
Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
Στὸν καφενὲ ἀπ᾿ ἔξω σὰν μπέης ξαπλωμένος,
τοῦ ἥλιου τὶς ἀκτῖνες ἀχόρταγα ρουφῶ,
καὶ στῶν ἐφημερίδων τὰ νέα βυθισμένος,
κανέναν δὲν κοιτάζω, κανέναν δὲν ψηφῶ.
-Γιατί ταξιδεύεις; με ρώτησε ένας γέροντας με άσπρο σαρίκι.
-Για να δω τη Γη.
-Μα μπορείς να τη δεις και στον τόπο σου.
-Μα θέλω όλη τη Γη.
Όλοι αγαπάμε τα παραμύθια όπου στο τέλος «αυτοί ζούσαν καλά και μείς καλύτερα». Στο ενδιάμεσο όμως είχαν τραβήξει τα πάνδεινα οι αγαπημένοι μας ήρωες. Τελικά, ο παραμυθένιος κόσμος των παραμυθιών ήταν πράγματι παραμυθένιος;
Μπορώ να σου κάνω ολόκληρη σκηνή επειδή δεν ήρθες στην ώρα σου, κι έτσι ο καβγάς επικεντρώνεται σε αυτή την προφανή διαφωνία, ενώ πρόκειται για κάτι άλλο: η καθυστέρηση είναι ένα πρόσχημα.
Αν εξοργίζομαι επειδή αργείς, μπορεί, το να έρχεσαι στην ώρα σου να μην αρκεί για την επίλυση του προβλήματός μου.
Θα έπρεπε να δω τι είναι αυτό που με πειράζει τόσο, ποια ερμηνεία δίνω στην αργοπορία σου, τι είναι αυτό που χρειάζομαι από σένα, τι σου ζητάω απαιτώντας ακρίβεια...
Ι
Ο έρωτας
Το αρχιπέλαγος
Κι η πρώρα των αφρών του
Κι οι γλάροι των ονείρων του
Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει
Ένα τραγούδι
Ο στόχος της ζωής είναι η ολοκλήρωση του εαυτού, γι’ αυτό είμαστε δω: για να συνειδητοποιήσουμε τη φύση μας τέλεια.
Στις μέρες μας οι άνθρωποι φοβούνται τους ίδιους τους εαυτούς τους.
Ξέχασαν το μέγιστο καθήκον που ο καθένας χρωστάει στον εαυτό του.
Ο Πόντιος Πιλάτος ήταν, να πούμε, σαν τους νομάρχες στις επιτροπές ασφαλείας που μας στέλνανε εξορία, απλώς γιατί δεν κάναμε ό,τι θέλαν αυτοί.
Όταν λοιπόν πιάσανε το Χριστό και του τον πήγανε -πάντα οι κουφάλες την ίδια τακτική, να σε σπάσουνε, να τους πεις τι ωραίοι που είστε και τι καλά που τα κάνετε και ότι εγώ είμαι μαλάκας που θέλω να είμαι εγώ, κατάλαβες;
Τα ίδια με την καθοδήγα μας.
Να γιατί γράφω.
Γιατί η Ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος.
Είναι η λήξη μιας ζωής και η έναρξη μιας άλλης, που είναι ίδια με την πρώτη αλλά που πάει πολύ βαθιά, ως το ακρότατο σημείο που μπόρεσε ν’ ανιχνεύσει η ζωή, στα σύνορα των αντιθέτων, εκεί που ο Ήλιος και ο Άδης αγγίζονται.