Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει σαν χθες.
Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα· και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! — την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό.»
Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση χαρά θυσίαζε.
Την άμυαλή του γνώσι κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
....Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται ο γέρος εζαλίσθηκε.
Κι αποκοιμάται στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.
Κ. Π. Καβάφης, «Ένας Γέρος» (Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος)
CoverPhoto: Henri Cartier-Bresson, Nafpaktos, 1953