Νίτσε - Το “μετά τον θάνατο”

Νίτσε - Το “μετά τον θάνατο”

Ο χριστιανισμός βρήκε την ιδέα για τιμωρίες στην κόλαση σε όλη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία: την είχαν επωάσει με ιδιαίτερη περιποιητικότητα αναρίθμητες μυστικές λατρείες, σαν να ήταν το πιο γόνιμο αβγό της δύναμής τους. Ο Επίκουρος είχε πιστέψει ότι δεν μπορούσε να κάνει μεγαλύτερο πράγμα για τους ομοίους του από το να ξεριζώσει τις ρίζες της πίστης αυτής·, ο θρίαμβός του, που ηχεί πιο ωραία από οπουδήποτε αλλού στο στόμα του πιο σκοτεινού (που έγινε όμως διαυγής) οπαδού της διδασκαλίας του, του Ρωμαίου Λουκρήτιου, ήρθε πολύ νωρίς -ο χριστιανισμός πήρε υπό την ιδιαίτερη προστασία του την ήδη μαραμένη πίστη στα υποχθόνια φόβητρα, πράττοντας έξυπνα!

Γιατί, πώς θα μπορούσε δίχως αυτή την τολμηρή κίνηση μέσα στην πλήρη ειδωλολατρία να νικήσει τη δημοτικότητα των λατρειών του Μίθρα* και της Ίσιδας*. Έτσι, πήρε τους φοβιτσιάρηδες με το μέρος του -τους σθεναρότερους οπαδούς μιας καινούργιας πίστης!

Οι Εβραίοι, ως ένας λαός που κρεμιόταν και κρεμιέται από τη ζωή, σαν τους Έλληνες και περισσότερο από τους Έλληνες, είχαν καλλιεργήσει ελάχιστα τις ιδέες αυτές: ο οριστικός θάνατος, ως η τιμωρία του αμαρτωλού, ο θάνατος δίχως ανάσταση, ως η πιο ακραία απειλή -ιδού τι εντυπωσίαζε αρκετά αυτούς τους ξεχωριστούς ανθρώπους, που δεν ήθελαν να απαλλαγούν από το σώμα τους, αλλά που έλπιζαν, μέσα στον εκλεπτυσμένο αιγυπτισμό τους, να τον σώσουν για όλη την αιωνιότητα. (Ένας Εβραίος μάρτυρας, για τον οποίο διαβάζουμε στο δεύτερο βιβλίο των Μακκαβαίων**, δεν διανοείται να παραιτηθεί από τα ξεριζωμένα σωθικά του: θέλει να τα έχει στην Ανάσταση, -να τι θα πει εβραϊκό!)

Οι πρώτοι χριστιανοί απείχαν πολύ από τη σκέψη των αιώνιων βασάνων, πίστευαν ότι ήταν λυτρωμένοι από τον “θάνατο” και περίμεναν από μέρα σε μέρα μια μεταμόρφωση και όχι ένα θάνατο. (Τι παράξενη εντύπωση πρέπει να προκάλεσε η πρώτη περίπτωση θανάτου σ’ αυτούς τους αναμένοντες! Τι μείγμα έκπληξης, ευθυμίας, αμφιβολίας, ντροπής, ζέσης πρέπει να τους διακατείχε! -αληθινά ένα θέμα για μεγάλους καλλιτέχνες!)

Ο Παύλος δεν ήξερε να πει τίποτε καλύτερο για τον λυτρωτή από το ότι αυτός είχε ανοίξει για όλους τη δίοδο προς την αθανασία -δεν πιστεύει ακόμη στην ανάσταση των αλύτρωτων, και μάλιστα, σύμφωνα με τη διδασκαλία του για τον ανεκπλήρωτο νόμο και για τον θάνατο ως συνέπεια της αμαρτίας υποπτεύεται ότι κανένας μέχρι τώρα (ή πολύ λίγοι, κι εκείνοι από χάρη και δίχως αξία) δεν έγινε αθάνατος· τώρα αρχίζει για πρώτη φορά να ανοίγει τις πύλες της η αθανασία -και τελικά έχουν επιλεχτεί γι’ αυτήν πολύ λίγοι, όπως δεν μπορεί να παραλείψει να προσθέσει η έπαρση εκείνου που έχει επιλεχτεί.

Αλλού, όπου η ενόρμηση για ζωή δεν ήταν τόσο μεγάλη, όπως μεταξύ των Εβραίων και των Εβραιοχριστιανών, και η προοπτική για αθανασία δεν φαινόταν ασυζητητί πιο πολύτιμη από την προοπτική για έναν οριστικό θάνατο, εκείνη η ειδωλολατρική και μολαταύτα όχι εντελώς μη εβραϊκή προσθήκη της κόλασης έγινε επιθυμητό όργανο στα χέρια των ιεραπόστολων: τότε γεννήθηκε η καινούργια διδασκαλία, ότι και οι αμαρτωλοί και οι αλύτρωτοι είναι αθάνατοι, η διδασκαλία για τους αιώνια καταδικασμένους, και ήταν ισχυρότερη από την στο εξής ψυχορραγούσα σκέψη για τον οριστικό θάνατο.

Η επιστήμη όφειλε να την ξανακατακτήσει, αποκρούοντας, είναι αλήθεια, συγχρόνως κάθε άλλη ιδέα για τον θάνατο και κάθε είδος ζωής στο επέκεινα. Έχουμε γίνει φτωχότεροι ως προς ένα ενδιαφέρον: το “μετά τον θάνατο” δεν μας αφορά πια! -πρόκειται για ανείπωτη ευεργεσία, που είναι ακόμη πολύ νέα για να γίνει αισθητή ως τέτοια σε μήκος και σε πλάτος. -Κι έτσι θριαμβεύει πάλι ο Επίκουρος!

***

*Θεός του ήλιου της αρχαίας Περσίας. Η λατρεία του διαδόθηκε στον ελληνιστικό κόσμο και, μετά τον πόλεμο του Πομπήιου κατά των πειρατών το 68 π.Χ., και στον ρωμαϊκό κόσμο. Τα Μυστήρια του Μίθρα διεξάγονταν σε υπόγειους χώρους.

**Αιγυπτιακή θεότητα που απέκτησε πλατιά δημοτικότητα στον ελληνορωμαϊκό κόσμο..

***Οι Μακκαβαίοι είναι βιβλίο της Παλαιός Διαθήκης.

Φρίντριχ Νίτσε - Χαραυγή

Η Χαραυγή είναι το τέταρτο βιβλίο του Φρίντριχ Νίτσε. Γραμμένο σε αφοριστικό ύφος, προσπαθεί να αποκαλύψει, με όλη τη δηκτικότητα και την παραδοξότητα που χαρακτηρίζουν τη γραφή του μεγάλου φιλοσόφου, τα προσωπεία και τις ψευδαισθήσεις των ευρωπαϊκών αξιών. Χάρη στις εμπνεύσεις, τις διαπιστώσεις, αλλά και τη λογοκρατική μέθοδό του, το έργο αυτό υπήρξε πηγή έμπνευσης για πολλούς σύγχρονους στοχαστές, από τον Σίγκμουντ Φρόυντ ως τον Μισέλ Φουκό.