Yuval Noah Harari – Το παράδοξο της γνώσης

Yuval Noah Harari – Το παράδοξο της γνώσης

Η πρόβλεψη ότι τον 21ο αιώνα η ανθρωπότητα είναι πιθανό να βάλει για στόχο την αθανασία, την ευτυχία και τη θεϊκότητα μπορεί να εξοργίζει, να ξενίζει ή να τρομάζει πολλούς ανθρώπους, γι’ αυτό χρειάζονται μερικές εξηγήσεις.

Πρώτον, τα πράγματα αυτά δεν είναι αυτό που θα κάνουν τα περισσότερα άτομα στον 21ο αιώνα. Είναι αυτό που θα κάνει η ανθρωπότητα συλλογικά. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα παίξουν μάλλον μόνο έναν μικρό ρόλο, ή και κανένα, στα εγχειρήματα αυτά. Ακόμα κι αν ο λιμός, οι επιδημίες και οι πόλεμοι εμφανίζονται ακόμα λιγότερο, δισεκατομμύρια άνθρωποι στις αναπτυσσόμενες χώρες και τις εξαθλιωμένες γειτονιές θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τη φτώχεια, την αρρώστια και τη βία, ακόμα και ενώ οι ελίτ θα αναζητούν ήδη την αιώνια νεότητα και τις θεϊκές δυνάμεις. Αυτό ακούγεται εντελώς άδικο. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι όσο υπάρχει έστω κι ένα παιδί που πεθαίνει από υποσιτισμό ή έστω κι ένας ενήλικος που σκοτώνεται στον πόλεμο συμμοριών κάποιου βαρόνου ναρκωτικών, η ανθρωπότητα θα έπρεπε να εστιάζει τις προσπάθειές της στην καταπολέμηση αυτών των κακών. Μόνο όταν και το τελευταίο σπαθί θα έχει γίνει αλέτρι μπορούμε να στραφούμε στο επόμενο σημαντικό πράγμα. Αλλά η ιστορία δεν λειτουργεί έτσι. Εκείνοι που ζουν σε παλάτια είχαν πάντα διαφορετική ατζέντα από εκείνους που ζουν σε παράγκες, κι αυτό μάλλον δεν πρόκειται να αλλάξει στον 21ο αιώνα.

Δεύτερον, πρόκειται για μια ιστορική πρόβλεψη, όχι για πολιτικό μανιφέστο. Ακόμα κι αν αδιαφορούσαμε για τη μοίρα των φτωχών, δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο ότι θα έπρεπε να επιδιώξουμε την αθανασία, την ευδαιμονία και τη θεϊκότητα. Η υιοθέτηση των συγκεκριμένων εγχειρημάτων μπορεί να αποδειχτεί μεγάλο σφάλμα. Αλλά η ιστορία είναι γεμάτη μεγάλα σφάλματα. Με δεδομένο το παρελθόν μας και τις σημερινές μας αξίες, είναι πιθανό να επιδιώξουμε την ευδαιμονία, τη θεϊκότητα και την αθανασία - ακόμα κι αν είναι το τελευταίο πράγμα που θα κάνουμε.

Τρίτον, η επιδίωξη δεν είναι το ίδιο με την απόκτηση. Η ιστορία διαμορφώνεται συχνά από υπερβολικές ελπίδες. Η ιστορία της Ρωσίας στον 20ό αιώνα διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό από την κομμουνιστική προσπάθεια να ξεπεραστεί η ανισότητα, αλλά δεν πέτυχε. Η πρόβλεψή μου εστιάζει στο τι θα προσπαθήσει να πετύχει η ανθρωπότητα στον 21ο αιώνα - όχι στο τι θα καταφέρει. Η μελλοντική μας οικονομία, κοινωνία και πολιτική θα διαμορφωθεί από την προσπάθεια να ξεπεράσουμε το θάνατο. Αυτό δεν σημαίνει ότι το 2100 οι άνθρωποι θα είναι αθάνατοι.

Τέταρτο και σημαντικότερο, η πρόβλεψη αυτή δεν είναι προφητεία, αλλά μάλλον μια προσπάθεια να συζητήσουμε τις επιλογές που διαθέτουμε. Αν η συζήτηση μάς οδηγήσει τελικά να κάνουμε άλλες επιλογές, κι επομένως η πρόβλεψη αποδειχθεί λανθασμένη, τόσο το καλύτερο. Τι νόημα έχουν οι προβλέψεις αν δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτα;

Ορισμένα πολύπλοκα συστήματα, όπως ο καιρός, αγνοούν τις προβλέψεις μας. Η διαδικασία της ανθρώπινης εξέλιξης, αντίθετα, αντιδρά σ’ αυτές. Μάλιστα, όσο καλύτερες είναι οι προβλέψεις, τόσο περισσότερες αντιδράσεις προκαλούν. Κι έτσι, παραδόξως, όσο συγκεντρώνουμε περισσότερα στοιχεία και αυξάνουμε την υπολογιστική μας δύναμη, τα γεγονότα γίνονται πιο ατίθασα και πιο απρόβλεπτα. Φανταστείτε, για παράδειγμα, ότι κάποια μέρα οι ειδικοί αποκρυπτογραφούν τους νόμους της οικονομίας. Μόλις συμβεί αυτό, τράπεζες, κυβερνήσεις, επενδυτές και πελάτες θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν αυτή τη νέα γνώση για να δράσουν με νέους τρόπους και να αποκτήσουν πλεονέκτημα απέναντι στους ανταγωνιστές τους. Γιατί σε τι ωφελεί η καινούργια γνώση αν δεν οδηγεί σε καινούργιες συμπεριφορές; Αλίμονο όμως, όταν οι άνθρωποι αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται, οι οικονομικές θεωρίες γίνονται ξεπερασμένες. Μπορεί να ξέρουμε πώς λειτουργούσε η οικονομία στο παρελθόν, αλλά δεν καταλαβαίνουμε πια πώς λειτουργεί στο παρόν - για να μην πούμε για το μέλλον.

Το παράδειγμα δεν είναι υποθετικό. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Καρλ Μαρξ έφτασε σε εκπληκτικά οικονομικά συμπεράσματα. Με βάση αυτά, προέβλεψε ότι θα συνέβαινε μια ολοένα και πιο βίαιη σύγκρουση ανάμεσα στο προλεταριάτο και τους καπιταλιστές, η οποία θα τελείωνε με την αναπόφευκτη νίκη του πρώτου και την κατάρρευση του καπιταλιστικού συστήματος. Ο Μαρξ ήταν βέβαιος ότι η επανάσταση θα άρχιζε στις χώρες που βρίσκονταν στην αιχμή του δόρατος της Βιομηχανικής Επανάστασης -όπως η Βρετανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ- και θα εξαπλωνόταν και στον υπόλοιπο κόσμο.

Ο Μαρξ είχε ξεχάσει ότι και οι καπιταλιστές ξέρουν να διαβάζουν. Στην αρχή μόνο μια χούφτα μαθητές πήραν τον Μαρξ στα σοβαρά και διάβασαν τα γραπτά του. Καθώς όμως αυτοί οι ριζοσπάστες σοσιαλιστές αποκτούσαν οπαδούς και δύναμη, οι καπιταλιστές άρχισαν να ανησυχούν. Μελέτησαν κι αυτοί το Κεφάλαιο και υιοθέτησαν πολλά από τα εργαλεία και τις ιδέες της μαρξιστικής ανάλυσης. Στον 20ό αιώνα, οι πάντες, από τα χαμίνια μέχρι τους προέδρους, αποδέχονταν τη μαρξιστική προσέγγιση της οικονομίας και της ιστορίας. Ακόμα και αμετανόητοι καπιταλιστές που αντιστέκονταν σθεναρά στις μαρξιστικές προβλέψεις χρησιμοποιούσαν τη διάγνωση του Μαρξ. Όταν η CIA ανέλυε την κατάσταση στο Βιετνάμ ή τη Χιλή στη δεκαετία του 1960, χώριζε την κοινωνία σε τάξεις. Όταν Νίξον ή η Θάτσερ κοίταζαν την υδρόγειο, σκέφτονταν ποιος ελέγχει τα ζωτικά μέσα παραγωγής. Από το 1989 ως το 1991, ο Τζορτζ Μπους επέβλεπε το τέλος της κομμουνιστικής αυτοκρατορίας του κακού, αλλά νικήθηκε στις εκλογές του 992 από τον Μπιλ Κλίντον. Η νικηφόρα στρατηγική της προεκλογικής εκστρατείας του Κλίντον συνοψιζόταν στη φράση «Είναι η οικονομία, ανόητε». Ο Μαρξ δεν θα το έλεγε καλύτερα.

Καθώς οι άνθρωποι υιοθετούσαν τη διάγνωση του Μαρξ, άλλαζαν ανάλογα και τη συμπεριφορά τους. Οι καπιταλιστές σε χώρες όπως η Βρετανία και η Γαλλία προσπάθησαν να βελτιώσουν τη μοίρα των εργατών, να ενισχύσουν την εθνική τους συνείδηση και να τους εντάξουν στο πολιτικό σύστημα. Έτσι, όταν οι εργάτες άρχισαν να ψηφίζουν στις εκλογές και τα εργατικά κόμματα να αποκτούν δύναμη στη μία χώρα μετά την άλλη, οι καπιταλιστές συνέχισαν να κοιμούνται ήσυχοι. Επομένως, οι προβλέψεις του Μαρξ δεν επαληθεύτηκαν. Ποτέ δεν ξέσπασαν κομμουνιστικές επαναστάσεις στις ηγετικές βιομηχανικές δυνάμεις όπως η Βρετανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ - και η δικτατορία του προλεταριάτου κατέληξε στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.

Αυτό είναι το παράδοξο της ιστορικής γνώσης. Η γνώση που δεν αλλάζει τη συμπεριφορά είναι άχρηστη. Αλλά η γνώση που αλλάζει τη συμπεριφορά, χάνει γρήγορα την εγκυρότητά της. Όσο περισσότερα στοιχεία διαθέτουμε κι όσο καλύτερα κατανοούμε την ιστορία, τόσο γρηγορότερα αλλάζει κι αυτή την πορεία της και τόσο γρηγορότερα η γνώση μας γίνεται ξεπερασμένη.

Πριν από αιώνες, η ανθρώπινη γνώση αυξανόταν αργά κι έτσι η πολιτική και η οικονομία άλλαζαν επίσης με χαλαρούς ρυθμούς. Σήμερα η γνώση μας αυξάνεται ιλιγγιώδη ταχύτητα και θεωρητικά θα έπρεπε να κατανοούμε τον κόσμο όλο και καλύτερα. Αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η νεοαποκτηθείσα μας γνώση οδηγεί σε ταχύτερες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές· στην προσπάθεια να κατανοήσουμε τι συμβαίνει, επιταχύνουμε τη συσσώρευση των γνώσεών μας· πράγμα που απλώς οδηγεί ταχύτερα σε μεγαλύτερες αναταράξεις. Κατά συνέπεια, είμαστε ολοένα και λιγότερο ικανοί να καταλάβουμε το παρόν και να προβλέψουμε το μέλλον. To 1016, ήταν σχετικά εύκολο να προβλέψεις πώς θα ήταν η Ευρώπη το 1050. Βέβαια μπορεί να έπεφταν δυναστείες, να εισέβαλλαν άγνωστοι επιδρομείς και να ενέσκηπταν φυσικές καταστροφές· ωστόσο ήταν σαφές ότι το 1050 η Ευρώπη θα διοικούνταν ακόμα από βασιλείς και ιερωμένους, ότι θα ήταν μια αγροτική κοινωνία, ότι οι περισσότεροι κάτοικοί της θα ήταν χωρικοί και ότι θα εξακολουθούσε να υποφέρει έντονα από λιμούς, επιδημίες και πολέμους. Το 2016, αντίθετα, δεν έχουμε ιδέα πώς θα είναι η Ευρώπη το 2050. Δεν μπορούμε να πούμε ποιο θα είναι το πολιτικό σύστημα· πώς θα είναι οργανωμένη η αγορά εργασίας της· ή ακόμα και τι είδους σώματα θα έχουν οι κάτοικοί της.

Γιουβάλ Νόα Χαράρι – Homo Deus. Μια σύντομη ιστορία του μέλλοντος