Richard Bach - Το κρυμμένο για χρόνια Τέταρτο Μέρος του "Γλάρου Ιωνάθαν Λίβινγκστον"

Richard Bach - Το κρυμμένο για χρόνια Τέταρτο Μέρος του "Γλάρου Ιωνάθαν Λίβινγκστον"

Για μερικά χρόνια,
αφότου εξαφανίστηκε ο Γλάρος Ιωνάθαν από τις παραλίες του Σμήνους, έβλεπες εκεί τα πιο παράξενα πουλιά που είχαν ζήσει ποτέ πάνω στη γη. Πολλά είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν το μήνυμά του, και ήταν εξίσου συνηθισμένο να δεις έναν νεαρό γλάρο να πετά ανάποδα και να κάνει εξάσκηση στις λούπες όσο και έναν ηλικιωμένο που δεν ήθελε να ανοίξει τα μάτια του στην ομορφιά της πτήσης να πετάει ίσια και οριζόντια για τις ψαρόβαρκες, ελπίζοντας να βρει να φάει λίγο μουσκεμένο ψωμί.

Ο Γλάρος Φλέτσερ Λιντ και οι άλλοι μαθητές του Ιωνάθαν διέδωσαν τις διδασκαλίες του για την ελευθερία και την πτήση κάνοντας μεγάλα ιεραποστολικά ταξίδια σε όλα τα σμήνη της Ακτής.

Συνέβαιναν εκπληκτικά γεγονότα εκείνες τις μέρες. Οι μαθητές του Φλέτσερ και οι μαθητές των μαθητών του πετούσαν με μια ακρίβεια και μια αγαλλίαση που ήταν άγνωστες μέχρι τότε. Πότε-πότε έβλεπες πουλιά να κάνουν εξάσκηση στα ακροβατικά και να πετούν καλύτερα από τον Φλέτσερ, μερικές φορές καλύτερα ακόμη και από τον ίδιο τον Ιωνάθαν. Όταν ένας γλάρος είχε πραγματική όρεξη να μάθει, η πρόοδός του γινόταν όλο και πιο γρήγορη, και πού και πού υπήρχαν μαθητές που ξεπέρασαν τα όρια τόσο τέλεια ώστε, όπως και ο Ιωνάθαν, εξαφανίστηκαν από το πρόσωπο μιας γης πολύ περιορισμένης για να τους χωρέσει.

Ήταν μια χρυσή εποχή, για λίγο. Πλήθη από γλάρους συνωστίζονταν γύρω από τον Φλέτσερ, θέλοντας να αγγίξουν εκείνον που είχε αγγίξει το Γλάρο Ιωνάθαν, ένα πουλί που τώρα το θεωρούσαν θεϊκό. Μάταια επέμενε ο Φλέτσερ ότι ο Ιωνάθαν ήταν ένας γλάρος όπως όλοι τους και απλώς είχε μάθει αυτά που μπορούσαν να μάθουν όλοι. Τον πολιορκούσαν συνεχώς για να τους επαναλάβει αυτολεξεί τα λόγια του Ιωνάθαν, να τους περιγράφει τις χειρονομίες του, να μάθουν λεπτομέρειες γι’ αυτόν. Όσο περισσότερο ζητούσαν να μάθουν τέτοια ασήμαντα πράγματα τόσο πιο πολύ ανησυχούσε ο Γλάρος Φλέτσερ. Εκεί που κάποτε τους ενδιέφερε να εφαρμόσουν το μήνυμα του Ιωνάθαν, να κάνουν εξάσκηση και να νιώθουν την αγαλλίαση μιας γρήγορης και ελεύθερης πτήσης στον ουρανό, τώρα απέφευγαν τη δύσκολη δουλειά και σιγά-σιγά άρχισαν να τους γίνονται έμμονη ιδέα οι θρύλοι που είχαν δημιουργηθεί για τον Ιωνάθαν, σαν να τον θεωρούσαν το είδωλο ενός φαν κλαμπ.

«Μεγάλε Γλάρε Φλέτσερ», ρωτούσαν, «ο Υπέρτατος Ιωνάθαν είπε ότι “Είμαστε αληθινά οι ιδέες του Μεγάλου Γλάρου...” ή ότι “Είμαστε στην πραγματικότητα οι ιδέες του Μεγάλου Γλάρου,..”;»

«Σας παρακαλώ να με λέτε απλώς Φλέτσερ. Απλώς Γλάρο Φλέτσερ», τους απαντούσε, σοκαρισμένος που του απέδιδαν έναν τέτοιο τίτλο. «Και τι σημασία έχει ποια λέξη χρησιμοποίησε; Και οι δύο είναι σωστές, είμαστε ιδέες του Μεγάλου Γλάρου...» Όμως ήξερε ότι δεν ήταν ικανοποιημένοι. Νόμιζαν ότι προσπαθούσε να αποφύγει μια ξεκάθαρη απάντηση.

«Μεγάλε Γλάρε Φλέτσερ, όταν ο Θεϊκός Γλάρος Ιωνάθαν υψωνόταν για να πετάξει, περπατούσε ένα βήμα προς τον άνεμο ή δύο;» Πριν προλάβει να διορθώσει τη μία ερώτηση, του εκτόξευαν μια άλλη. «Μεγάλε Γλάρε Φλέτσερ, ο Ιερός Γλάρος Ιωνάθαν είχε γκρίζα μάτια ή χρυσαφένια μάτια;» Το πουλί που ρωτούσε, έχοντας γκρίζα μάτια, περίμενε εναγωνίως, θέλοντας να ακούσει μία και μόνο απάντηση.

«Δεν ξέρω! Ξεχάστε τα μάτια του! Είχε... μοβ μάτια! Τι σημασία έχει αυτό; Εκείνο που ήρθε να μας πει είναι ότι μπορούμε να πετάξουμε, φτάνει να ξυπνήσουμε και να πάψουμε να καθόμαστε στην παραλία και να μιλάμε για το τι χρώμα είχαν τα μάτια κάποιου! Και τώρα θα σας δείξω μια Στροφή με Τροχό...»

Όμως αρκετοί γλάροι το έβρισκαν κουραστικό να κάνουν προπόνηση σε κάτι τόσο δύσκολο όπως η Στριφογυριστή Στροφή και πετούσαν σπίτι τους με τη σκέψη, «Ο Μέγας Γλάρος είχε μοβ μάτια - όχι σαν τα δικά μου ούτε και κανενός άλλου γλάρου που έζησε ποτέ».

Με τα χρόνια τα μαθήματα άλλαξαν και από ποιήματα κίνησης και πτήσης έγιναν ψιθυριστές συνομιλίες για τον Ιωνάθαν πριν και μετά την εξάσκηση, και μετά έδωσαν κι αυτές τη θέση τους σε μακροσκελείς και πολύπλοκες απαγγελίες πάνω στην άμμο για τον Θείο Γλάρο και κανείς πια δεν πετούσε.

Ένας-ένας οι Αρχικοί Μαθητές πέθαιναν, αφήνοντας πίσω τους κρύα πτώματα. Το Σμήνος έπεφτε κάθε φορά πάνω στη σορό τους και έκανε μεγάλες και δακρύβρεχτες τελετές, θάβοντάς τους κάτω από τεράστιους ιάμβους από βότσαλα, και κάθε βότσαλο το έβαζε στη θέση του ένας τρομερά σοβαρός γλάρος μετά από ένα μεγάλο και περίλυπο κήρυγμα. Οι τύμβοι έγιναν ναοί, και ήταν υποχρεωτικό για κάθε γλάρο που ήθελε την Ενότητα να ρίχνει ένα βότσαλο και να βγάζει μια θλιμμένη ομιλία πάνω στον τύμβο. Όλοι τους δεν ήξεραν τι ήταν η Ενότητα, αλλά ήταν τόσο βαθύ και σοβαρό πράγμα ώστε κανείς δεν τολμούσε ποτέ να ρωτήσει τι είναι, γιατί θα τον περνούσε για ανόητο. Όλοι ξέρουν τι είναι η Ενότητα, και όσο πιο όμορφο είναι το βότσαλο που θα ρίξεις στον τάφο του Μεγάλου Γλάρου Μάρτιν τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχεις να την αποκτήσεις.

Ο Φλέτσερ πέθανε τελευταίος απ’ όλους. Άφησε την τελευταία του ανάσα στη διάρκεια μιας μεγάλης και μοναχικής πτήσης, της πιο αψεγάδιαστης και πιο όμορφης που είχε κάνει ποτέ. Το σώμα του χάθηκε στη μέση μιας μεγάλης κατακόρυφης αργής περιστροφής, μιας κίνησης στην οποία έκανε εξάσκηση από τότε που είχε γνωρίσει για πρώτη φορά το Γλάρο Ιωνάθαν, και όταν εξαφανίστηκε δεν έβαζε βότσαλα σε τύμβους ούτε διαλογιζόταν πάνω σε αποφθέγματα της Ενότητας. Χάθηκε μέσα στην τελειότητα της ίδιας του της πτήσης.

Όταν ο Φλέτσερ δεν εμφανίστηκε στην παραλία την επόμενη εβδομάδα, όταν χάθηκε χωρίς να αφήσει ούτε ένα σημείωμα, το Σμήνος θορυβήθηκε για λίγο. Μετά, όμως, μαζεύτηκαν όλοι μαζί και, αφού το σκέφτηκαν καλά, αποφάσισαν τι πρέπει να έγινε. Ανακοινώθηκε ότι κάποιοι είδαν τον Μεγάλο Γλάρο Φλέτσερ, περιτριγυρισμένο από τους Επτά Πρώτους Μαθητές, να στέκει πάνω σε ένα βράχο, που στο εξής θα ονομαζόταν Βράχος της Ενότητας, και μετά τα σύννεφα άνοιξαν, και ο ίδιος ο Μέγας Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον, ντυμένος με βασιλικά φτερά και χρυσά κοχύλια, και με ένα στέμμα με πολύτιμα βότσαλα στο κεφάλι συμβολίζοντας τον ουρανό και τη θάλασσα και τον άνεμο και τη γη, τον κάλεσε στην Παραλία της Ενότητας και ο Φλέτσερ ανυψώθηκε ως διά μαγείας, αγκαλιασμένος από ιερές ακτίνες, ενώ τα σύννεφα έκλεισαν πάλι πάνω από τη σκηνή, καθώς ακουγόταν μια μεγάλη χορωδία από φωνές γλάρων να ψέλνει έναν ύμνο.

Κι έτσι ο σωρός από βότσαλα στο Βράχο της Ενότητας, στην ιερή μνήμη του Μεγάλου Γλάρου Φλέτσερ, ήταν ο μεγαλύτερος τύμβος που υπήρχε σε όλες τις παραλίες της γης. Γρήγορα χτίστηκαν κι άλλοι τύμβοι-αντίγραφα, και κάθε Τρίτη απόγευμα το Σμήνος πήγαινε να σταθεί γύρω από τα βότσαλα και να ακούσει για τα θαύματα του Γλάρου Ιωνάθαν Λίβινγκστον και των Προικισμένων Θείων Μαθητών του. Κανείς δεν πετούσε παρά μόνο όταν ήταν απολύτως απαραίτητο, και σε αυτές τις περιπτώσεις ακολουθούσαν διάφορα παράξενα έθιμα που είχαν δημιουργηθεί σε σχέση με το πέταγμα. Τα πιο εύπορα πουλιά άρχισαν να κουβαλούν κλαδάκια από δέντρα στο ράμφος τους ως ένα σύμβολο κύρους και υψηλής θέσης. Όσο πιο μεγάλο και βαρύ ήταν το κλαδί που κουβαλούσε ένας γλάρος τόσο πιο πολύ εντυπωσίαζε το Σμήνος. Όσο μεγαλύτερο ήταν το κλαδί τόσο πιο καινοτόμο θεωρούσαν τον τρόπο της πτήσης του. Μερικοί γλάροι πρόσεξαν ότι με το βάρος και την αντίσταση του κλαδιού, οι πιο πιστοί γλάροι πετούσαν παράξενα.

Το σύμβολο της διδασκαλίας του Ιωνάθαν αρχικά ήταν ένα λείο βότσαλο. Αργότερα, όμως, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί γι’ αυτόν το σκοπό οποιαδήποτε πέτρα. Ήταν το χειρότερο δυνατό σύμβολο για ένα γλάρο που είχε έρθει για να διδάξει τη χαρά της πτήσης, αλλά κανείς δεν το πρόσεξε. Ή τουλάχιστον κανείς από τους σημαντικούς γλάρους του Σμήνους.

Κάθε Τρίτη οι πτήσεις σταματούσαν και ένα απαθές πλήθος μαζευόταν στην άμμο για να ακούσει τον Επίσημο Μαθητή του Σμήνους να απαγγέλλει. Μέσα σε μερικά χρόνια οι απαγγελίες συμπυκνώθηκαν και σκλήρυναν κι έγιναν γρανίτινο δόγμα. «Ω-Ιωνάθακ-Γλάρακ-ΜέγαΓλάρακ-Ένακ-ελέησε-εμάς-που-είμαστε-κατώτεροι-κι-απ’-της-θάλασσας-τις-ψείρες...» Αυτό ασταμάτητα, για ώρες, κάθε Τρίτη. Ήταν ένδειξη τελειότητας για τον Επίσημο να κολλάει τους ήχους τον ένα μετά τον άλλο σαν ριπή, έτσι που να μην αναγνωρίζονται καν σαν λέξεις. Μερικοί αναιδείς γλάροι ψιθύριζαν ότι ο ήχος δεν σήμαινε τίποτα έτσι κι αλλιώς, ακόμη κι αν κατάφερνες τελικά να καταλάβεις ότι όντως υπήρχαν και μια-δυο λέξεις θαμμένες μέσα του.

Εικόνες του Ιωνάθαν, έργα ραμφισμένα σε ψαμμόλιθο που τον έδειχναν με μεγάλα θλιμμένα μάτια από μοβ κοχύλια, ξεπήδησαν σε όλη την ακτή, σε κάθε τύμβο και αντίγραφο τύμβου, κέντρα μιας λατρείας, που είχε γίνει κι αυτή εξίσου βαριά με τις πέτρες των τύμβων.

Σε λιγότερο από διακόσια χρόνια σχεδόν κάθε στοιχείο της διδασκαλίας του Ιωνάθαν είχε αφαιρεθεί από την καθημερινή πρακτική απλά και μόνο επειδή ήταν Ιερό, και επομένως ξεπερνούσε τις φιλοδοξίες των κοινών γλάρων που ήταν πιο ταπεινοί κι απ’ τις ψείρες της θάλασσας. Με το πέρασμα του χρόνου, οι τελετές και οι ιεροτελεστίες που αναπτύχθηκαν γύρω από το όνομα του Γλάρου Ιωνάθαν πήραν χαρακτηριστικά μονομανίας. Από την άλλη μεριά, οι γλάροι που είχαν ανεξάρτητη σκέψη έφταναν στο σημείο να αλλάζουν πορεία καθώς πετούσαν, για να μη βλέπουν καν τους τύμβους, επειδή ήταν προϊόντα τελετουργίας και δεισιδαιμονίας εκείνων που προτιμούσαν τις δικαιολογίες για την αποτυχία τους αντί για τη σκληρή δουλειά και το μεγαλείο. Έτσι, συνέβη το παράδοξο, οι σκεπτόμενοι γλάροι να κλείνουν τη σκέψη τους μόλις άκουγαν ορισμένες λέξεις: «Πτήση», «Τύμβος», «Μεγάλος Γλάρος», «Ιωνάθαν». Σε όλα τα άλλα θέματα ήταν τα πιο λογικά και έντιμα πουλιά στο Σμήνος, όπως ήταν και ο Ιωνάθαν, αλλά μόλις ακουγόταν το όνομά του ή οποιαδήποτε από τις λέξεις που κακοποιούσαν τόσο άσχημα οι Επίσημοι Τοπικοί Μαθητές, το μυαλό τους έκλεινε ερμητικά και αρνιούνταν να ακούσουν.

Επειδή ήταν περίεργοι, άρχισαν να πειραματίζονται με την πτήση, αν και δεν χρησιμοποιούσαν ποτέ αυτή τη λέξη. «Δεν είναι πτήση», διαβεβαίωναν ξανά και ξανά τον εαυτό τους. «Είναι απλώς ένας τρόπος για να διαπιστώσουμε τι είναι αλήθεια». Έτσι, απορρίπτοντας τους «Μαθητές» έγιναν μαθητές οι ίδιοι. Απορρίπτοντας το όνομα του Γλάρου Ιωνάθαν, εφάρμοζαν το μήνυμα που είχε φέρει στο Σμήνος.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι έγινε καμία θορυβώδης επανάσταση. Δεν υπήρχαν ούτε φωνές ούτε λάβαρα. Όμως κάποιοι γλάροι όπως ο Γλάρος Άντονι, για παράδειγμα, που δεν είχε αποκτήσει ακόμη τα φτερά της ενηλικίωσης, άρχισαν να κάνουν ερωτήσεις.

«Κοίτα», είπε στον Επίσημο Τοπικό Μαθητή. «Τα πουλιά που έρχονται να σ’ ακούσουν κάθε Τρίτη έρχονται για τρεις λόγους, έτσι δεν είναι; Επειδή πιστεύουν ότι θα μάθουν κάτι ή επειδή πιστεύουν ότι βάζοντας άλλο ένα βότσαλο στον Τύμβο θα γίνουν άγιοι ή επειδή οι άλλοι περιμένουν από αυτούς να έρθουν. Σωστά;»
«Κι εσύ δεν έχεις τίποτα να μάθεις, νεοσσέ μου;»
«Όχι. Υπάρχει κάτι να μάθω, αλλά δεν ξέρω τι είναι. Ένα εκατομμύριο βότσαλα δεν θα με κάνουν άγιο αν δεν το αξίζω, και δεν με νοιάζει τι σκέφτονται οι άλλοι γλάροι για μένα».
«Και ποια είναι η δική σου απάντηση, νεοσσέ;» ρώτησε ο Επίσημος Τοπικός Μαθητής, λιγάκι ταραγμένος από αυτές τις αιρετικές απόψεις. «Δεν βλέπεις το θαύμα της ζωής; Ο Μέγας-Γλάρος-Ιωνάθαν-που-Άγιο-να-Είναι-τ'-Όνομά-του είπε ότι η πτήση...»
«Η ζωή δεν είναι θαύμα, Επίσημε, είναι σκέτη ανία. Ο Μέγας Γλάρος Ιωνάθαν είναι ένας μύθος που έφτιαξε κάποιος πριν από πολύ καιρό, ένα παραμύθι που πιστεύουν οι αδύναμοι επειδή δεν αντέχουν να αντιμετωπίσουν τον κόσμο όπως είναι. Φαντάσου! Ένας γλάρος που πετούσε με διακόσια μίλια την ώρα! Το δοκίμασα, και το πιο γρήγορο που μπορώ να πάω είναι πενήντα μίλια, με κάθετη βουτιά, και ακόμη και στα πενήντα μίλια ουσιαστικά δεν έχω κανέναν έλεγχο. Υπάρχουν νόμοι της πτήσης που δεν παραβιάζονται και, αν δεν το πιστεύεις, πήγαινε και δοκίμασε! Πιστεύεις ειλικρινά -ειλικρινά όμως- ότι ο μεγάλος σας Γλάρος Ιωνάθαν πετούσε με διακόσια μίλια την ώρα;»
«Κι ακόμη παραπάνω», είπε ο Επίσημος, με απόλυτη τυφλή πίστη. «Και δίδαξε και άλλους να πετούν τόσο γρήγορα».
«Έτσι λέει το παραμύθι σας. Όμως, όταν μου δείξεις ότι μπορείς να πετάξεις τόσο γρήγορα, Επίσημε, τότε θα αρχίσω να ακούω αυτά που λες».

Να το κλειδί λοιπόν - ο Γλάρος Άντονι το κατάλαβε τη στιγμή που είπε αυτά τα λόγια. Δεν ήξερε τις απαντήσεις στα ερωτήματά του, ήξερε όμως ότι θα έδινε ευχαρίστως τη ζωή του για να ακολουθήσει οποιονδήποτε γλάρο θα μπορούσε να του αποδείξει αυτά που έλεγε, να του δείξει μερικές λύσεις που να είναι αποτελεσματικές στην πράξη, που να φέρνουν τελειότητα και χαρά στην καθημερινή ζωή. Μέχρι να βρει αυτόν το γλάρο, η ζωή θα παρέμενε γκρίζα και ζοφερή, παράλογη, χωρίς σκοπό. Κάθε γλάρος θα παρέμενε μια συμπτωματική συλλογή από σάρκα και φτερά που κατευθυνόταν προς τη λήθη.

Ο Γλάρος Άντονι τράβηξε τον δικό του δρόμο, όπως έκαναν όλο και περισσότεροι νεαροί γλάροι, απορρίπτοντας τις απολιθωμένες τελετές και τελετουργίες που γίνονταν στο όνομα του Γλάρου Ιωνάθαν, θλιμμένοι με τη ματαιότητα της ζωής, αλλά τουλάχιστον ειλικρινείς με τον εαυτό τους και αρκετά γενναίοι για να δεχθούν ότι η ζωή ήταν μάταιη.

Ένα απόγευμα ο Άντονι πετούσε πάνω από τη θάλασσα και, όπως σκεφτόταν ότι η ζωή είναι ανώφελη και κάτι ανώφελο εξ ορισμού δεν έχει νόημα, του φάνηκε πως η μοναδική σωστή πράξη ήταν να βουτήξει κάτω στον ωκεανό και να πνιγεί. Καλύτερα να μην υπήρχε καθόλου παρά να υπήρχε όπως τα φύκια, δίχως νόημα ή χαρά.

Ήταν ένα καθαρά λογικό συμπέρασμα, και ο Γλάρος Άντονι προσπαθούσε σε όλη του τη ζωή να είναι ειλικρινής και λογικός. Έτσι κι αλλιώς, αφού θα πέθαινε αργά ή γρήγορα, δεν έβλεπε κανένα λόγο να παρατείνει την οδυνηρή ανία της ζωής.

Έτσι, ανέβηκε στα εξακόσια μέτρα και άρχισε μια βουτιά ίσια προς το νερό, κατεβαίνοντας σχεδόν με πενήντα μίλια την ώρα. Ένιωθε μια παράξενη αγαλλίαση επειδή είχε πάρει την απόφαση επιτέλους. Είχε βρει τη μοναδική απάντηση που είχε κάποια λογική.

Περίπου στα μισά αυτής της βουτιάς θανάτου, με τη θάλασσα να παίρνει κλίση και να γίνεται μια απέραντη επιφάνεια από κάτω του, ακούστηκε ένα δυνατό σφυριχτό βουητό δίπλα στο δεξί του φτερό και ένας άλλος γλάρος τον προσπέρασε... τον προσπέρασε λες και στεκόταν ακίνητος στην παραλία. Φαινόταν μόνο μια λευκή γραμμή να κατεβαίνει αστραπιαία, ένας θολός μετεωρίτης από το διάστημα. Ο Άντονι, ξαφνιασμένος, φρενάρισε καμπυλώνοντας τα φτερά του και απέμεινε να κοιτάζει απορημένος και ανήμπορος το θέαμα.

Ο γλάρος συνέχισε να κατεβαίνει προς τη θάλασσα, μια θολή λευκή κουκκίδα που μίκραινε, μέχρι που πέρασε ξυστά πάνω από τα κύματα κι άρχισε να ανεβαίνει πάλι κάθετα, με το ράμφος να δείχνει στον ουρανό, ενώ ταυτόχρονα εκτελούσε μια μεγάλη αργή κατακόρυφη περιστροφή γύρω από τον άξονά του, για να κλείσει διαγράφοντας έναν απίστευτο τέλειο κύκλο στον αέρα.

Ο Άντονι έχασε την ισορροπία του εκεί που παρακολουθούσε κι άρχισε να πέφτει. Ξέχασε πού βρισκόταν και την έχασε πάλι. «Παίρνω όρκο», είπε δυνατά, «παίρνω όρκο ότι αυτό ήταν γλάρος!» Γύρισε αμέσως προς το άλλο πουλί, που έδειχνε να μην τον έχει προσέξει. «Ε!» φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε. «Ε! ΠΕΡΙΜΕΝΕ!»

Ο γλάρος αμέσως έστριψε παίρνοντας κλίση και, πετώντας με τρομερή ταχύτητα, κατευθύνθηκε προς το μέρος του. Ο Άντονι, ενώ πετούσε οριζόντια, σηκώθηκε κατακόρυφα προς τα πάνω και σταμάτησε ξαφνικά στον αέρα, όπως σταματά ένας σκιέρ την κάθοδό του στο τέλος της πλαγιάς.

«Ε!» Ο Άντονι ήταν λαχανιασμένος. «Τι... τι κάνεις εκεί;» Ήταν ανόητη ερώτηση, αλλά δεν ήξερε τι άλλο να πει.
«Με συγχωρείς αν σε ξάφνιασα», είπε ο άγνωστος, με μια φωνή καθαρή και φιλική σαν τον άνεμο. «Δεν υπήρχε κίνδυνος, σ’ έβλεπα συνέχεια. Απλώς έπαιζα... Δεν θα σε χτυπούσα».
«Όχι! Όχι, δεν εννοώ αυτό». Ο Άντονι ένιωθε ξύπνιος και ολοζώντανος για πρώτη φορά στη ζωή του, ένιωθε εμπνευσμένος. «Τι ήταν αυτό που έκανες;»
«Α, μερικοί ωραίοι ελιγμοί, μάλλον. Βουτιά και κατακόρυφη έξοδος με αργή περιστροφή και μετά μια λούπα στο τέλος. Απλώς παίζω. Αν θέλεις να το κάνεις καλά, χρειάζεται λίγη εξάσκηση, όμως είναι ωραίος ελιγμός, δεν νομίζεις;»
«Ωραίος; Είναι, είναι... υπέροχος, αυτό είναι! Αλλά δεν σ’ έχω δει ποτέ στο Σμήνος. Ποιος είσαι;»
«Μπορείς να με λες Ίωνα».

***

 

Richard Bach: Ο Γλάρος Ιωνάθαν
Το κρυμμένο για χρόνια Τέταρτο Μέρος