
Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
«Σαν θεραπευτές, μας αρέσει να προτείνουμε το εξής σύντομο παιχνίδι:
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας ζητάμε από τον πελάτη να αφήσει ελεύθερες τις κατηγορίες που έχει μαζεμένες εναντίον του ανθρώπου που κάθεται απέναντί του, και να τις εκφράσει με βρισιές: «ανόητε», «άπληστε», «βάναυσε», ή ό,τι άλλο.
Το αυθεντικό άτομο […]
ξεκινάει από την παραδοχή του γεγονότος ότι δεν υπάρχει κάποιος δεδομένος εαυτός στον οποίο θα πρέπει να παραμείνει πιστό, ότι η ύπαρξή μας προηγείται της ουσίας μας και ότι επινοούμε τον εαυτό μας κατά τη διάρκεια της ζωής μας.
Αυτό σημαίνει ότι πλάθουμε την ταυτότητά μας με βάση τις ίδιες τις αποφάσεις και τις πράξεις μας.
Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
και κάθισα εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό.
– Συ που θα πας …
– Σςς μη μιλάς,
– Συ που θα πας σε ξένη γη.
– Σαν έρθει η αυγή.
– Να θυμηθείς.
– Τι προσπαθείς;
– Να σταματήσω τη στιγμή.
– Μας προσπερνά, δεν ωφελεί.
– Αν φύγεις, φεύγει.
Ο ίσκιος της ψυχής μου
χάνεται μέσα σε ένα σούρουπο από αλφάβητα
ομίχλη από βιβλία
και λόγια
Ο ίσκιος της ψυχής μου!
Για μένα τα δέντρα υπήρξαν πάντα οι πιο διεισδυτικοί ιεροκήρυκες. Τα σέβομαι όταν ζουν σε οικογένειες και φυλές, σε δάση και άλση. Και ακόμη περισσότερο τα σέβομαι όταν στέκονται μόνα τους.
Είναι σαν τα μοναχικά άτομα. Όχι σαν τους ερημίτες που έχουν αποσυρθεί μακριά για να κρύψουν κάποια αδυναμία τους, αλλά σαν τα υπέροχα μοναχικά άτομα, όπως ήταν ο Μπετόβεν και ο Νίτσε.
Στα ψηλά κλαδιά τους θροΐζει ο κόσμος, ενώ οι ρίζες τους αναπαύονται στο άπειρο.
Όμως δεν χάνουν τον εαυτό τους, παλεύουν με όλη τους τη δύναμη για ένα και μόνο πράγμα: να εκπληρώσουν τις ανάγκες τους σύμφωνα με τους δικούς τους νόμους, να δημιουργήσουν το δικό τους σχηματισμό, να εκπροσωπήσουν τους εαυτούς τους.
Ζει η απουσία λοιπόν,
μαζί μας ή και μόνη της, τη ζωή της,
χειρονομεί αδιόρατα, σωπαίνει, φθείρεται,
γερνάει σαν ύπαρξη σωστή,
Ήταν επιτυχημένη, ευκατάστατη, καθωσπρέπει, και είχε ένα σωρό φίλους.
Θα ‘πρεπε να είναι μια πολύ ευτυχισμένη γυναίκα, αλλά δεν ήταν, ήταν μίζερη, νευρική και ανικανοποίητη.
Οι ψυχαναλυτές δεν μπορούσαν να την βοηθήσουν.