνιο. Κανάλια, ναοί και Εκκλησία από κοινού στην κυριαρχία της αγοράς της ελεημοσύνης. Όταν η ελευθερία κατάντησε φτώχεια και ο νεοφιλελευθερισμός μετονομάστηκε σε ορθολογισμό και μέτρα για την κρίση, η δημοκρατία της ελεημοσύνης έκανε την εμφάνισή της. Στην αρχή δειλά, αλλά μετά όλο και πιο δυναμικά. Έγινε διαφήμιση υπεραγορών τροφίμων και βασικών ειδών από την Εκκλησία και μιντιακούς κολοσσούς.

Όσο όμως η ιδιότητα του πολίτη παραμερίζεται -οικειοθελώς- τόσο ο μεσσιανισμός και η αυθαίρετη αντιπροσώπευση ενισχύονται προς όφελος ακριβώς εκείνων που κυβερνούν. Και σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι φανερή η κοινή θέση του αλλοτινού δίπολου. Ταύτιση, προστασία και σύμπλευση.

Και εδώ είναι που πρέπει να προσέξει η Αριστερά, τις αποστάσεις που θα κρατήσει από το σκοταδισμό και τη μισαλλοδοξία. Έχει φανεί ιστορικά ότι κάθε συνεργασία που φέρνει σε θέση ισότιμου συνομιλητή το θρησκευτικό παράγοντα για πολιτικά ζητήματα, τότε αυτός ενισχύεται και παρεμβαίνει σε κάθε ευκαιρία με τρόπο απρόβλεπτο για την κοινωνία και την Πολιτεία.