"Πάντα να είσαι πρώτος και ανώτερος από τους άλλους"

"Πάντα να είσαι πρώτος και ανώτερος από τους άλλους"

"Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν».

Πάντα να είσαι πρώτος και ανώτερος από τους άλλους και να μην ντροπιάζεις τη γενιά των προγόνων. Ιλιάδα, Ζ 208

Αυτή η φράση μου ήρθε στο μυαλό για άλλη μια φορά διαβάζοντας σε εθνική γιορτή ότι κάτοικοι μιας περιοχής αντιδρούν στην απονομή της σημαίας σε αλλοδαπή μαθήτρια. Αυτή τη φορά είναι στη Χερσόνησο, πιο πριν αλλού, μια ιστορία που φτάνει πάνω από 10 χρόνια πριν, με τους Μηχανιώτες εναντίον του Οδυσσέα Τσενάι. (Τώρα που το σκέφτομαι, ταιριαστός ο Οδυσσέας με το απόσπασμα της Ιλιάδας πιο πάνω).

Το μυστικό στην παραπάνω φράση είναι η νοοτροπία που κρύβεται πίσω της. Να είσαι πάντα πρώτος είναι μια δύσκολη προσπάθεια. Πρέπει να ξεπερνάς τον εαυτό σου κάθε μέρα, πριν ξεπεράσεις οποιονδήποτε άλλο. Πρέπει να βρεις εκείνο το εσωτερικό κίνητρο, εκείνη τη φλόγα που θα σε κάνει να υπερνικήσεις τις δυσκολίες, τα μειονεκτήματα και να υπερισχύσεις.

Το κέρδος από αυτή την προσπάθεια δεν είναι η πρωτιά. Εξάλλου πρώτος σε κάτι μπορεί να είναι μόνο ένας. Το κέρδος είναι η συνεχής βελτίωση, η συνεχής προσπάθεια τελείωσης. Επιδιώκοντας την πρωτιά, γίνεσαι καλύτερος από ό,τι ήσουν. Πρόκειται για ένα είδος αθλητισμού της ζωής, όπου καθημερινά προπονείσαι για να νικήσεις και όπου η ήττα είναι πηγή σοφίας και σε αφήνει μεν με την πίκρα της, αλλά και με την ικανοποίηση της προσπάθειας και – κυρίως – με την αναγνώριση της ανωτερότητας του νικητή.

Με απλά λόγια, όταν έχεις προσπαθήσει σκληρά, όταν έχεις επιδιώξει μια νίκη, το μόνο που μπορεί να χάσεις είναι η πρωτιά. Αυτό που θα κερδίσεις όμως είναι απείρως μεγαλύτερο: θα είσαι καλύτερος από ό,τι πριν ξεκινήσεις την προσπάθεια. Από μια άποψη λοιπόν, είσαι νικητής σε σχέση με τον οκνηρό εαυτό σου.

Αυτή η νοοτροπία δεν είναι άσχετη με τα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού. Η εκτίμηση που έτρεφαν στους άριστους οι Έλληνες, οι τιμές και ο θαυμασμός στους νικητές, η μυθολογία η γεμάτη από μεγάλα έργα, ο αθλητισμός και ο ανταγωνισμός σε όλα τα πεδία ήταν το καύσιμο σε έναν τρόπο ζωής που ξεχώρισε στην εποχή του.

Το πρόβλημα είναι ότι η απώλεια αυτής της νοοτροπίας επίσης δεν είναι άσχετη με την κατάντια του σημερινού δικού μας «πολιτισμού». Η μετριοκρατία στο όνομα μιας απροσδιόριστης «ισότητας» προς τα κάτω έχει τεράστιο κόστος. Οι κάτοικοι της Χερσονήσου (και της Μηχανιώνας και κάθε άλλη πόλης), δεν φαίνεται να προβληματίζονται για τη φλόγα που οδηγεί παιδιά μεταναστών, που βρίσκονται σε ξένο τόπο και μιλάνε μια ξένη γι' αυτά γλώσσα, να πρωτεύουν και να ξεπερνούν τα ντόπια παιδιά. Δεν φαίνεται να παραδειγματίζονται και να επιδιώκουν να κινητοποιήσουν και τα δικά τους παιδιά στην επιδίωξη της πρωτιάς. Δεν φαίνεται να τιμούν τον «νικητή», τον άνθρωπο που αριστεύει και ξεπερνάει πρώτα τον εαυτό του και μετά τους άλλους. Αντίθετα, φαίνονται να επιδιώκουν να κατεβάσουν στο δικό τους επίπεδο όποιον ξεχωρίζει, να του κόψουν τα φτερά, να του σβήσουν τη φλόγα.

Το χειρότερο – που δεν το αντιλαμβάνονται – είναι ότι μακροπρόθεσμα αυτή είναι η τακτική που δεν τους συμφέρει. Μια κοινωνία δεν προοδεύει χωρίς ανταγωνισμό, δεν προοδεύει χωρίς ανθρώπους που πετυχαίνουν στόχους. Μια μέτρια κοινωνία είναι καταδικασμένη στον μαρασμό, στην παρακμή και στην αποσύνθεση.