Η αλλαγή δεν παίρνει αναβολή

Η αλλαγή δεν παίρνει αναβολή

Θα σας διηγηθώ μια προσωπική ιστορία.

Κάμποσα χρόνια πριν διοργανώθηκε στη Ρόδο η πρώτη συνάντηση της ελληνικής κοινότητας των φίλων ενός συστήματος διαχείρισης περιεχόμενου ανοικτού κώδικα για ιστοσελίδες, του γνωστού σήμερα Joomla!

Άνθρωποι από όλη την Ελλάδα θα συναντιούνταν για να μοιραστούν ιδέες και πάθος για ένα project που σήμερα το γνωρίζει σχεδόν όλος ο πλανήτης.

Σχεδίαζα να πάω. Αλλά μετά είδα κάποια email και κάποιες αναρτήσεις σε forum από άτομα που θα συμμετείχαν. Και παρουσίαζαν κάτι εκπληκτικά site με πολύ προχωρημένα extensions και ήταν όλα ΟΥΑΟΥ. Κάποιοι ήταν πολύ περπατημένοι. Αμέσως σκέφτηκα, «γαμώτο είναι πολύ καλοί, τι να πάω να κάνω εκεί πέρα»;

Έτσι, άλλαξα σχέδια και δεν πήγα. Προσέξτε: ήταν η πρώτη φορά που θα γινόταν κάτι τέτοιο στην Ελλάδα και ίσως να μην ξαναγινόταν, θα ερχόταν κόσμος από το εξωτερικό και εγώ σκέφτηκα ότι αυτά που σχεδίαζα δεν ήταν αρκετά καλά για να τους τα παρουσιάσω. Δεν πήγα όχι γιατί δεν ήθελα, αλλά γιατί είπα στον εαυτό μου ότι δεν είχα αρκετές δυνατότητες για να το κάνω και να συγκριθώ με αυτά τα άτομα και ότι στ’ αλήθεια «δεν είμαι εγώ για τέτοια πράγματα». (Θυμηθείτε πως ήμουν ήδη ένας σχεδιαστής ιστοσελίδων). «Κάποια άλλη φορά», ίσως. Ναι, καλά.

Είμαι σίγουρος ότι αν κάνω μια απλή ερώτηση εκεί έξω πολλοί θα ανακαλέσουν στη μνήμη τους μια ανάλογη ιστορία. Οι περισσότεροι από εμάς λέμε στον εαυτό μας μια αντίστοιχη παραμυθία για να δικαιολογήσουμε την ακινησία μας. Κατηγορούμε την οικονομία, τη χώρα, την ηλικία, τους άλλους γύρω μας, τη γνώση μας, τις περιστάσεις, τον «ήλιο της Ελλάδας» κ.ο.κ. Λέμε στον εαυτό μας «αν είχα λίγο παραπάνω εμπειρία σε αυτό» ή «αν κάτσω και τελειώσω πρώτα αυτό» ή «αν κατάφερνα πρώτα εκείνο ίσως τότε…» θα καταφέρω να πιάσω το όνειρο, θα είμαι «ένας από αυτούς» τους κορυφαίους και μπλα, μπλα,μπλα…

Τα τέλεια όνειρα γίνονται οι εφιάλτες μέσα στα οποία πνιγόμαστε αργά, καθημερινά. Ακόμα κι αν μας δινόταν η τεράστια ευκαιρία να πραγματοποιήσουμε αυτό το τρελό και απίθανο όνειρό μας θα ξέραμε άραγε πώς να το προσεγγίσουμε και από πού; Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν μας δινόταν η ευκαιρία να αλλάξουμε τη χώρα θα ξέραμε πώς να το κάνουμε; Θα γνωρίζαμε από πού να αρχίσουμε; Θα γνωρίζαμε τι θέλουμε; Τα εμπόδια που βάζουμε με τη σκέψη μας είναι αυτά που μας σταματούν: είναι μέσα στο μυαλό μας όπου γεννιέται η άρνηση. Η άρνηση με τη σειρά της φέρνει τις κακές επιλογές και οι κακές επιλογές φέρνουν την ήττα.

Το φέρνω αυτό στο μυαλό το τελευταίο διάστημα καθώς μιλάω με πρόσωπα που είτε είναι φιλελεύθερα, είτε πιο ανεξάρτητα ή ακόμα και σε άλλα πολιτικά μετερίζια, πάντως είναι «πολιτικοί» με έναν ιδιότυπο τρόπο μέσω του διαδικτύου. Γράφουν ασταμάτητα, παράγουν πολιτικές ιδέες και σκέψεις, ανοίγουν πολυεπίπεδους διαλόγους και αμφίδρομη επικοινωνία με όσους τους διαβάζουν.

Όμως υπάρχουν πραγματικά εμπόδια που τους σταματούν από το να πάνε στο επόμενο επίπεδο: είτε να μπουν στον πολιτικό στίβο, είτε αν ήδη βρίσκονται εκεί, να επιτύχουν τον αντικειμενικό στόχο, δηλ. να εκλεγούν.

Κάποιοι από αυτούς φοβούνται ότι θα χάσουν το χρόνο τους. Οι περισσότεροι άνθρωποι τρέμουν στην ιδέα ότι να δοκιμάσουν μια καινούρια προσέγγιση αν δεν είναι σίγουροι ότι θα επιτύχει 100%. Κινούμενοι σε αυτό το λογικό περιθώριο δεν αγγίζουν ποτέ τις πραγματικές τους δυνατότητες επειδή τίποτε ποτέ δεν είναι 100% σίγουρο και εξασφαλισμένο έξω από την ασφάλεια της καθημερινής συνήθειας και της πρότερης εμπειρίας. Αν δηλ. κάπου έχουν ψιλο-αποτύχει στο παρελθόν ή έχουν απογοητευτεί από μια πολιτική διαδικασία που δεν πήγε όπως ήθελαν, αυτό στο μυαλό γίνεται ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο και κάθε προσδοκία να ξεπεραστεί είναι απλώς υπερ-κάτι: υπερ-φίαλη, υπερ-αισιόδοξη, υπερ-εκκεντρική. Ή κάπως έτσι..

Ένα από τα χαρακτηριστικά εκείνων που επιτυγχάνουν στη ζωή τους όμως είναι ότι σκέφτονται με διαστήματα μηνών και ετών, όχι με ημέρες και εβδομάδες. Αν θέλουμε να επιτύχουμε κάτι θα σκεφτούμε σε βάθος χρόνου. Στην πραγματικότητα τα αποτελέσματα που εισπράττουμε σήμερα (και οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι το ξέρουν από την καθημερινή εργασία τους) είναι αποτέλεσμα προσπάθειας 4, 5 ή και περισσότερων ετών. Υπό αυτή την οπτική, οι ενεργοί πολίτες πρέπει να πάψουμε να σκεφτόμαστε με όρους ενός ή δύο ετών, αλλά να θέσουμε στόχους σε βάθος χρόνου. Πρέπει να πούμε στους εαυτούς μας ότι θα έλθουν και αποτυχίες, ότι θα προκύψουν και αστοχίες και λανθασμένες τακτικές (κάποιες ήδη τις ξέρουμε άλλωστε) αλλά αυτό δεν συμβαίνει επειδή είμαστε κακοί στο να επιτυγχάνουμε στόχους, αλλά επειδή δεν δίνουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να αξιολογήσει αυτά τα λάθη και να αποδεχτεί μια διαδικασία που παραδόξως είναι στον πυρήνα της φιλοσοφίας των φιλελεύθερων.

Try. Fail. Try again. Fail again. Try more. Succeed.

Κάποιοι ξεπερνούν με ευκολία τις άβολες καταστάσεις. Συχνά ως άνθρωποι πέφτουμε στη λούμπα να αναρωτιόμαστε «τι διάολο κάνουμε εμείς τώρα». Σε αυτό το σημείο πείθουμε τους εαυτούς μας ότι έχουμε άλλες προτεραιότητες στη ζωή μας και γυρνάμε στις συνήθεις ασχολίες μας και δεν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα ότι κάτι στο μυαλό μας έχει πλάσει μια τέλεια κατάσταση η οποία, όταν δεν επιτυγχάνεται άμεσα για οποιοδήποτε λόγο, αυτομάτως μετατρέπεται σε σκελετό στην ντουλάπα. Θα τη βάλουμε εκεί, θα την έχουμε φυλαγμένη για όταν έλθει «η σωστή συγκυρία» - που υπό αυτές τις συνθήκες δεν έρχεται ποτέ – ή θα την εγκαταλείψουμε εντελώς ρίχνοντας το ανάθεμα και αρχίζοντας κατεβατά ύβρεων, προσβολών και επιθετικών λόγων.

Εκείνο όμως που χρειάζεται να κάνουμε και στην πολιτική είναι να ρωτάμε συχνά τους εαυτούς μας για ποιο λόγο σκεφτόμαστε όπως σκεφτόμαστε, για ποιο λόγο υπαναχωρούμε, για ποιο λόγο πράττουμε όπως πράττουμε: η βάση της αλλαγής είναι η αυτογνωσία και η βάση της νίκης είναι η αυτοπεποίθηση. Και αυτό είναι κάτι που κερδίζεται με το χρόνο και όταν κερδίζεται γίνεται μια δύναμη που περνά και σε εκείνους που θέλουμε να πείσουμε για την διαφορετικότητα των θέσεών μας.

Κάποιοι τέλος ψάχνουν λύσεις σε λάθος μέρος. Το να προωθείς π.χ. τη φιλελεύθερη ατζέντα δεν είναι εύκολο και σίγουρα δεν είναι ακατόρθωτο, όπως δεν είναι για καμιά ιδέα, σκέψη, καριέρα, φιλία κτλ.. Σίγουρα όμως θα αποτύχουμε, όταν το βλέπουμε υπό το πρίσμα μιας μαγικής στιγμής ή μιας φανταστικής ευκαιρίας που θα μας οδηγήσει σε μια τεράστια επιτυχία. Το να ψάχνουμε να βρούμε κάποια μοιραία οδό που θα προκύψει από κάποια αστοχία του πολιτικού μας αντιπάλου που με μαγικό τρόπο θα μας οδηγήσει στα σκαλοπάτια της Βουλής δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να επιτύχουμε τον αντικειμενικό μας σκοπό. Πολλοί άνθρωποι, σε οποιονδήποτε τομέα της ζωής, που σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο απλώς «κολλάνε» και συνήθως όταν βρίσκουν κάτι που νομίζουν ότι τους λύνει το πρόβλημα, λίγο αργότερα στην πρώτη στραβή (διότι θα υπάρξει στραβή) το βρίσκουν εντελώς βαρετό και ανώφελο. Είναι επειδή το να κλείνεται κανείς στο καβούκι του (ή σε έναν πολιτικό φορέα που μοιάζει τέτοιος) και να περιμένει ότι απλώς όλος ο υπόλοιπος κόσμος θα γυρίσει μέχρι να φτάσει εμπρός του το σωστό σημείο όπου θα «κουμπώσει» είναι απλώς μια λογική υπεκφυγή της πραγματικότητας ότι εμείς μένουμε ακίνητοι. Επειδή δεν επικοινωνούμε με την ίδια την αγορά που προωθούμε ως ιδέα, επειδή δεν επικυρώνουμε την ισχύ των ιδεών μας ανάμεσα στους πολίτες προσεγγίζοντάς τους στην καθημερινότητά τους.

Αυτό σημαίνει να τους συναντήσεις στο δρόμο, στο πεζοδρόμιο, τη λαϊκή αγορά, το κατώφλι της πολυκατοικίας και την είσοδο του μαγαζιού τους. Ο μόνος τρόπος να πειστούμε για τις δυνατότητές μας και να πείσουμε ότι οι ιδέες μας αξίζουν να εφαρμοστούν σε αυτή τη χώρα είναι να βγούμε έξω από το δωμάτιο όπου έχουμε τον υπολογιστή και τον καφέ μας και να μιλήσουμε στους ανθρώπους. Τότε θα αντιληφθούμε μερικά εξόχως έξοχα πράγματα:

Ο πολίτης έχει μπουχτίσει από θυμό και απογοήτευση και θέλει αισιοδοξία και ελπίδα: κανείς δεν στηρίζεται στο μέλλον ανάλογα με το πόσο κακούς κάνουμε να μοιάζουν όσοι δεν συμφωνούν μαζί μας. Στηρίζεται στο μέλλον επειδή υπάρχει η ελπίδα πως θα είναι καλύτερο.

Κανείς δεν θέλει να γνωρίζει πωλητές μεταχειρισμένων ιδεών, αλλά θέλει να γνωρίσει τους παραγωγούς αυθεντικών ιδεών. Ωραία τα κανάλια και οι εφημερίδες και το διαδίκτυο, αλλά οι άνθρωποι ως φορείς γνώσης και ιδεών είναι καλύτεροι.

Αν μιλάμε πολύ, τότε συζητάμε λίγο. Και αν μόνο λέμε, τότε δεν ακούμε. Αν μόνο γράφουμε, δεν διαβάζουμε.

Οφείλουμε να πάψουμε να κατευθύνουμε και να αρχίσουμε να εμπνέουμε. Και η έμπνευση αφορά μόνο στο καλό που θέλουμε να γίνει με αυτό που πιστεύουμε. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει επίσης να ενδιαφερόμαστε για τους ανθρώπους. Διότι η βαθύτερη αιτία της πολιτικής εδράζεται στο καλό των πολιτών.

Δεν υπάρχει λόγος να κοιτάμε πίσω, αλλά υπάρχουν αρκετοί λόγοι να κοιτάμε μπροστά. Για να κοιτάξουμε μπροστά χρειάζεται να πείσουμε τον εαυτό μας ότι πρέπει να είναι εκεί. Δεν έχουμε καμία δικαιολογία να μένουμε ακίνητοι και δεν χρειάζεται να είναι τέλειες οι συνθήκες για να διεκδικήσουμε ένα καλύτερο μέλλον. Η αλλαγή δεν παίρνει αναβολή.

 

Ο Χρήστος Μαυρόγιαννης είναι Γενικός Γραμματέας της Φιλελεύθερης Συμμαχίας

CoverPhoto ©Keiko Arahata