Γκι ή μήπως αρκουδοπούρναρο;

Γκι ή μήπως αρκουδοπούρναρο;

Επειδή χρόνια τώρα κρατάει αυτή η κολόνια, να λέμε το φυτό με τα αγκαθωτά φύλλα και τους κόκκινους καρπούς γκι:

Το φυτό λέγεται στα ελληνικά επισήμως «ελαιόπρινος» και κοινώς «λιόπρινο» ή «αρκουδοπούρναρο». Η επιστημονική του ονομασία είναι «Ilex aquifolium» και στα αγγλικά ονομάζεται «holly» (προέρχεται από το «holegn» της Παλαιάς Αγγλικής, που σημαίνει ‘αγκυλώνω’ και δεν σχετίζεται ετυμολογικά με το «holy») ή «common holly», «English holly», «European holly» ή «Christmas holly». Αν το θέλετε ντε και καλά στα γαλλικά, είναι το «houx» (houx commun), το οποίο προφέρεται «ου».

Και από πού προέκυψε το «γκι»; «Γκι» είναι η γαλλική ονομασία (gui) του έτερου χριστουγεννιάτικου φυτού, αυτού με τα υποκίτρινα μπιλάκια στα κλαδιά χωρίς φύλλα, που στα ελληνικά λέγεται «ιξός», «αξός», «μέλα», «μηλιός» ή «μελάς». Είναι το φυτό Viscum album, αγγλικά mistletoe.

Για σήμερα, το μενού έχει αρκουδοπούρναρο. Λιόπρινο. Holly. Houx. Ου.

Η παράδοση της διακόσμησης των σπιτιών με λιόπρινο έρχεται από τους αρχαίους Κέλτες, για τους οποίους το λαμπρό πράσινο και κόκκινο αυτού του φυτού έφερνε καλή τύχη. Σύμφωνα με την Κέλτικη παράδοση, ο Holly King και ο Oak King βρίσκονται σε συνεχή μάχη. Οι δυο βασιλιάδες είναι προσωποποίηση του χειμώνα και της άνοιξης αντίστοιχα και η δύναμη του καθενός βρίσκεται στο ζενίθ της στη δική του εποχή, όταν η δύναμη του άλλου βρίσκεται στο ναδίρ της, σ’ έναν αιώνιο κύκλο όπου ο νικητής είναι πάντα προσωρινός. Τη μέρα του χειμερινού ηλιοστασίου (Yule) ο Oak King νικά τον Holly King, του οποίου η σειρά να επικρατήσει έρχεται με το θερινό ηλιοστάσιο (Litha). Σε άλλες εκδοχές του μύθου, οι μάχες μεταξύ των δύο γίνονται στις ισημερίες και όχι στα ηλιοστάσια, όχι ότι αυτό κάνει και μεγάλη διαφορά, δηλαδή.

Ο ελαιόπρινος ανήκει στην οικογένεια των Οξυφυλλοειδών (Aquifolliaceae) και δεν έχει σχέση ούτε με την ελιά (οικογ. Ελαιώδη - Oleaceae) ούτε με το πουρνάρι (οικογ. Φηγοειδή - Fagaceae). Είναι φυτό δίοικο, που σημαίνει ότι έχει αρσενικά και θηλυκά φυτά. Τα δεύτερα είναι αυτά με τους κόκκινους καρπούς. Οι καρποί του είναι σκληροί και πικροί μέχρι τις αρχές του χειμώνα, κι επιπλέον ελαφρά τοξικοί. Οι παγωνιές σπάνε μέρος των τοξικών ενώσεων κι έτσι τα πουλιά αρχίζουν περί τα τέλη του χειμώνα να τρώνε τους καρπούς – λίγους κάθε φορά – εξασφαλίζοντας ότι το λιόπρινο θα έχει απογόνους.

Φύλλα από θηλυκό λιόπρινο έβαζαν οι Κέλτες κάτω από το μαξιλάρι, για να προσκαλέσουν όνειρα που θα τους μαρτυρούσαν το μέλλον. Οι Κέλτες πίστευαν ότι το λιόπρινο προστατεύει ενάντια στο Κακό: τα κακοποιά πνεύματα σκάλωναν στα αγκαθωτά του φύλλα και δε μπορούσαν να περάσουν. Έτσι, πολλοί φύτευαν λιόπρινα ως περίφραξη καθώς, εκτός από τα κακά πνεύματα, εμπόδιζε και τα ζώα να περάσουν και να κάνουν ζημιές. Γενικά διαδεδομένη (και στους Ρωμαίους) ήταν η πίστη ότι προστάτευε από τους κεραυνούς, γι’ αυτό και συνδεόταν με τους θεούς του κεραυνού, όπως ο Taranis και ο Thor. (Διαβάζω ότι σήμερα έχει αποδειχτεί επιστημονικά ότι τα αγκάθια των φύλλων λειτουργούν ως μικρά αλεξικέραυνα, προστατεύοντας το ίδιο το φυτό και τον περίγυρό του. Δεν παίρνω κι όρκο, βέβαια ?)

Στην Ιρλανδία, το φυτό λεγόταν «gentle tree» - κατ’ ευφημισμό ίσως; - και ήταν το αγαπημένο φυτό των νεράιδων. Στο χειμερινό ηλιοστάσιο κι αργότερα στο Hogmanay (τελευταία μέρα του παλιού χρόνου μαζί με το καλωσόρισμα του καινούριου για τους Σκώτους), οι άνθρωποι στόλιζαν τα σπίτια τους με κλαδιά θηλυκού λιόπρινου, για να προστατευτούν από τις παραξενιές των νεράιδων και των κακών πνευμάτων. Έκοβαν μερικά κλαδιά από το φυτό, ανταλλάσσοντάς το με κάποια δική τους προσφορά, π.χ. αφήνοντας ένα κομματάκι ασήμι στη ρίζα. Δεν το έκοβαν όμως ποτέ, γιατί πίστευαν ότι αυτό έφερνε μεγάλη δυστυχία. Ίσως αυτό συνδεόταν με τον αειθαλή χαρακτήρα του φυτού: το μόνιμο πράσινο έλεγε κάτι για αθανασία κι αιωνιότητα.

Όπως ίσως έχουν παρατηρήσει κάποιοι, πολλές φορές, τα φύλλα του λιόπρινου δεν είναι αγκαθωτά. Πρόκειται συνήθως για τα ψηλά κλαδιά που δεν κινδυνεύουν από τα ζώα. Στην Αγγλία, οι ανύπαντρες γυναίκες έδεναν ένα κλαδάκι λιόπρινο με λεία φύλλα ή κισσό στο κρεβάτι τους, για να ονειρευτούν τον άντρα που θα παντρεύονταν αλλά και για προστασία από τα κακά πνεύματα, για τα οποία πιστευόταν πως είναι πιο ενεργά κι επικίνδυνα το χειμώνα, ίσως από το ουρλιαχτό του ανέμου και το τρίξιμο των δέντρων. Καθώς το λιόπρινο και ο κισσός ως σύμβολα προστασίας έρχονταν από την παγανιστική παράδοση, αρχικά απαγορευόταν να μπουν στο χριστιανικό σπίτι, γι’ αυτό και έμεναν υπό μορφή στεφανιών στην πόρτα της εισόδου. Μέσα στα σπίτια, τα στεφάνια από λιόπρινο πρωτομπήκαν στη Βικτοριανή εποχή.

Φυσικά, ούτε το λιόπρινο γλίτωσε από τον εκχριστιανισμό. Καθώς εκεί στα βόρεια δεν είχαν παλιούρια (Paliurus spina-christi), οι Άγγλοι φαντάστηκαν το ακάνθινο στεφάνι φτιαγμένο από λιόπρινο, κι είπαν ότι οι καρποί του αρχικά ήταν άσπροι αλλά έγιναν κόκκινοι, βαμμένοι από το αίμα του Χριστού.

Η καλή τύχη που έφερνε το λιόπρινο μπορούσε να γυρίσει σε γρουσουζιά, βέβαια, αν δεν τηρούνταν κατά γράμμα τα έθιμα: τα στεφάνια έπρεπε να κατεβούν ‘τη 12η μέρα’ (6η Ιανουαρίου), αλλιώς θα προσέλκυαν μάγισσες και κακά πνεύματα. Και δεν έπρεπε να πεταχτούν αλλά να καούν τελετουργικά στην αυλή.

Η σχέση του λιόπρινου με τον κισσό είναι επίσης πολύ παλιά. Λέγεται ότι το πρώτο συμβόλιζε το αρσενικό και το δεύτερο το θηλυκό. Το χριστουγεννιάτικο τραγούδι «The Holly and the Ivy» [https://www.youtube.com/watch?v=l7eHtDtZ7hs] πάει πίσω τουλάχιστο στο Μεσαίωνα. Κι επειδή το παρατράβηξα:

“Heigh ho! sing heigh ho! unto the green holly:
Most friendship is feigning, most loving mere folly:
Then, heigh ho, the holly!
This life is most jolly.”
(Σαίξπηρ, «Όπως σας αρέσει»)