Ρικάρντο Ρέις (Φερνάντο Πεσσόα) - Τέσσερις ωδές

19.04.2019
Ρικάρντο Ρέις (Φερνάντο Πεσσόα) - Τέσσερις ωδές

 Να θέλεις λίγα: θα τα έχεις όλα.

Τίποτε να μη θέλεις: θα είσαι ελεύθερος.

Ο ίδιος ο έρωτας που νιώθουν

Για μας, μας απαιτεί, μας καταπιέζει.

* * *

Για να είσαι μεγάλος, να είσαι ακέραιος: Τίποτε

Δικό σου να μην υπερβάλλεις ή να μη διαγράφεις.

Να είσαι όλα σε κάθε πράγμα. Να βάζεις όσα είσαι

Και στο ελάχιστο που κάνεις.

Έτσι σε κάθε λίμνη ολόκληρη η σελήνη

Λάμπει, γιατί ζει ψηλά.

* * *

Αναρίθμητοι ζουν μέσα μας.

Αν σκέφτομαι ή αν νιώθω, αγνοώ

Ποιος μέσα μου σκέφτεται ή νιώθει.

Είμαι μονάχα ο τόπος*

Όπου νιώθουν ή σκέφτονται.

 

Έχω περισσότερες από μια ψυχές.

Υπάρχουν περισσότερα εγώ απ' το ίδιο το εγώ μου.

Υπάρχω ωστόσο

Αδιάφορος για όλους,

Τους κάνω να σιωπούν: εγώ μιλάω.

 

Οι διασταυρωμένες παρορμήσεις

Όσων νιώθω ή δεν νιώθω

Πολεμούν μες σ' αυτόν που είμαι.

Τις αγνοώ. Τίποτε δεν υπαγορεύουν

Σ' αυτόν που γνωρίζω ότι είμαι: εγώ γράφω.

* * *

Ο θεός Παν* δεν πέθανε,

Σε κάθε κάμπο που δείχνει

Στα χαμόγελα του Απόλλωνα

Τα γυμνά στήθη της Δήμητρας —

Αργά ή γρήγορα θα δείτε

Να εμφανίζεται εκεί

Ο θεός Παν, ο αθάνατος.

 ***

Όχι δε σκότωσε άλλους θεούς

Ο θλιμμένος χριστιανός θεός.

Ο Χριστός είναι ένας ακόμη θεός,

Ίσως ένας που έλειπε.

Ο Παν συνεχίζει να δίνει

Τους ήχους απ' τον αυλό του

Στ' αυτιά της Δήμητρας

Που καμαρώνει στους κάμπους.

 

Οι θεοί είναι οι ίδιοι,

Πάντοτε λαμπεροί και γαλήνιοι,

Γεμάτοι από αιωνιότητα

Και περιφρόνηση για μας,

Φέρνοντας τη μέρα και τη νύχτα

Και τις χρυσαφένιες σοδειές

Όχι για να μας δώσουν

Τη μέρα και τη νύχτα και το στάρι

Μα για άλλον και θείο

Τυχαίο σκοπό.

***

Σημείωση

Ο Άλβαρο δε Κάμπος και ο Ρικάρντο Ρέις, μαζί με τον Αλμπέρτο Καέιρο, αποτελούν τα κύρια και βασικά ετερώνυμα του Φερνάντο Πεσσόα, στο χώρο, κυρίως, της ποίησης. Ο ίδιος ο Πεσσόα, σε μια βιβλιογραφία του, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Παρουσία (Presence) 17, το 1928, γράφει: «Τα γραπτά του Φερνάντο Πεσσόα ανήκουν σε δύο κατηγορίες, που ονομάζουμε ορθώνυμα και ετερώνυμα έργα. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ανώνυμο ή για ψευδώνυμο, γιατί δεν πρόκειται γι' αυτό. Στην περίπτωση του ψευδωνύμου, το έργο είναι του δημιουργού προσωπικά, αλλά υπογεγραμμένο μ' ένα όνομα που δεν είναι το δικό του· το ετερώνυμο έργο είναι του δημιουργού έξω από το πρόσωπό του, είναι μιας πλήρους προσωπικότητας, που έπλασε ο ίδιος, όπως θα ήταν τα λόγια ενός προσώπου σ' ένα δράμα του». Και σημειώνουμε ακόμη πως «Pessoa» στα πορτογαλικά σημαίνει «Πρόσωπο».

 

***

1. Το ποίημα «Τέσσερις ωδές» ο Πεσσόα το εγγράφει στα έργα του «ετερώνυμου», του Ρικάρντο Ρέις.

Τόπος: εδώ με τη σημασία του χώρου, όπου δρουν ορισμένες δυνάμεις.

Ο θεός Παν: Πανάρχαια θεότητα των αρχαίων Ελλήνων, γιος του Ερμή και κάποιας Νύμφης. Λατρευόταν ιδιαίτερα στην Αρκαδία ως θεός-προστάτης των κοπαδιών, των βοσκών και των δασών. Αντιπροσωπεύει τη φύση και τη γονιμότητα. Προκαλεί τον αιφνίδιο φόβο, τον πανικό. Παριστάνεται με δασύτριχο σώμα, πόδια τράγου, αυτιά και κέρατα επίσης τράγου. Ο Πλούταρχος (Περί των εκλελοιπότων μυστηρίων, 17) γράφει ότι είναι ο μόνος αρχαίος θεός, του οποίου αναφέρεται ο θάνατος. Ένας Αιγύπτιος, ο Θαμούς, έτυχε να ταξιδεύει προς τους Παξούς, οπότε άκουσε μια δυνατή φωνή: «Θαμούς, ο μέγας Παν πέθανε!» Ο Θαμούς μετέφερε την είδηση στην παραλία, όπου έγινε δεκτή με θρήνους και κοπετούς.

***

Ο Πεσσοα Χρησιμοποιησε το τέχνασμα των διαφορετικών προσωπείων για τον εαυτό του δημιουργώντας φανταστικές μορφές με τις οποίες συμβίωνε και συνομιλούσε. Σ' αυτές τις μορφές, «τα ετερώνυμα», όπως τις αποκαλούσε, ανήκουν και οι ποιητές Αλβέρτο Καέιρο, —σαν ποιητής εκπροσωπεί τον «αντικειμενισμό»— ο Ρικάρντο Ρέις —αντιπρόσωπος μιας κλασικιστικής γλώσσας— και ο Αλβάρο δε Κάμπος — «ένας Γουίτμαν που κρύβει μέσα του έναν Έλληνα ποιητή». Οι τρεις αυτοί αντιπροσωπεύουν τις κατά καιρούς νέες τάσεις της πορτογαλικής λογοτεχνίας: ο Καέιρο τον «εντυπωσιασμό», ο Ρέις τον κλασικισμό και ο Κάμπος το φουτουρισμό και αργότερα έναν προδρομικό υπαρξισμό.

Το 1935, χρονιά του θανάτου του, έγραφε σε έναν κριτικό τα εξής: «Απ' τα παιδικά μου χρόνια ακόμη είχα την τάση να φτιάχνω γύρω μου έναν κόσμο φανταστικό και να περιβάλλομαι από φίλους και γνωστούς που δεν υπήρξαν ποτέ (προφανώς δεν ξέρω ακόμη αν πράγματι υπήρξαν ή αν εγώ είμαι εκείνος που δεν υπάρχει. Σ' αυτά γενικώς τα πράγματα δε θα 'πρεπε να 'ναι κανείς δογματικός). Από τότε που με γνωρίζω ως αυτό που λέω εαυτό μου, θυμάμαι να σχεδιάζω ιδεατά τη μορφή, τις κινήσεις, το χαρακτήρα και την ιστορία της ζωής σε πολλές εξωπραγματικές φιγούρες, που ήταν για μένα τόσο ορατές και οικείες, όσο κι εκείνα τα πράγματα που λέμε, ίσως λαθεμένα, πραγματική ζωή»

Πηγήebooks.edu