Παύλος Νιρβάνας - Στοχασμοί επιφανών ανδρών

Παύλος Νιρβάνας - Στοχασμοί επιφανών ανδρών

Κάθομαι μονάχος στον έρημο βράχο, κοντά στη θάλασσα. Ώρες και ώρες κάθομαι και κοιτάζω. Ο ήλιος βασιλεύει μέσα σε μια ήσυχη, νεκρή θάλασσα, χωρίς ένα κυματάκι χωρίς έναν αφρό στο περιγιάλι.

Όλη η φύση, ουρανός, βουνά, θάλασσα και σύννεφα φαίνονται σαν να πεθαίνουν για πάντα και φαίνονται τόσο ευχαριστημένα πώς πεθαίνουν.

Άσπροι, θαμποί ατμοί αρχίζουν να ανεβαίνουν από τον ουρανό, να σκεπάζουν τα ακίνητα νερά και να σαβανώνουν τα μακρινά νησάκια. Όλα τα πράματα τριγύρω προσπαθούνε να πάρουν μια βαθειάν αναπνοή και δεν μπορούνε.

Τότε κι εγώ νιώθω πώς κάτι τι μου βαραίνει το στήθος, ανασηκώνομαι αναστενάζω με κόπο και όλη η πλάση αναστενάζει μαζί μου με αγωνία. Ό αέρας όμως είναι βαρύς και ο ουρανός όλο κατεβαίνει χαμηλότερα, σαν να θέλει να μάς πλακώσει.

Προσπαθώ να σηκωθώ, να φύγω μακριά, να ζητήσω κάπου άλλου μια πνοή αέρος μίαν αύρα, ένα αλαφρότατο φύσημα, μα τα ποδιά μου είναι βαριά σα μολύβι Και μένω εκεί στη θέση μου, με την απόφαση να πεθάνω μαζί με όλη την πλάση πού ψυχομαχάει γύρω μου.

Χωρίς να το καταλάβω, αρχίζει να φεύγει και να πετάει ο νους μου. Όλη μου ή ζωή περνά μπροστά στα ματιά μου σαν αστραπή όπως λένε πώς περνά στις τελευταίες στιγμές των πνιγόμενων.

Ένα σωρό πράματα, από τα πιο μεγάλα ως τα πιο τιποτένια πράματα πού τα ’χω ξεχάσει για πάντα, τοποθεσίες, πρόσωπα, πολιτείες, θάλασσες, ζώα χαρές και λύπες, προσευχές ευλαβικές και μυστικά ντροπιασμένα, όλα σαν πανόραμα παράξενο, αδιάφορο και ξένο. Περνούν τόσο γρήγορα μπροστά μου όλα αυτά, που δεν προφθάνω να το καταλάβω, τόσο γρήγορα σα να τρέχω μέσα σ εναν φανταστικό, δαιμονισμένο σιδηρόδρομο και πέρνα όλη μου η ζωή απόξω από τα παράθυρα.

Τί είναι μια ζωή ανθρώπου, να τη δει κανένας έτσι γρήγορα να περνά μπροστά του και να χάνεται! Γελώ μονάχος μου με τον εαυτό μου και με τον κόσμο. Και ύστερα σκοτάδι, σα να είχε κλείσει το πανόραμα, σαν να είχε σταματήσει ό σιδηρόδρομος σ έναν έρημο σταθμό, μια πεδιάδα ξερή και απέραντη, χωρίς ένα πράμα, που να ζει και να κουνιέται απάνω της, χωρίς έναν ήχο, μια πνοή, ένα σάλεμα. Κάτι σα θάνατο, ή κάτι σαν προτητερινό απ’ τη ζωή.

***

«Βασική Βιβλιοθήκη Ζαχαρόπουλου», Τόμ. 30, σελ. 133 - «Νέα εστία» - 1 Απριλίου 1989

Petros Apostolidis.JPG

Με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Παύλος Νιρβάνας είναι γνωστός ο Έλληνας λογοτέχνης Πέτρος Κ. Αποστολίδης. Ο πατέρας του, έμπορος Κωνσταντίνος Αποστόλου Κουμιώτης, ήταν από την Σκόπελο και η μητέρα του, Μαριέττα Ιωάννου Ράλλη, από τη Χίο. Γεννήθηκε στην Μαριούπολη της Ρωσίας (σήμερα ανήκει στην Ουκρανία) το 1866 και πέθανε στην Αθήνα στις 28 Νοεμβρίου 1937.