Εθισμένοι στα παραμύθια

Εθισμένοι στα παραμύθια

Σε άρθρο στην ιστοσελίδα νεόκοπης εφημερίδας γίνεται αναφορά στις μαθησιακές δυσκολίες του Αλβέρτου Αϊνστάιν καθώς και στις δήθεν μέτριες επιδόσεις του σε σχολείο και πανεπιστήμιο. Ακολουθούν τα σχόλια των αναγνωστών. Σχεδόν όλα εστιάζουν στο γεγονός, ότι ένας τόσο κακός μαθητής και φοιτητής δεν είναι δυνατό να έχει διατυπώσει τη θεωρία, που τον έκανε διάσημο (μεταξύ μας, έχει διατυπώσει περισσότερες θεωρίες αλλά ας μην έχουμε πολλές αξιώσεις από τους περισσοτέρους).

Κάποιος θυμάται τη σχέση Καραθεοδωρή και Άινσταϊν και αρχίζει η γνωστή ιστορία, ότι ο Αϊνστάιν, καρπώθηκε τους κόπους του Έλληνα Καραθεοδωρή και τους παρουσίασε ως δικό του έργο. Ένας άλλος θυμάται την καταγωγή του Αϊνστάιν και την αναφέρει με την ίδια βδελυγμία, που θα ανέφερε κανείς τη λέξη "λωποδύτης". Στο τέλος, ο νομπελίστας φυσικός έχει βαφτιστεί μυρωδιάς, ασχετίδης, απατεώνας και άλλα παρεμφερή.

Σημασία δεν έχει τόσο η εντελώς αβάσιμη ιστορία όσο η εμμονή χιλιάδων συμπολιτών μας να ασπάζονται όποια εξωφρενική μπαρούφα κυκλοφορεί στην πιάτσα(οράτε ζεία, Γκιόλβα, Λερναίο Κείμενο, υποτιθέμενα λόγια τρίχρονου, στη Συρία, πριν ξεψυχήσει κ.ο.κ.).Στην εποχή του Διαδικτύου, η πρόσβαση σε αυτές τις αρλούμπες είναι περισσότερο εύκολη απ’ ό,τι π.χ. προ 20ετίας, όταν για τον εντοπισμό τους χρειαζόταν η αγορά ενός ελληνόπληκτου και συνωμοσιολογικού εντύπου π.χ. «Δαυλού». Μια απλή έρευνα στην ελληνόφωνη αρθρογραφία του Διαδικτύου αποδεικνύει, ότι ο περισσότερος κόσμος αρέσκεται να αναπαράγει άκριτα τέτοιες ιστορίες διανθίζοντάς τις με τους γνωστούς αφορισμούς περί θαμμένης ελληνικής γνώσης ή αγνώστων ειδήσεων, που οι «πουλημένοι» κυβερνώντες μας, τσιράκια των εχθρών της χώρας, έχουν θάψει, για να μείνουμε βουτηγμένοι στην αμάθεια και να μας εκμεταλλεύονται στον αιώνα τον άπαντα, και κανένα εξωνημένο μέσο δεν θα προβάλει.

Θα απορήσει, βέβαια, κανείς, γιατί τόσος κόσμος ασπάζεται τέτοιες βλακείες, σε μια εποχή που η πρόσβαση στη γνώση είναι περισσότερο ευχερής από ποτέ. Στην πραγματικότητα οι πολλοί προτιμούν να πιστέψουν σε αυτές παρά να αναζητήσουν την αλήθεια. Ο λόγος είναι απλός. Τα παραμύθια αφενός παρουσιάζουν ένδοξες στιγμές εκπροσώπων του ελληνισμού (υπαρκτών ή ανύπαρκτων δεν έχει σημασία), αποδεικνύοντας πόσο σπουδαίο έθνος είμαστε και τι μπορούμε να δημιουργήσουμε, αν μας αφήσουν(ποιοί;), αφετέρου πείθουν τον κόσμο, ότι για την κακοδαιμονία μας δεν φταίμε εμείς αλλά κάποια ξένα κέντρα, που απεργάζονται τον αφανισμό μας μέσω των πολιτικών μας, που είναι πειθήνια όργανά τους. Το έθνος μας έχει απεριόριστες δυνατότητες, πλην, όμως, κάποιες άλλες δυνάμεις δρουν κατά τρόπο ανασταλτικό γι’ αυτές.Υπάρχει, άραγε, καλύτερος τρόπος, για να παρηγορηθούν οι πολλοί, έστω μερικώς, για την κατάσταση της Ελλάδος εν έτει 2014;

Φυσικά, στο άκουσμα της είδησης, ότι η τάδε ιστορία είναι μια κοτσάνα και μισή, θα αρχίσουν οι διαμαρτυρίες. «Τόσος κόσμος πιστεύει αυτές τις ιστορίες», είναι το συνηθέστερο επιχείρημα, διότι προφανώς όσοι περισσότεροι ασπάζονται αυτή την κοτσάνα, τόσο περισσότερο αυτή μετατρέπεται σε απόλυτη αλήθεια, που άπαντες οφείλουμε να πιστέψουμε, για να απομακρυνθούμε από τη βλαβερή επιρροή όσων ελέγχουν την ενημέρωση και μας θέλουν αποβλακωμένους.

Μάλλον διαφεύγει στους πιστούς τέτοιων ιστοριών, ότι αυτές κρίνονται όχι από τον αριθμό των προσώπων, που τις πιστεύουν, αλλά από τις ιστορικές πηγές, που τις επιβεβαιώνουν. Έτσι, λοιπόν, δεν βλάπτει να γνωρίζουμε, ότι ο κ. Κίσσινγκερ ουδέποτε είπε τη γνωστή ρήση περί ανάγκης να ξερριζωθούν η γλώσσα, τα ήθη και έθιμα, διότι αυτή δεν παραδίδεται από καμμία γραπτή πηγή, ή ότι δεν υπάρχει κανένα άρθρο του Μεσοπολέμου, το οποίο να αναφέρεται στον ξερριζωμό των καλλιεργειών ζείας στη χώρα μας. Έτσι γράφεται η ιστορία και όχι με βάση τις πεποιθήσεις της πλειοψηφίας.

Θα αναρωτηθείτε, αν υπάρχει περίπτωση να χάθηκαν οι πηγές, που αποδεικνύουν τα αμφιλεγόμενα γεγονότα. Λυπάμαι αλλά θα σας απογοητεύσω. Ουδέποτε υπήρχαν τέτοιες πηγές. Στην εποχή του γραπτού λόγου, όλο και κάποιο κείμενο θα είχε ξεφύγει από το υποτιθέμενο μένος του αγνώστου ολετήρα, που θέλησε να εξαλείψει κάθε δείγμα αντίθετης από τη δική του απόψεως, και θα είχε φτάσει έως εμάς, έτοιμο να ανατρέψει την καθεστώσα άποψη. Αλλά δεν υπάρχει, οπότε η καθεστώσα άποψη παραμένει αμετάβλητη.

Υπάρχει και το ερώτημα, αν πρέπει να μας απασχολεί το κόλλημα χιλιάδων συμπολιτών μας με τέτοια θέματα, όταν γύρω μας κυριαρχεί η δυστυχία, η ανεργία και πολλά άλλα προβλήματα. Λοιπόν, η περίπτωση δεν είναι καθόλου της πλάκας. Η επιπόλαιη υιοθέτηση τέτοιων ιστοριών αποδεικνύει την ευκολία, με την οποία ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας αγκαλιάζει όσους διηγούνται όμορφα παραμύθια με αδικημένες, τάχαμου, μορφές του ελληνισμού και εγκληματικές, τάχαμου πάλι, ενέργειες των προδοτών πολιτικών μας σε βάρος του αθώου λαού. Αν αυτές οι ιστορίες έμεναν στο επίπεδο της ψυχαγωγίας, δεν θα υπήρχε πρόβλημα.

Στην Ελλάδα, όμως, τέτοιες ιστορίες διαδίδονται ως αληθινές ακόμα και από υπουργούς και εκπαιδευτικούς. Ένας λαός, λοιπόν, μαθημένος σε μεγάλο βαθμό να καταπίνει αμάσητες τέτοιες βλακείες, όχι μόνο δεν μαθαίνει να εξασκεί την κρίση του αλλά πέφτει θύμα του κάθε επιτηδείου, ο οποίος τον προσεταιρίζεται παρουσιάζοντάς του ανοησίες για πραγματικά γεγονότα και ποντάροντας στην αίσθησή του, ότι οι άλλοι (βάζετε τους κακούς της αρεσκείας σας) τον αδικούν και δεν τον αφήνουν να προκόψει, αλλά αυτός θα τον βοηθήσει να αναδειχθεί.

Σε ένα πιο υποψιασμένο λαό, πολιτικοί, που υπόσχονταν δάνεια από Ρωσσία και Κίνα ή έκαναν ερωτήσεις στη Βουλή για τους ψεκασμούς ή σε ομιλία τους αναφέρονταν στην πλουσιότερη γλώσσα στη γη (μιλάμε για «λάιτ» περιπτώσεις), θα αντιμετωπίζονταν σαν γραφικοί. Αν, μάλιστα, αναφέρονταν σε καταχθόνια σχέδια των Εβραίων για την εξόντωση του έθνους και τις πατριδός, θα είχαν μπελάδες με το νόμο. Στην Ελλάδα, έχουν εκλεγεί βουλευτές.

Μην απορείτε, λοιπόν, που η αρλουμπολογία έχει τόση πέραση στην Ελλάδα μας, με αποτέλεσμα πιστεύει πολύς κόσμος, ότι ο Γκιόλβας ήταν ένα κράμα Οπενχάιμερ και φον Μπράουν, ο κ. Κίσσινγκερ κοιμάται και να ξυπνάει έχοντας το νου του στην καταστροφή των προαιωνίων ηθών και εθίμων μας και η ζεία εμφανίζεται σαν το υποκατάστατο του κρυπτονίτη. Τα παραμύθια ανέκαθεν είχαν πέραση σε μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας και ο εθισμός σε αυτά δεν κρύβεται ούτε θεωρείται ελάττωμα από αυτή τη μερίδα.