Ο. Ελύτης, «Ακινδύνου, Ελπιδοφόρου, Ανεμποδίστου»

26.08.2018
Ο. Ελύτης, «Ακινδύνου, Ελπιδοφόρου, Ανεμποδίστου»

Αχ ομορφιά συ θα με παραδώσεις καθώς ο Ιούδας

Θα ’ναι νύχτα και Αύγουστος. Πελώριες άρπες πού και πού θ’ ακούγονται και

Με το λίγο της ψυχής μου κυανό η Όξω Πέτρα μέσ’ από τη μαυρίλα

Θ’ αρχίσει ν’ αναδύεται. Μικρές θεές, προαιώνια νέες

Φρύγισσες ή Λυδές με στεφάνι ασημί και με πρασινωπά πτερύγια γύρω μου άδοντας θα συναχτούν

Τότε που και του καθενός τα βάσανα θα εξαργυρώνονται

Χρώματα βότσαλου πικρού: τόσα

Με περόνες πόνου όλες σου οι αγάπες: τόσα

Του βράχου η τύρφη και του άφραχτου ύπνου σου η φρικαλέα ραγισματιά: δυο φορές τόσα

Ώσπου κάποτε, ο βυθός μ’ όλο του το πλαγκτόν κατάφωτο

Θ’ αναστραφεί πάνω από το κεφάλι μου. Κι άλλα ως τότε ανεκμυστήρευτα

Σαν μέσ’ από τη σάρκα μου ιδωμένα θα φανερωθούν

Ιχθείς του αιθέρος, αίγες με το λιγνό κορμί κατακυμάτων

κωδωνοκρουσίες του Μυροβλήτη

Ενώ μακριά στο βάθος θα γυρίζει ακόμα η γη με μια βάρκα μαύρη

κι άδεια χαμένη στα πελάγη της.

 

Ο. Ελύτης, «Ακινδύνου, Ελπιδοφόρου, Ανεμποδίστου» - απόσπασμα (Τα ελεγεία της Οξώπετρας)

CoverPhoto: René Magritte – The Giant, 1936