Είναι γκέι. Ε, και;

Είναι γκέι. Ε, και;

Ο Γ. Βαλλιανάτος πριν από μερικές μέρες δήλωσε ότι δεν είναι ο μόνος γκέι υποψήφιος για το Δήμο της Αθήνας, αν και – θα συμπληρώσω εγώ – είναι ο μόνος που το έχει δηλώσει ευθέως και ευθαρσώς. Χθες στο δελτίο ειδήσεων του Kontra Channel ρωτήθηκε ποιον εννοεί και απάντησε.

Το αν ο Νικήτας Κακλαμάνης είναι γκέι, ποτέ δεν με ενδιέφερε σε προσωπικό επίπεδο. Αυτό που με ενδιαφέρει ωστόσο σε πολιτικό επίπεδο είναι ότι συμμετέχει εδώ και πολλά χρόνια σε έναν πολιτικό χώρο που δείχνει μηδενικό σεβασμό στα δικαιώματα των γκέι και αγκαλιάζεται θερμά με πρόσωπα και θεσμούς που δείχνουν ιδιαίτερο μίσος προς αυτούς (ακροδεξιά, εκκλησία). Από αυτή την άποψη, πρόκειται για μια πληροφορία δημοσίου ενδιαφέροντος, την οποία ο καθένας μπορεί να αξιολογήσει όπως θέλει. Εγώ, ας πούμε, θεωρώ ότι είναι ένας πολιτικός που αποκρύπτει ένα μέρος της ταυτότητάς του, ελπίζοντας ότι έτσι θα κερδίσει ψήφους.

Έχω ήδη και τον αντίλογο όμως. Ποιος δεν γνώριζε ή δεν είχε ακούσει ότι ο κ. Κακλαμάνης είναι γκέι; Απλά δεν το διαφήμιζε, όπως κάνει ο Βαλλιανάτος. Πράγμα που μας φέρνει σε μια άλλη συζήτηση – και πιθανώς σε ένα άλλο άρθρο – που έχει να κάνει με την ελληνική νοοτροπία: «Ας είναι γκέι, φτάνει να μην το τρίβει στα μούτρα μας και να μην το διαφημίζει». Κι αυτό γιατί για πολλούς το να είσαι γκέι έχει να κάνει μόνο με το κρεβάτι σου και το να το λες είναι διαφήμιση. Θα το έριχνα στην κακή ενημέρωση, αν δεν ήμουν σίγουρος ότι πρόκειται για απλή, γνήσια, ελληνική αδιαφορία για μερικά βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Κι εδώ έρχεται το πραγματικό ερώτημα. Έκανε καλά ή άσχημα ο Βαλλιανάτος που είπε όνομα;

Ας υποθέσουμε ότι έκανε άσχημα. Γιατί; Πρώτα από όλα δεν βγήκε να φωνάζει ότι ο Κακλαμάνης είναι γκέι. Απάντησε σε ερώτηση. Δεν τον κατηγόρησε. Διατύπωσε το κοινώς γνωστό. Αν τον ρωτούσαν ποιος άλλος είναι ασπρομάλλης, θα υπήρχε πρόβλημα; Οπότε γιατί αντιμετωπίζουμε το όλο θέμα σαν να είναι κατηγορία;

Κι εδώ έχω τον αντίλογο. Λέγεται το «επιχείρημα του μέσου Έλληνα». Αυτό το επιχείρημα έρχεται να καλύψει τέτοια θέματα με τη φράση «ναι, αλλά ο μέσος Έλληνας δεν είναι έτοιμος να δεχτεί ότι ο δήμαρχος θα είναι γκέι». Οπότε για τον «μέσο Έλληνα» το θέμα έχει αρνητική χροιά.

Ε, λοιπόν, ο μέσος Έλληνας δεν υπάρχει. Είναι ένα κατασκεύασμα της φαντασίας, για να μας βγάζει από τη δύσκολη θέση. Αντίθετα υπάρχει ο κάθε ένας ξεχωριστά, που θα πρέπει να αναρωτηθεί: «με πειράζει ένας γκέι δήμαρχος;» και «με ενδιαφέρει αν ένας δήμαρχος κρύβει ένα μέρος του εαυτού του για να παίρνει ψήφους;» Εμένα προσωπικά με ενδιαφέρει. Όχι επειδή με νοιάζει τι κάνει στο κρεβάτι του, αλλά επειδή ο δήμαρχος της Αθήνας ιδιαίτερα, δεν είναι μόνο αυτός που διοικεί το Δήμο. Είναι ένας θεσμός με ευρύτερο αντίκτυπο, που αγγίζει και την κεντρική πολιτική σκηνή. Με νοιάζει όπως θα με ένοιαζε αν ήταν βαθιά θρησκευόμενος ή άθεος, αν έχει πετύχει ή όχι στη δουλειά του, αν στις προηγούμενες θέσεις του είχε θετικό ή αρνητικό έργο, αν έχει φιλίες ή όχι με διαπλεκόμενους επιχειρηματίες κ.ο.κ. Όλα αυτά είναι στοιχεία της προσωπικότητας, της ταυτότητας και της διαδρομής του. Και δείκτης αξιοπιστίας για το αν αυτά που υπόσχεται θα τα κάνει κιόλας.

Κι ερχόμαστε σε ένα τελευταίο και σημαντικότερο ζήτημα: Το πραγματικό θέμα δεν είναι αν ο Βαλλιανάτος ή ο Κακλαμάνης είναι γκέι, αλλά τι θέσεις έχουν για το Δήμο της Αθήνας και πώς σκοπεύουν να λύσουν τα προβλήματα. Εδώ θα συμφωνήσω απόλυτα και θα περιμένω να το δω από όλους τους υποψηφίους. Μόνο που θα ζητήσω να συμφωνήσετε κι εσείς ότι και σε όλες τις προηγούμενες δημοτικές αναμετρήσεις, ελάχιστα ειπώθηκαν για τα πραγματικά προβλήματα της Αθήνας που μπορεί να λύσει ο δήμαρχος. Περισσότερο η συζήτηση είναι περί ανέμων και υδάτων ή για το πόσο αγαπάνε την πόλη οι υποψήφιοι και πόσο μεγάλη αξία έχει για τον παγκόσμιο πολιτισμό…

Μέχρι στιγμής δεν έχουμε ακούσει κάτι που να μας κάνει να πιστέψουμε σοβαρά ότι κάποιος από όλους τους υποψηφίους θα κάνει πραγματικά καλύτερη δουλειά από τον απερχόμενο δήμαρχο. Ελπίζω να το ακούσουμε στην πορεία, είτε από τον Βαλλιανάτο, είτε από τον Κακλαμάνη, είτε από τον Σπηλιωτόπουλο, τον Σακελλαρίδη ή τον Σοφιανό ή τον Χαϊκάλη. Όταν και αν τα ακούσουμε όμως, θα έχει σημασία και από ποιον τα ακούμε.