Προσεγγίζοντας την συνείδηση

Προσεγγίζοντας την συνείδηση

Η συνείδηση, η αίσθηση, δηλαδή, του εαυτού μας στον κόσμο, φαίνεται να αποτελεί εξαρχής βαθιά ανθρώπινο χαρακτηριστικό, θεμέλιο του πολιτισμού. Ωστόσο, οι ρίζες της ίσως να αποδίδονται στην βιολογία και στις κοινωνικές συμπεριφορές τις οποίες δεν μοιραζόμαστε μόνο με πρωτεύοντα θηλαστικά αλλά και με τα υπόλοιπα έμβια οντά.

Αυτό ήταν το θέμα της ομιλίας του Brian D. Farrell, καθηγητή της βιολογίας και του κέντρου David Rockefeller, για τις λατινοαμερικάνικες σπουδές. Μιλώντας στο κατάμεστο Geological Lecture Hall, ο Farrell με αφορμή τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές σπουδές συζήτησε σχετικά με την ανάπτυξη και την έννοια της συνείδησης. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στο έργο δύο από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του πανεπιστήμιου του Harvard, τον ψυχολόγο William James και τον εθνοβοτανολόγο Richard Evans Schultes. Ακόμη και πριν την ομιλία του, Farrell συνδύασε την επιστήμη με τον μυστικισμό, τις τέχνες και την μοριακή βιολογία.

Προκειμένου να εισάγει την διεπιστημονική του προσέγγιση ο Farrell αναφέρθηκε στον James, ο οποίος προσδιόριζε τον εαυτό του ως φυσιοδίφη πριν την δημιουργία και ανάπτυξη του κλάδου της ψυχολογίας. Αν και ο James αμφιταλαντευόταν μεταξύ των τεχνών και της επιστήμης από το ενδιαφέρον του για τον εμπειρισμό, ο συγγραφέας του “Varieties of Religious Experience” ποτέ δεν ξέχασε ότι δεν μπορούν όλα να βιωθούν και να αποδειχθούν άμεσα. Σχετικά με το θέμα, ο Farrell μοιράστηκε μια βασική αρχή πριν την ομιλία του, αναφέροντας ότι ‘μια πυξίδα είναι πιο σημαντική από έναν χάρτη’.

Ο James ήταν ο πρώτος ο οποίος χαρακτήρισε την συνείδηση σαν συνεχόμενο ρυάκι. Αναλύοντας αυτήν την οπτική, είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι τόσο η επιστήμη όσο και οι ανθρωπιστικές επιστήμες κατέχουν σημαντικό ρολό στην αποσαφήνιση αυτής της εννοίας. 

Κατά την διάρκεια της ομιλίας έγινε αναφορά στο έργο του Michael Graziano, καθηγητή της ψυχολογίας και της νευροεπιστήμης στο Princeton, του οποίου η θεωρία «attention schema» εξετάζει τον τρόπο που επιλέγουμε να επεξεργαστούμε και να δώσουμε προτεραιότητα στις αισθήσεις μας. Αυτό μπορεί να είναι είτε “από πάνω προς τα κάτω”, όπως μια συνειδητή επιλογή, είτε “από κάτω προς τα πάνω” όπως όταν αντιδράμε ενστικτωδώς σε έναν ξαφνικό δυνατό ήχο.

Αλλά για να πράξουμε πρέπει πρώτα να έχουμε επίγνωση του εαυτού μας -ποιοι είμαστε ανεξάρτητα από το περιβάλλον-. Είναι, λοιπόν, αυτό το οποίο ορίζει την ανθρώπινη συνείδηση; Μέσα από τα έργα του βιολόγου του Harvard E.O. Wilson στον Francis Cric, ο οποίος συν-ανακάλυψε την δομή του μορίου του DNA, o Farrell διερεύνησε την πλάνη αυτής της ιδέας. Οι βάτραχοι, για παράδειγμα, έχουν αίσθηση του εαυτού τους. Μελέτες πάνω στην οξυτοκίνη και την οπτική επαφή δείχνουν ότι τα ποντίκια μπορούν να νιώσουν τον πόνο άλλων ποντικιών. Ακόμη και τα ψάρια είναι ικανά να θυμούνται πότε τα άλλα ψάρια έκλεψαν. Όπως στην περίπτωση μιας λαβίδας (ψάρι που καθαρίζει τα νεκρά κύτταρα άλλων ψαριών) η οποία θα απέχει από το να δαγκώσει το ψάρι που "καθαρίζει" μπροστά σε άλλους πιθανούς πελάτες.

Ένας σημαντικός παράγοντας είναι η κοινωνικοποίηση. Λαμβάνοντας υπόψιν την συσχέτιση μεταξύ του μεγέθους του εγκέφαλου και της κοινωνικότητας, ο Farrell διεύρυνε την ιδέα ότι η κοινωνικότητα ίσως μας βοηθήσει να λύσουμε τα προβλήματά μας. Ενδεχομένως, να μας βοηθάει και να κατανοήσουμε τι βιώνουν οι άλλοι, ανοίγοντας την πόρτα σε μια συζήτηση πίστης και μυστικισμού.

Πράγματι, η ιδέα ότι η μυστικιστική εμπειρία συνδέεται με την συνείδηση χρονολογείται από την αρχαία εποχή. Αν και πρόσφατα έγιναν γνωστές από τους όμοιους του Aldous Huxley και τον πρώην καθηγητή του Harvard, Timothy Leary, οι ψυχεδελικές ουσίες χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από τους Σαμάνους, οι οποίοι αναζητούσαν μια καλύτερη αίσθηση των θεών καθώς και του εαυτού. Επιπλέον, η νευροβιολογία ίσως να προβάλει αυτό το επιχείρημα, συμπλήρωσε ο Farrell: το παραισθησιογόνο ψιλοκυβίνη φαίνεται να αυξάνει τις συνδέσεις μεταξύ ορισμένων τμημάτων του εγκεφάλου. Μήπως αυτό σημαίνει ότι αυξάνει και την συνείδηση; 

Ίσως όχι. “τα καλύτερα πράγματα είναι τα αιώνια πράγματα”, κατέληξε, προσθέτοντας ότι ο στόχος δεν είναι “μεταβαλλόμενες καταστάσεις αλλά μεταβαλλόμενα χαρακτηριστικά”. Η μουσική και οι τέχνες, για παράδειγμα, είναι γνωστό εδώ και καιρό ότι βελτιώνουν την υγειά, όπως επίσης οι φίλιες και η κοινωνικότητα.

Και με αυτόν τον τρόπο ο Farrell επέστρεψε την συζήτηση στις τέχνες και ίσως στην πιο γνωστή αλήθεια: « Ό,τι ακουμπάμε, μας ακουμπάει» ή όπως το απόφθεγμα του Keats « Η ομορφιά είναι αληθινή και η αλήθεια είναι όμορφη».