«Τυχαίο; Δεν νομίζω…»

«Τυχαίο; Δεν νομίζω…»

Ο ιστορικός  του μέλλοντος θα πρέπει να κατατάξει αυτή τη φράση στον αντίποδα κάθε φράσης που είπε ο Σωκράτης. Θα πρέπει να τη θεωρήσει υπεύθυνη για εκατομμύρια καμένους εγκεφάλους και να την κατηγορήσει ως νούμερο 1 δολοφόνο της ορθολογικής σκέψης.

Δυστυχώς, ο τρόπος που χρησιμοποιείται ο όρος "τυχαίο" δεν έχει καμία σχέση με τη μαθηματική έννοια. Λογικό αν το καλοσκεφτούμε, αφού η ελληνική παιδεία δείχνει σαφή προτίμηση στα θρησκευτικά έναντι των μαθηματικών. Κι αυτό δεν είναι καθόλου άσχετο. Τι ακριβώς σημαίνει "Τυχαίο; Δεν νομίζω;". Τίποτα περισσότερο από το ότι κάθε τι που γίνεται, αποκλείεται να έγινε επειδή ήταν πιθανό να γίνει, αποκλείεται να έγινε από μια απλή σύμπτωση, άρα (μια λέξη που κανονικά θα έπρεπε να ακολουθεί λογικούς, στέρεους συλλογισμούς), πρόκειται για σχέδιο.

Και ποιος εκπόνησε το σχέδιο; Εξαρτάται. Αν το αποτέλεσμα είναι καλό (κοινώς αν ικανοποιεί την ιδεοληψία μας), τότε το σχέδιο το εκπόνησε ο ίδιος ο Θεός ή κάποιος εκπρόσωπός του. Αν το αποτέλεσμα είναι κακό (κακό, εννοείται σε σχέση και πάλι με τις ιδεοληψίες μας), τότε το έχουν εκπονήσει "ξένα κέντρα", οι Αμερικανοί, η Μέρκελ, ο Σόρος. Φυσικά εννοείται ότι όλοι αυτοί είναι τσιράκια των Εβραίων, γιατί κάθε καλό "Τυχαίο; Δεν νομίζω", κρύβει από πίσω του Εβραίους. Αυτοί δεν κάνουν τίποτα στην τύχη.

Πάντα τα "Τυχαίο; Δεν νομίζω", υποκρύπτουν ένα άλλο μοτίβο που πάει κάπως έτσι: γίνεται κάτι, συγκεντρώνω τις λιγότερες δυνατές πληροφορίες, τις αναλύω χρησιμοποιώντας ως αλάνθαστα εργαλεία την προσωπική μου εμπειρία, μοτίβα από παρόμοια (στο μυαλό μου πάντα) συμβάντα, βρίσκω ένα ιστορικό αντίστοιχο (αν ξέρω λίγη ιστορία) το οποίο δεν χρειάζεται να έχει και πολλές ομοιότητες, ούτε καν να είναι ακριβές, βάζω ως κίνητρα των πρωταγωνιστών τα κίνητρα τα δικά μου ή όσων γνωρίζω και τσουπ! Νάτο το συμπέρασμα.

Όπως είναι φανερό, το παραπάνω μοτίβο σκέψης απαιτεί την ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας. Κρατάς τα στοιχεία που ταιριάζουν, πετάς τα άλλα, ανασύρεις από μια έτοιμη βάση δεδομένων ό,τι χρειάζεσαι και τελειώνεις με τα συμπεράσματα. Μετά κλείνεις το μάτι με το ύφος του βαθύ γνώστη και το ξαμολάς: "Τυχαίο; Δεν νομίζω"…

Τι θα απαιτούσε η λογική; Με έναν πρόχειρο υπολογισμό, κατανάλωση περίπου 8πλάσιας ενέργειας, για να συγκεντρώσεις όλες τις πληροφορίες, να τις ελέγξεις δυο και τρεις φορές, να βγάλεις ένα συμπέρασμα, να το αμφισβητήσεις ξανά και ξανά, να το επαληθεύσεις αν είναι δυνατόν και να το εξαγάγεις με την επιφύλαξη της αναθεώρησης υπό το φως νέων στοιχείων.

Και τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν υπάρχουν σχέδια; Προφανώς και υπάρχουν. Η διαφορά όμως ανάμεσα στα πραγματικά σχέδια και στα "Τυχαίο; Δεν νομίζω" σχέδια είναι χαώδης. Βλέπεις, τα πραγματικά σχέδια τα εκπονούν συνήθως μικρές ομάδες πραγματικών ανθρώπων, με λίγους συμμετέχοντες. Προσπαθούν να επιφέρουν ένα αποτέλεσμα, αλλά επειδή δεν μπορούν να ελέγξουν όλες τις παραμέτρους (αυτό που λέμε "αστάθμητοι παράγοντες", δηλαδή η τύχη) πολύ συχνά αποτυγχάνουν. Επιπλέον για κάθε ομάδα ανθρώπων που σχεδιάζει κάτι είναι πιθανό να υπάρχει μια άλλη που σχεδιάζει το αντίθετο. Πράγμα που εντείνει τις δυσκολίες και τις πιθανότητες αποτυχίας.

Από την άλλη τα "Τυχαίο; Δεν νομίζω" σχέδια δεν αποτυγχάνουν ποτέ. Είναι σχεδιασμένα από μεγάλες ομάδες ανθρώπων (ολόκληρους λαούς, στην περίπτωση των Εβραίων ή των Αμερικανών), οι οποίοι έχουν όλοι ακριβώς των ίδιο στόχο για πολλά χρόνια, ακόμα και για γενιές ολόκληρες και τα οποία (τα σχέδια) δεν έχουν ποτέ απρόοπτα. Ακόμα και όταν δείχνουν να αποτυγχάνουν, αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά μέρος του σχεδίου, για να ρίξει στάχτη στα μάτια (προφανές συμπέρασμα: και αυτό το άρθρο θα μπορούσε να είναι μέρος του "σχεδίου").

Καθώς λοιπόν από τη φύση του ο ανθρώπινος εγκέφαλος ψάχνει την εύκολη και γρήγορη λύση και όχι τη σωστή, η σατανική αυτή φράση ανακύπτει κάθε φορά που κάποιος βρίσκει με το μυαλό του ένα μοτίβο και το κολλάει σε κάποιο σχέδιο που έβγαλε από το στομάχι του. Αποτέλεσμα είναι να έχουμε γεμίσει ανόητες θεωρίες συνωμοσίας, αστήρικτα σενάρια για το κάθε τι και να χάνουμε κάθε μέρα κι από μερικά εκατομμύρια εγκεφαλικά κύτταρα.

Να λοιπόν πώς φτάσαμε ως εδώ. Τυχαίο; Δεν νομίζω!