
Καλλιόπη Παπαμιχαήλ
Προσθέστε στη λίστα των «συναισθηματικών» κινδύνων για την υγεία και τον ήχο της σιωπής, και βάλτε τους στενούς συναισθηματικούς δεσμούς στη λίστα των παραγόντων που προστατεύουν την υγεία. Μελέτες που έγιναν επί περισσότερες από δύο δεκαετίες σε πάνω από τριάντα επτά χιλιάδες ανθρώπους δείχνουν ότι η κοινωνική απομόνωση —η αίσθηση ότι δεν έχεις κανένα με τον οποίο να μπορείς να μοιραστείς τα βαθύτερα συναισθήματά σου ή να έχεις μια στενή επαφή — διπλασιάζει τους κινδύνους ασθένειας ή θανάτου.
Ο Λουντέμης πρόσφερε κάποιους από τους ωραιότερους τίτλους της ελληνικής λογοτεχνίας, όπως Ένα παιδί μετράει τα άστρα, Οι κερασιές θ’ ανθίσουν και φέτος, Το ρολόι του κόσμου χτυπάει μεσάνυχτα. Οι ωραίοι τίτλοι, ωστόσο, έκρυβαν πίσω τους ιστορίες βαριές και ασήκωτες, σαν τις πέτρες που κουβαλούσαν οι πολιτικοί κρατούμενοι στους τόπους εξορίας. Ο ίδιος ο συγγραφέας είχε εξοριστεί στη Μακρόνησο, εκεί όπου γράφηκαν μερικές από τις πιο μαύρες σελίδες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα πρώτα μυθιστορήματα που γνώρισαν επιτυχία μεταπολεμικά ήταν ηθογραφικά και αναφέρονταν είτε στο μεσοπόλεμο είτε στα χρόνια πριν τον πόλεμο.
Ο κόσμος δεν ήθελε να θυμηθεί. Ήθελε να ξεχάσει.
Έφτασε η ώρα να ασχοληθούμε με τον σημαντικότερο ρόλο που διαδραματίζει ο Θεός, εκείνον του παρηγορητή· θα εξετάσουμε και την ανθρωπιστική πρόκληση να βάλουμε κάτι άλλο στη θέση του.
Η καλή τύχη της σύγχρονης Αθήνας ως πρωτεύουσας οφείλεται κυρίως στη συνέχιση του πολιτιστικού μύθου που ενσάρκωνε η αρχαία Αθήνα. Στερημένοι οι Νεοέλληνες από τη φυσική τους πρωτεύουσα [αναφέρομαι στην Κωνσταντινούπολη] -να πούμε παρενθετικά ότι είναι οι μόνοι από τους Βαλκανίους που δεν απελευθέρωσαν την κοιτίδα του γένους τους— ανέδειξαν σε πρωτεύουσα πόλη την Αθήνα, οικειοποιούμενοι έτσι μια αρχαία δόξα που είχε όμως από καιρό εκλείψει, και παραγνωρίζοντας το μεγαλείο μιας χιλιόχρονης αυτοκρατορίας της οποίας διέσωζαν, κατά δύναμη, στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας τα ηθικά και τα πολιτιστικά διδάγματα: εννοώ το Βυζάντιο, τη Ρωμιοσύνη, δηλαδή την ορθοδοξία, τη γλώσσα και την πίστη.
Μια νέα μέθοδο απολογητικής επινόησε o συμπαθέστατος Επίσκοπος Μπέρκλεϋ. Επιτέθηκε κατά των υλιστών της Εποχής του, με επιχειρήματα που ξανά ζωντάνεψε στις μέρες μας ο σερ Τζαίημς Τζήνς. Ό σκοπός του ήταν διπλός: πρώτο, ν' αποδείξει ότι δεν μπορεί να υπάρχει αυτό που ονομάζεται ύλη δεύτερο, να συναγάγει απ’ την αρνητική αυτή πρόταση την απαραίτητη ύπαρξη θεού.
Κι αν σου μιλώ με την αλήθεια μου
Κι αν τη δική σου απεγνωσμένα αναζητώ
Είναι γιατί οι αλήθειες
Που στα μάτια κοιτάμε θαρρετά
Χώρες είναι μαγικές, παραμυθένιες
Καθώς έμπαινα σ’ ένα εστιατόριο κάποιο βράδυ, είδα έναν νεαρό να βγαίνει αγέρωχα από την πόρτα με μια έκφραση παγερή και συνάμα βλοσυρή. Ξοπίσω του ήρθε τρέχοντας μια γυναίκα, χτυπώντας τον με τις γροθιές της στην πλάτη και στριγκλίζοντας: «Π’ ανάθεμά σε! Γύρνα πίσω και φέρσου μου λίγο ευγενικά!».
Δυό μέρες τώρα φύσαγε μαΐστρος κι έφερνε μαύρα σύγνεφα μαζί του, μαύρα και χαμηλά, όλο τουλούπες - τουλούπες. Πότε έβρεχε, πότε δεν έβρεχε. Μα όταν έβρεχε, έβρεχε για καλά, πες πως όλο κι έβρεχε. Κρύο, κι υγρασία να πιρουνιάζει τα κόκκαλα τ’ ανθρώπου, καιρός πού πλάκωνε την ψυχή, βραχνάς σωστός.