Βιομηχανία αυτοκινήτων ή βιομηχανία ονείρων;

Βιομηχανία αυτοκινήτων ή βιομηχανία ονείρων;

Ως είδηση ακούγεται ευχάριστα. Η ΝΑΜΚΟ ΕΛΛΑΣ ξεκινά, σύμφωνα με δημοσιεύματα, μέσα στο 2015 την παραγωγή αυτοκινήτων. Πρόκειται για την ίδια εταιρεία, που κάποια εποχή παρήγαγε το γνωστό ΡΟΝΥ και τώρα, σύμφωνα με δημοσιεύματα, έχει λάβει περίπου 25.000 παραγγελίες από αφρικανικές και ασιατικές χώρες.

Αν μη τι άλλο, σε μια Ελλάδα που βίωσε την άγρια αποβιομηχάνισή της τις περασμένες δεκαετίες, το νέο είναι ελπιδοφόρο.

Μέχρι εδώ όλα καλά! Μια προσεκτικότερη ματιά, όμως, αποκαλύπτει ορισμένες ανορθογραφίες στο ανάγνωσμα. Κατ’ αρχάς, πρόκειται για μια βιομηχανία, η οποία δεν έχει καν αρχίσει να λειτουργεί, καθόσον δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί ο έλεγχος πιστοποίησης ποιότητας από την αρμόδια υπηρεσία του Ελληνικού Δημοσίου. Αυτό σημαίνει, ότι ακόμα δεν έχει καν ξεκινήσει η παραγωγή, διότι κανένας σώφρων επιχειρηματίας δεν θα ξεκινήσει την παραγωγή ενός προϊόντος, αν πρώτα δεν εξασφαλίσει τις απαιτούμενες εγκρίσεις.

Ακόμα, δεν έχει καν προσληφθεί το απαιτούμενο εργατοτεχνικό προσωπικό ούτε καν οι αντιπρόσωποι στις διάφορες, πόλεις, που θα πωλούν το προϊόν της εν λόγω εταιρείας. Ποιό κράτος και ποιός ιδιώτης, λοιπόν, θα ξόδευαν τα ωραία λεφτά τους, για να παραγγείλουν ένα αυτοκίνητο, όταν η βιομηχανία, που θα το παράγει, δεν έχει καν ολοκληρώσει τη γραφειοκρατική διαδικασία, που απαιτείται για την έναρξη των εργασιών της, και δεν διαθέτει καν προσωπικό, όταν μπορεί να παραγγείλει από τόσες άλλες ενεργές αυτοκινητοβιομηχανίες; Με ποιόν θα συνεννοούνταν το Χ κράτος ή ο Ψ ιδιώτης, όταν δεν έχουν καν προσληφθεί οι αντιπρόσωποι της εταιρείας ανά την Ελλάδα και τον κόσμο; Όσα άρθρα αναφέρονται με υπεραισιοδοξία στο εν λόγω εγχείρημα, δεν κάνουν τον κόπο να λύσουν αυτή την απορία. Κάποια αναφέρονται στο δαιμόνιο του επιχειρηματία, που βρίσκεται πίσω από τη ΝΑΜΚΟ ΕΛΛΑΣ και εκεί σταματά η σχετική πληροφόρηση.

Επιπλέον, προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι έχουν δοθεί 25.000 παραγγελίες για ένα προϊόν, το οποίο όχι μόνο δεν έχει, ακόμα, παραχθεί (το πρώτο μοντέλο αναμένεται να παρουσιαστεί μέσα στο 2015) αλλά προέρχεται από μια χώρα με μηδενική παράδοση στην παραγωγή αυτοκινήτων. Κακά τα ψέμματα, το ελληνικό αυτοκίνητο ποτέ δεν πέρασε τα ελληνικά σύνορα εκτός από ελάχιστα δείγματα, τα οποία δεν μπορούν να αποτελέσουν ασφαλές κριτήριο για να μιλήσουμε για επετυχημένο εγχείρημα. Μια μελέτη της ιστορίας της ελληνικής αυτοκινητοβιομηχανίας, στο μέτρο που είναι αυτό δυνατό με τόσες θεωρίες που κυκλοφορούν γύρω από αυτή, αποδεικνύει, ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι αυτοκινητοβιομηχανίες στη χώρα μας είτε ήταν θνησιγενείς είτε εστίαζαν σε συγκεκριμένους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας π.χ. αμαξώματα. Εξαίρεση αποτελεί η ΤΕΟΚΑΡ, στο Βόλο, η οποία ξεκίνησε από την κατασκευή τμημάτων αυτοκινήτου, προτού περάσει στη μαζική παραγωγή. Εκτός από αυτή, δεν υπήρξε άλλη περίπτωση μαζικής παραγωγής αυτοκινήτων στη χώρα μας και, μάλιστα, σε εποχές με φθηνότερα εργατικά χέρια. Σήμερα, με εντονότατο ανταγωνισμό από χώρες με πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής και χαμηλή φορολόγηση των επιχειρήσεων π.χ. Ινδία και Κίνα, οι οποίες κατέχουν σημαντικό μερίδιο στην αγορά των αναπτυσσόμενων ή και υπανάπτυκτων χωρών της Ασίας και της Αφρικής, καθίσταται αμφίβολο, κατά πόσο κάποιος κρατικός αξιωματούχος ή επιχειρηματίας από αυτές τις ηπείρους θα συνεργαστεί με μια βιομηχανία, που δεν έχει, ακόμα, ξεκινήσει την παραγωγή της και, επιπλέον, δεν προέρχεται από μια χώρα ανύπαρκτη στο χάρτη της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Φυσικά, δεν γίνεται λόγος για το κόστος αγοράς ενός αυτοκινήτου της ΝΑΜΚΟ ΕΛΛΑΣ ούτε καν για τις προδιαγραφές του. Κατ’ αρχάς, η νομοθεσία της Ε.Ε. είναι εξαιρετικά αυστηρή σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις παραγωγής αυτοκινήτων. Τη δεκαετία του ‘80, που η εν λόγω εταιρεία παρήγαγε το ΡΟΝΥ, ακολουθούσε τις προδιαγραφές του Citroen 2CV, ενός αυτοκινήτου που πρωτοκυκλοφόρησε το 1947 και γνώρισε κάποιες τροποποιήσεις τη δεκαετία του ’60. Όσοι είχαν την τιμή να μπουν σε ένα τέτοιο αυτοκίνητο, ειδικά στη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας τους, αφού αρκετά ΡΟΝΥ είχαν αγοραστεί από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, θα θυμούνται ένα όχημα με εξαιρετικά μικρή καμπίνα επιβατών, που συνέχεια παρουσίαζε βλάβες. Πέρα από το χωροταξικό κομμάτι, γίνεται κατανοητό, ότι ένα όχημα με αβέβαιες προδιαγραφές δεν πρόκειται ποτέ να κυκλοφορήσει στη χώρα μας και ενδεχομένως θα προορίζεται για εξαγωγή σε Ασία και Αφρική, όπου, όμως, υπάρχει ήδη εντονότατος ανταγωνισμός. Άρα τί στην ευχή θα παράγει η εν λόγω εταιρεία;

Ναι αλλά το ελληνικό κράτος ανέκαθεν προκαλούσε προβλήματα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και είναι γνωστή η ιστορία με το κλείσιμο των αυτοκινητοβιομηχανιών εξαιτίας της κρατικιστικής αντίληψης της Μεταπολίτευσης, σύμφωνα με μια φράση του συρμού. Ουδέν ψευδέστερον! Ακόμα και σε σαφώς πιο φιλικές προς τις επενδύσεις εποχές π.χ. τη δεκαετία του ’60 καμμία αυτοκινητοβιομηχανία δεν κατάφερε να στεριώσει στη χώρα μας. Πολλές κινούνταν ήδη σε εξειδικευμένους τομείς π.χ. Σαρακάκης και Μπουχάγιερ στον τομέα των αμαξωμάτων μεγάλων οχημάτων, ενώ άλλοι έφτιαχναν τα γνωστά τρίκυκλα φορτηγά των παιδικών μας χρόνων. Κανένας εξ αυτών δεν παρήγαγε μαζικά επιβατηγά αυτοκίνητα, τα οποία θα απευθύνονταν στο ευρύ κοινό και θα εξασφάλιζαν περισσότερα κέρδη, και όλοι είχαν να αντιμετωπίσουν το σκληρό ανταγωνισμό των γερμανικών και ιαπωνικών εταιρειών. Οι τελευταίες σάρωσαν, τη δεκαετία του ’60 και του ’70, στα φορτηγά αυτοκίνητα μικρού κυβισμού και έδωσαν τέλος στα όνειρα πολλών Ελλήνων κατασκευαστών. Τόσο απλά!

Είναι τουλάχιστον αστείο να πιστεύει κανείς, ότι η ελληνική αυτοκινητοβιομηχανία του παρελθόντος είχε, πράγματι, τα κότσια να αντέξει στον ανταγωνισμό της με τις ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες. Πολλοί θα θυμούνται τα τρίκυκλα Ι.Χ. αυτοκίνητα «ΜΕΒΕΑ» ή «ΑΤΙΚΑ», κωμικές φιγούρες που βγήκαν σε ελάχιστο αριθμό και αγκομαχούσαν πλάι στα πιο αξιόπιστα οχήματα από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιαπωνία και άλλες χώρες. Ήταν απλά θέμα χρόνου να κλείσουν και κανένα κακό κράτος δεν φταίει γι’ αυτό. Ας μην ξεχνάμε, ότι σταδιακά το κόστος παραγωγής στη χώρα μας ανέβαινε και καθίστατο ασύμφορο να επενδύσει κανείς σε αυτό τον τομέα σε μια χώρα με ασταθές φορολογικό τοπίο.

Ηχούν όμορφα στ’ αυτιά, λοιπόν, οι ειδήσεις για την ίδρυση μιας ελληνικής αυτοκινητοβιομηχανίας αλλά, προς το παρόν μια προσεκτική ανάγνωση των δημοσιευμάτων, που αναφέρονται στην εν λόγω βιομηχανία, δημιουργεί την εντύπωση, ότι έχουμε να κάνουμε περισσότερο με μια βιομηχανία ονείρων και λιγότερο με μια βιομηχανία αυτοκινήτων. Μακάρι να βγω ψεύτης!