Τον ήξερα από τότε.
Έμενε στις γειτονιές εκείνες με τα σπίτια που βούλιαζαν
στην πραγματικότητα.
Κάποτε ζωγράφισε μια καταπακτή στο πάτωμα
του δωματίου του.
Ήθελε να έχει έναν τρόπο διαφυγής - έλεγε.
Κάποιο μυστικό πέρασμα που να τον βγάζει στην πίσω αυλή.
Εκεί όπου η υπομονή είναι παλιοσίδερα
κι οι προσευχές, γεμάτες ανακρίβειες, όπως πρέπει να είναι
οι προσευχές των ανθρώπων.
Όμως, τώρα
περισσότερο τον ενδιέφερε για ένα ρολόι που είχε ακούσει.
Κάποιοι που ο πόνος τους ήταν αυτοδίδακτος μιλούσαν γι' αυτό.
Ένα ρολόι δίχως λεπτοδείκτη ή ωροδείκτη
που στο κέντρο του στρόγγυλου πλαισίου του
έχει καρφωμένο ένα καρφί
κι ένα μολύβι δεμένο στην άκρη ενός σπάγκου.
Διαλέγεις μόνος σου την ώρα εκεί
- οι συμβουλές σ 'αυτήν την αυλή δεν έχουν πέραση.
Την σημειώνεις
κι αμέσως αρχίζει μια ψιλή βροχή.
(O πίνακας είναι της Sofi Senoglou)