Rudyard Kipling - Ο Εβάρρας και οι θεοί του

Rudyard Kipling - Ο Εβάρρας και οι θεοί του

Διαβάστε δω :

Σας λέω την ιστορία του μάστρο -Εβάρρα

που έφτειαχνε θεούς σε χώρες πέρ' απ τη θάλασσα.

Γιατί χρυσάφι τούδωσεν η πόλη, γιατί τα καραβάνια περουζέδες τούφεραν,

γιατί κι’ ο Βασιλιάς τον επροστάτεψε απ' τους ανθρώπους τους κακούς,

απ’ τους φονιάδες,

κι’ από τα λόγια τα πικρά που ακούγονταν στους δρόμους

όταν περνούσε αλήτης, κουρασμένος, —

πήρε ο Εβάρρας κ’ έφτειαξε

μια εικόνα του θεού του από χρυσάφι

κι’ από μαργαριτάρι

με περουζένιο διάδημα και μάτια ανθρωπινά·

θάμα στον Ήλιο αγνάντια, ξακουσμένο

κι από το Βασιλιά προσκυνημένο !

Μα από την περηφάνεια μεθυσμένος

πού θεϊκά τον λάτρεψε ο λαός,

έγραψε κάτω από το έργο του:

" Έτσι οι θεοί 'ναι καμωμένοι

κι όποιος αλλιώτικα τους κάνει

θε να πεθάνη.»

Και η πόλη τον εδόξασε ... Μα πέθανε κι αυτός.

i am a god 

Διαβάστε δω :

αυτή 'ναι η ιστορία του μάστρο - Εβάρρα

που έφτειαχνε θεούς σε χώρες, πέρ' απ΄τη θάλασσα :

Γιατί χρυσάφι πιά δεν είχε ή πόλη,

γιατί τα καραβάνια πέρα χάθηκαν,

γιατί κι ο Βασιλιάς τον εφοβέριζε,

και πιά δεν τον εσέβονταν κανείς,—

επάνω στο γρανίτη, κι αγνάντια από τον Ήλιο,

ένα θεόν εσκάλισε, με δάκρυα και με ιδρώτα,

πελώριο κι αγριοπρόσωπο

κι ολούθε ξακουσμένο

κι από το Βασιλιά προσκυνημένο !

Μα από τη δόξα μεθυσμένος

πού τον ελάτρευαν και ζήταγαν συχώρεση,

στο βάθρο απάνου εσκάλισε :

" Έτσι οι θεοί 'ναι καμωμένοι

κι όποιος αλλιώτικα τους κάνει

θε να πεθάνη."

Και ο λαός τον δόξασε ... Μα πέθανε κι αυτός.

 *

Διαβάστε 'δω :

αυτή 'ναι η ιστορία του μάστρο - Εβάρρα

που έφτειαχνε θεούς σε χώρες, πέρ' απ΄τη θάλασσα :

Γιατί μ έναν απλό λαόν εζούσε,

γιατί μες στα βουνά ήταν το χωριό του,

γιατί τα μάγουλά του κοκκινίσανε

από το προβατίσιον αίμα, —

πήρε ο Εβάρρας κ’ έφτειαξ’ ένα είδωλο

από πεσμένο πεύκο.

Την όψη μ’ αίμα τούβαψε,

και κάτου από τα φρύδια του, για μάτια,

τούβαλε δυό κοχύλια,

και κόμη από ξερόχορτα,

κι αχύρινη κορώνα.

Τον άγαπήσαν όλοι για την τέχνη του

και ολημερίς του κουβαλούσαν δώρα,

βούτυρο αγνό και υδρομέλι και γάλα.

Μα η δόξα τον ξετρέλανε και πάλι

και σκάλισε και πάλι στον κορμό :

" Έτσι οι θεοί 'ναι καμωμένοι

κι όποιος αλλοιώτικα τους κάνει

θε να πεθάνη.»

Και τον εδόξασε ο λαός ... Μα πέθανε κι αυτός.

 *

Διαβάστε δω:

Σάς λέω την Ιστορία του μάστρο-Εβάρρα

που έφτειαχνε θεούς σε χώρες πέρ' απ τη θάλασσα.

Γιατί ο θεός του ζήτησεν αίμα για φόρο,

το μονοπάτι των καημών επήρε

τρελός ο Εβάρρας, και γυρνά

μονάχος, με τα ρούχα του σκισμένα, στα κοπάδια.

Μετράει πάνω στα δάχτυλα, και χαιρετάει τα δέντρα,

και γνέφει προς τα σύγνεφα ...

Στο τέλος, ο θεός του τον σπρώχνει στη δουλειά,

στη λάσπη μέσα μπαίνει και πλάθει ένα θεό

φριχτό, κακοσχημάτιστο, και του φοράει κορώνα

ξερά κλαριά κι αγκάθια.

Κι αργά, κατά το μούσγωμα,

σαν τα κοπάδια πλάγιασαν,

φαντάστηκε πώς ήταν ο Θεός του

αλαλαγμός και δόξα των λαών!

Κι ορθός, στα χτήνη εφώναξε :

«Έτσι οι θεοί 'ναι καμωμένοι

κι όποιος αλλιώτικα τους κάνει

θε να πεθάνη.»

Και τα κοπάδια έβέλαξαν . .. Μα πέθανε κι* αυτός.

Καμμιά φορά, σαν πήγε στον Παράδεισο

τους τέσσερους θεούς του βρήκε· πάνω τους

εφάνταζαν τα τέσσερα επιγράμματα.

Και τάχασε, σα βρέθηκε κοντά με το θεό του,

βλέποντας τί φτωχούς θεούς και κακομοιριασμένους

ο μόχθος του είχε πλάσει.

Χαμογελώντας ο θεός του λέει: Δε γελιέσαι. Αυτούς

εσύ τούς έχεις φτειάσει.»

Τότε ο Εβάρρας φώναξε : «Συχώρεσέ με ! αμάρτησα!»

"-Αν όμως σύ δεν έγραφες εκείνα τα επιγράμματα,

οι τέσσεροι Θεοί σου, οι καταπληχτικοί,

θα μέναν στα βουνά για τις κουτές κουρούνες

να φτερακούν τριγύρω τους, να κράζουνε,

και για τα βόδια, Εβάρρα, πού βελάζουνε.»

Τότε ο Εβάρρας στάθηκε στην άβυσσο

γελώντας μα και κλαίγοντας μαζί,

και πέταξε μακριά από τον Παράδεισο

τούς τέσσερους θεούς του.

Αυτή 'ναι η ιστορία του μάστρο -Εβάρρα

που έφτειαχνε Θεούς σε χώρες πέρ' απ τη θάλασσα.

 ***

Rudyard Kipling - Ο Εβάρρας και οι θεοί του - Μετάφρ. Στεφ. Δάφνης - Νέα Εστία - τεύχος. 220 -1936