Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
Η αρχή της Βίβλου περιέχει ολόκληρη την ψυχολογία του ιερέα.
Ο ιερέας ξέρει μόνο έναν μεγάλο κίνδυνο: Την επιστήμη, την υγιή σύλληψη του αιτίου και του αποτελέσματος.
Η επιστήμη όμως δεν ευδοκιμεί γενικά παρά μόνο κάτω από συνθήκες ευτυχίας· πρέπει να υπάρχει ένα πλεόνασμα χρόνου και πνεύματος, για γίνει εφικτή η «γνώση».
Ο κακός μαθητής
Λέει όχι με το κεφάλι
Μα λέει ναι με την καρδιά
Λέει ναι σε όσους αγαπάει
Λέει όχι στον καθηγητή
Μόνο όταν φεύγω είμαι ευτυχισμένος.
Όχι ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους, με δρόμους κλειστούς,
μα ανάμεσα στο εδώ και στο εκεί, στο ’να σπίτι ή στ’ άλλο,
και τα δυο κατά προτίμηση αλλονών.
Ας δούμε πρώτα τι πίστευαν οι χριστιανοί προτού η επιστήμη αρχίσει τις επιθέσεις.
Υποστήριζαν ότι η γη είναι το κέντρο του σύμπαντος και περιβάλλεται από τα διάφορα ουράνια σώματα πέρα από αυτά είναι ο έβδομος ουρανός, ενδιαίτημα του Θεού και των αγγέλων.
Ό,τι βρίσκεται στους ουρανούς, από τη σελήνη και πάνω, είναι άφθαρτο τα πράγματα που φθείρονται και πεθαίνουν είναι κάτω από τη σελήνη, αντίληψη από την οποία προέκυψε η λέξη «υποσελήνιος» (sublunary).
Οι λεγόμενοι «υγιείς», εκείνοι που δεν δείχνουν σημεία ανισορροπίας, εκείνοι που είναι ενταγμένοι για τα καλά στο σχολείο, στη δουλειά, στην οικογένεια, στην κοινωνία, δεν εξεγείρονται ποτέ διότι δεν τους είναι χρήσιμο ή δεν τους βολεύει, και δεν ονειρεύονται ποτέ γιατί θα έχαναν το χρόνο τους.
Φαίνανε πανί στον αργαλειό
και σε ταρσανά ξόμπλιαζαν κατάρτι
αντικρύ στο Νήρυτο και στο Δασκαλιό
για ένα κοριτσάκι από τη Σπάρτη.
Πάψετε πια να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου,
τους γόους της υστερικής σειρήνας σταματήστε
κι αφήστε το πηδάλιο στης τρικυμίας τα χέρια:
το πιο φριχτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε!
Αυτός ο άνθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας
κανείς δεν ξέρει να πει γιατί
κάποτε νομίζουν πως είναι οι χαμένες αγάπες
σαν αυτές που μας βασανίζουνε τόσο
στην ακροθαλασσιά το καλοκαίρι με τα γραμμόφωνα.
Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια
ούτε το φίλο που έφυγε για τ’ ανοιχτά.
«Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της, και συ να λείπεις,
να ‘ρχονται οι Άνοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα, και συ να λείπεις,
να ‘ρχονται τα κορίτσια στα παγκάκια του κήπου με χρωματιστά φορέματα,
και συ να λείπεις,