Κριλώφ - O μύθος του αετού και της αράχνης (1847)

18.03.2017
Κριλώφ - O μύθος του αετού και της αράχνης (1847)

Αετός ο υψιπέτης τα ελαστικά πτερά του συγκινήσας υπεράνω πέταξε των Καυκάσιων

κ’ υπερβάς την ανωτάτην κορυφήν του όρους τούτου, επί κέδρου γηραλαίας έστησε το πέταμά του.

Όλον δε ομού τον κόσμον εις εν βλέμμα του συνάψας,

υποκάτω των ποδών του θεωρεί υπερηφάνως ποταμούς,

χειμάρρους , λίμνας, πεδιάδας και θαλάσσας,

όρη, πόλεις, πτηνά, ζώα, φυτά, δάση κι ερήμους

Ανέκφραστου χαράς πλήρης προς τον ουρανόν έμβλέπει,

κ’ εις τον Δία απευθύνει ζωηράς ευχαριστίας

Όταν μ’ έπλασες, Ζευ πάτερ, εις τον κόσμον απεδείχθη

εναργώς η τελειότης τής μεγάλης σου σοφίας!

Άλλος τίς την φωλεάν του εδώ δύναται να στήση;

και πλησίον του Ολύμπου, ως εγώ, να κατοίκησή;

εναέριος Μονάρχης το Βασιλικόν μου κράτος

εις το άπειρον εκτείνω του παντός το μέγα χάος.

Άλλ’Αράχνη τις τον λόγον διακόπτει αιφνιδίως

μόνος εισ’ εδώ νομίζεις, και επαίρεσαι, καυχάσαι΄

μάθε ότ’ εδώ επάνω εις τον ίδιον τον κλόνον κατοικώ κ’ εγώ,

και θέλω κατοικήσει αιωνίως.

Αληθώς δ’ εκεί πλησίον επί του ίδιου δένδρου

ένεφώλευεν Αράχνη εις του κλόνου την γωνίαν

Πώς κατήντησες να φθάσης εις τοσουτον μέγα ύψος;

έρωτα δ υψιπέτης Αετός με απορίαν.

Σύ ζωυφιον ισχύος στερημένον και πτερύγων;

έρπον βέβαια ανέβης, και ολίγον κατ’ ολίγον

έφθασες ενταύθα όπου και ο γύψ σπανίως φθάνει '

Αετέ μου! απατάσαι, έπανέλαβ’ ή ’Αράχνη.

Αν μονάχη έπεχείρουν ν’ αναβώ αυτό το ύψος,

μυριάδες ετών ίσως μ’ έχρειάζοντο προς τούτο·

επί τής μακράς ουράς σου, εν ω χθες περιεπάτεις,

σέ ελάνθασα με τρόπον κ’ έκολλήθην δι’ απάτης.

Και τα ύψη των αιθέρων διασχίσασα μαζή σου,

εδώ έφθασα΄ και τώρα είμ’ ισόβαθμος μ’ εσένα,

κ’ εις την φωλεάν μου ζώσα στο εξής δεν έχω χρείαν της δικής σου προστασίας,

ούτε καν ψηφώ κανένα.

Λοιπόν παύσαι ως εκ τούτου να νομίζεσαι Μονάρχης επειδή,

καθώς το βλέπεις, επί του ίδιου δένδρου κατοικώ κ’ εγώ επίσης,

και δεν δύνασαι να αρχής,

το ισόβαθμόν μου κράτος εάν δεν αναγνώρισης.

Ταύτα έλεγε με θράσος η πτωχαλαζών ’Αράχνη,

άλλ’έπί του ορούς αίφνης ο σκληρός βορράς συρίζει,

λαίλαψ τρομερός αστράπτει, και φρικτή ανεμοζάλη

εις τούς πρόποδας του ορούς μετά λίθων την κρημνίζει. . ·

********

Μύθοι του ποιητού Κριλώφ

Αποθήκη των Ωφελίμων και Τερπνών Γνώσεων (1847)