Φ. Νίτσε – «Ο Ήλιος γέρνει»

17.05.2019
Φ. Νίτσε – «Ο Ήλιος γέρνει»

Δε θα διψάς για πολύ ακόμη
φλογισμένη καρδιά μου!
Μια επαγγελία μεσ’ τον αέρα,
με ψαύει η πνοή χειλιών αγνώστων,
– πέφτει το μέγα αγιάζι…

Πάνω μου θερμός ο ήλιος μου στεκόταν
το μεσημέρι: καλωσήρθατε, ω αιφνίδιοι
ανέμοι, εσείς.
δροσερά πνεύματα των απογευμάτων!

Περνά ξένος κι αγνός ο αέρας.
Δε με κοιτάζει με λόξό
μάτι, μουλιστικόν,
η νύχτα;… Μείνε
δυνατή, γενναία καρδιά μου!
Και, γιατί; – μη ρωτήσεις!

* * *

Μέρα της ζωής μου,
ο ήλιος σου γέρνει!
Κιόλας αρυτίδωτο απλώνεται,
χρυσωμένο, το κύμα.
Ο βράχος ζεστός ανασαίνει:
κοίμισεν η ευτυχία
πάνω του τον μεσημεριάτικό της ύπνο; –
παίζει ακόμη πάνω από σκοτεινό βάραθρο
η ευτυχία.

Μέρα της ζωής μου,
βραδιάζεις!
Κιόλας το μάτι σου λάμπει
μισοσβησμένο,
κιόλας κλαις τις σταγόνες
της δροσιάς σου,
κιόλας πάνω από λευκή θάλασσα σιωπηλή τρέχει
του έρωτά σου η πορφύρα,
η στερνή δισταχτική σου ευδαιμονία.

* * *

Έλα, γαλήνη, χρυσαφένια,
ω εσύ του θανάτου
η μυστικότερη, γλυκύτερη πρόγευση!
– Το δρόμο μου πολύ γρήγορα έχω τρέξει;
Μονάχα τώρα που κουράστηκαν τα πόδια μου,
το βλέμμα σου με προφτάνει ακόμη,
η ευτυχία σου με προφτάνει ακόμη.

Γύρω, κύματα μόνο και παιγνίδι.
Ό,τι άλλοτε βαρύ’ταν
βούλιαξε σε γαλάζια λήθη –
τώρα αργή στέκει η βάρκα μου. Όλα,
καταιγίδες, ταξίδια – πώς τα ξεμαθαίνει!
Οι επιθυμίες επνίγηκαν και οι ελπίδες,
ακύμαντες η ψυχή και η θάλασσα είναι.

Έβδομη μοναξιά!
Ποτέ δεν ένιωσα τόσο
κοντά μου τη γλυκιά
βεβαιότητα, θερμότερο του ήλιου το βλέμμα.
– Δε λάμπει ακόμη ο πάγος της κορφής μου;
Ασημένια, ελαφρότατη, ένα ψάρι,
πλέει στ’ανοιχτά τώρα η βάρκα μου…

Φρίντριχ Νίτσε, μετάφραση: Άρης Δικταίος