Το γάλα και ο απογαλακτισμός από το κράτος

Το γάλα και ο απογαλακτισμός από το κράτος

Το ότι ως λαός, δεν έχουμε κουλτούρα συνεργασιών, φαίνεται σε πολλές εκφάνσεις της καθημερινότητάς μας. Τείνω να πιστέψω ότι μας λείπει και η υπομονή που απαιτείται στην μεθοδολογική ανάλυση για την επίλυση προβλημάτων. Αν η λύση σε όποιο πρόβλημα δεν είναι εύκολη, γρήγορη και επιπροσθέτως απαιτεί συνέργια πολλών, τότε για τους περισσότερους δεν είναι λύση.

Τα παραπάνω ήρθαν σαν διαπίστωση στην προσπάθειά μου να ανιχνεύσω το είδος και το μέγεθος ενός προβλήματος, στο οποίο έπεσα κυριολεκτικά πάνω κατά την διάρκεια των πασχαλινών μου εξορμήσεων στην ελληνική ύπαιθρο. Εκεί λοιπόν έμαθα ότι τουλάχιστον οι κτηνοτρόφοι με μικρά κοπάδια προβάτων, δεν γνωρίζουν την τιμή στην οποία πωλούν το προϊόν τους. Παραδίδουν καθημερινά το γάλα που συλλέγουν στον έμπορο, ο οποίος ίσως να τους έχει δώσει μια προκαταβολή έναντι της παραγωγής των και μια φορά το χρόνο ο έμπορος εκκαθαρίζει τον λογαριασμό. Τότε μαθαίνουν και την τιμή πώλησης. Καμιά διαπραγμάτευση, καμιά αγορά, κανένας ανταγωνισμός δεν λειτουργεί παρά μόνο ο νόμος του ισχυρού. Η πρακτική αυτή είναι πάγια και εφαρμόζεται σχεδόν από το σύνολο των εμπόρων - μεταποιητών πρόβειου γάλακτος, οι οποίοι μάλιστα έχουν χωρίσει την περιοχή μεταξύ τους και τηρούν τα όρια αυτά με ευλάβεια.

Πώς αλήθεια δημιουργήθηκε αυτή η σχέση; Γιατί συμβαίνει; Μπορώ να παραθέσω τρεις τουλάχιστον λόγους, τους πιο σοβαρούς κατά τη γνώμη μου, που φωτίζουν μερικώς τις αιτίες:

1. Η έλλειψη ρευστότητας και αγροτικής–κτηνοτροφικής τραπεζικής πίστης, κάνει τις προκαταβολές έναντι παράδοσης εμπορεύματος, πασπαρτού ώστε να ανοίξουν όλες οι διστακτικές πόρτες. Η κατάσταση ήταν ήδη προβληματική αλλά στα χρόνια της κρίσης και με την απουσία πλέον ενός τραπεζικού ιδρύματος με αγροτικό προσανατολισμό, εκτροχιάστηκε.

2. Η πλήρης εξάρτηση του μικρού παραγωγού από μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού εμπόρους, κάνει τους έμπορους παντοδύναμους έναντι των παραγωγών, ακόμα και αν δεν συστήνουν «επίσημα» καρτέλ ελέγχου τιμών και αγοράς. Είναι χαρακτηριστικές - και γνωστές στους παρεπιδημούντες - οι περιπτώσεις όπου οι έμποροι τιμώρησαν αυστηρά όσους τόλμησαν να διεκδικήσουν καλύτερες τιμές ή να διαπραγματευτούν την τιμή. Σύμφωνα με τον τοπικό «μύθο», τυροκομείο της Βόρειας Ελλάδας, αναζητώντας γάλα έφτασε στις παρυφές της Θεσσαλίας προσφέροντας υψηλότερες από τις κρατούσες τιμές. Μεγάλη μερίδα παραγωγών στράφηκε εκεί αλλά μετά από λίγα χρόνια, το τυροκομείο «έπεσε έξω» και οι κτηνοτρόφοι έμειναν ξεκρέμαστοι. Όταν αναζήτησαν τους παλιούς εμπόρους, τιμωρήθηκαν αυστηρά για την «απιστία» τους. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρέδιδαν το γάλα τους χωρίς να εισπράττουν καμιά προκαταβολή και με τις χαμηλότερες τιμές της αγοράς. Οι υπόλοιποι, πήραν το μάθημα.

3. Η απουσία κουλτούρας συνεργασιών και η ελλιπής εκπαίδευση που οδηγεί τον καθένα από τους κτηνοτρόφους να στέκεται μόνος (και να σκύβει μόνος το κεφάλι) μπροστά σε κάθε έμπορο που επιβάλλει την πολιτική του. Οι συνεταιρισμοί, αναγκαστικοί τις περισσότερες φορές ή σχεδιασμένοι και δομημένοι από ανθρώπους ιδιοτελείς και υπηρέτες προσωπικών συμφερόντων, απέτυχαν παταγωδώς, τορπιλίζοντας την ίδια την ιδέα της συνεργασίας. Η κατ' επανάληψη κακή χρήση του εργαλείου, απαξίωσε το ίδιο το εργαλείο και όχι τους χειριστές του.

Όλες οι παθογένειες της κοινωνίας μας και του πολιτικού συστήματος το οποίο δομήθηκε επι δεκαετίες, σε μια και μόνη έκφανση της οικονομικής δραστηριότητας, σε μια λεπτομέρεια, σε μια παρωνυχίδα ίσως. Το θλιβερό αυτό συμπέρασμα, ισχυροποιείται και από τη συνέχεια.

Αναρωτήθηκα λοιπόν, ευλόγως, γιατί δεν κάνουν κάτι οι παραγωγοί για να ανατρέψουν αυτή την κατάσταση. Οι κυρίαρχες απαντήσεις - θέσεις που έλαβα ήταν το ίδιο απογοητευτικές:

Α) Οι κτηνοτρόφοι αναγνωρίζουν ότι η προφανής λύση στο πρόβλημά τους είναι η συνένωση δυνάμεων αλλά παραδέχονται επίσης ότι κανείς δεν θα αποτολμήσει να την επιδιώξει επειδή δεν υπάρχει εμπιστοσύνη ανάμεσα στα μέλη του κλάδου. Αναζητούν βοήθεια επ' αυτού και δεν την βρίσκουν πουθενά. Έτσι, προτιμούν να «πέσουν» μαχόμενοι κατά μόνας αντί να συνασπισθούν με κάποιο τρόπο και να ελέγξουν τον ανταγωνισμό.

Αντιθέτως, Β) δέχονται εύκολα και εύχονται την παρέμβαση του κράτους ώστε να λυθεί με τον παλιό τρόπο το πρόβλημά τους. Αποτελούν γι' αυτό τον καλύτερο πελάτη του συστήματος από το οποίο τρέφονται και το οποίο - με την άγνοιά τους κυρίως - εκτρέφουν. Η παρέμβαση του κράτους είναι η απάντηση που αβίαστα έρχεται στα χείλη των περισσοτέρων όταν τους ρωτάς πως νομίζουν ότι θα πρέπει να λυθεί το πρόβλημά τους.

Το χειρότερο όλων είναι ότι Γ) αποδέχονται ως γεγονός και παγιωμένη κατάσταση ότι οι νόμοι ισχύουν περισσότερο ή λιγότερο, ανάλογα με την οικονομική επιφάνεια του καθενός. Έτσι, ακόμα και αν ο έμπορος παραβιάζει νομοθεσία, δεν επιδιώκουν την δικαστική ή νομική επίλυση του προβλήματος, καθώς είναι βέβαιοι ότι όχι μόνο δεν θα καταφέρουν τίποτα αλλά θα τιμωρηθούν για την έπαρση και την αυθάδειά τους.

Το κακό είναι ότι - στο πλαίσιο λειτουργίας του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος - έχουν δίκιο. Και στα τρία σημεία. Το βέβαιο επίσης είναι ότι άλλος δρόμος πέραν της σύμπραξης, δεν υπάρχει, ακόμα και αν το πρόβλημα της τιμής λυθεί με την εφαρμογή του νόμου.

Πώς όμως καλλιεργείται η κουλτούρα της συνεργασίας και πως απογαλακτίζεται ο πολίτης από την ασφάλεια της πατρικής – κρατικής αγκάλης; Ποιος θα δράσει καταλυτικά προς αυτή την κατεύθυνση, όταν μάλιστα η πολιτεία κινείται αντίρροπα; Μόνο η οργανωμένη κοινωνία μπορεί να το κάνει άμεσα χωρίς να παραπέμπεται η όποια εξέλιξη στην νεφελώδη έλευση της κάποιας ιδιότητας ή μαζικού χαρακτηριστικού που ονομάζουμε «παιδεία». Διότι η παιδεία δεν είναι ένα νέο είδος θεότητας που θα διορθώσει όλα τα κακώς κείμενα στο αόριστο μέλλον. Παιδεία παρέχουν όλοι και το κάνουν σε ενεστώτα χρόνο. Παιδεύει και η πολιτεία στις άλλες τις εκφάνσεις - η τοπική αυτοδιοίκηση για παράδειγμα - με τη στάση της, παιδεύει και η οργανωμένη κοινωνία - με τις όποιες συλλογικότητες - και αυτό είναι που έχουμε ανάγκη σήμερα.

Τοπική Αυτοδιοίκηση και κοινωνικές συλλογικότητες (ιδού πεδίον δόξης) μπορούν να εκκολάψουν νέους συνεταιρισμούς, παρέχοντας κάθε είδους διευκόλυνση ή υποστήριξη και παραμένοντας αυστηρά ουδέτερες ως προς τα τεκταινόμενα στο εσωτερικό των συμπράξεων – των Ενώσεων Παραγωγών, όπως ονομάζονται – και ως προς τον τρόπο άσκησης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.

Το κράτος μπορεί να προσφέρει την μέγιστη των υπηρεσιών, μένοντας μακριά από τις όποιες διεργασίες στο εσωτερικό της αγοράς και κρατώντας για τον εαυτό του τον ρόλο του αδέκαστου κριτή και επιτηρητή της νομιμότητας. Το κράτος θέτει τους όρους του παιχνιδιού, δεν παρεμβαίνει στο παιχνίδι.