Δεν πρέπει να συνηθίσουμε αυτή την κατάντια

18.05.2017
Δεν πρέπει να συνηθίσουμε αυτή την κατάντια

Δεν περίμενα ότι θα συμβεί και όμως, ο κυνισμός και η χυδαιότητά τους, ακόμη και τώρα εξακολουθεί να με εκπλήσσει. Τους βλέπω να ανακοινώνουν το σαβανόμετρο, να το υπερασπίζονται, να κοροϊδεύουν αναίσχυντα και νομίζω ότι είμαι σε κηδεία και κάποιος προσβάλλει τον νεκρό.

Τόσο χυδαίοι είναι. Τόσο εμετικά κυνικοί.

Συνάντησα μια κυρία σήμερα στο ΚΕΠ γύρω στα πενήντα, που καθώς περιμέναμε στην ουρά, κοιτούσε παλιές φωτογραφίες σε ένα άλμπουμ από εκείνα που είχαμε παλιά. Ξεφύλλιζε μια-μια τις φωτογραφίες και πότε-πότε, ακουμπούσε τα δάχτυλά της πάνω στο σελοφάν και χάιδευε τα πρόσωπα. Η μια έδειχνε μια γυναίκα που πόζαρε δίπλα σε ένα ποδήλατο, μια άλλη, ένα μωρό. Τη ρώτησα «εσείς είστε;», «Ναι», μου απάντησε. «Και αυτή είναι η μητέρα μου. Πέθανε πριν από 36 μέρες». Μου είπε ότι αδειάζει το σπίτι της μητέρας της γιατί πρέπει να το παραδώσει στον ιδιοκτήτη και χτες είχε πάρει κάτι ψιλοπράγματα ακόμα. Κρατούσε μια μεγάλη χάρτινη σακούλα που είχε μέσα άλμπουμ με φωτογραφίες, κάτι μινιατούρες με πορσελάνινα ζωάκια, ένα υφασμάτινο κουτί με βελόνες ραψίματος.

Η μητέρα της είχε καρκίνο. Περιέγραφε τη διαδρομή που έκαναν για καιρό, πολλές φορές καθημερινά, από το Μαρούσι στον Άγιο Σάββα. Και μόνο η ταλαιπωρία της μετακίνησης, η γραφειοκρατία με το νοσοκομείο, η γραφειοκρατία για τις εξετάσεις και τις θεραπείες, ακόμα και όσα απαιτούνται για την κηδεία, αρκούσαν για να σε διαλύσουν χωρίς καν να σκεφτείς το πρόβλημα υγείας καθαυτό. Λες και δε φτάνει ένα κακό από μόνο του και πρέπει να εξαντλούμαστε καθημερινά με χίλια δυο άλλα.

Δε θα έπρεπε να έχει η ζωή μας τόση μα τόση ταλαιπωρία σε αυτή τη χώρα.

Έχουμε συμβιβαστεί με πράγματα απαράδεκτα. Δε γίνεται να στέκεσαι στη στάση και να έρχεται το λεωφορείο όποτε θέλει, να κάνεις ακροβατικά για να περπατήσεις στα σπασμένα πεζοδρόμια, να χρειάζεται να χάνεις μέρες ολόκληρες για να πάρεις ένα χαρτί από το δημόσιο, να αρρωσταίνεις και να μη βρίσκεις φροντίδα, να χάνεις τον άνθρωπό σου και να σε ταράζουν στη γραφειοκρατία. Λες και φταις που αρρώστησες, φταίει ο άλλος που πέθανε, φταίμε που έχουμε ανάγκες.

Δε χρειάζεται η καθημερινότητά μας να έχει τόση ταλαιπωρία, είναι παλαβό. Έφυγα από το ΚΕΠ λες και είχα κάνει κάποιο κατόρθωμα. Τόσο ηλίθια ανακούφιση αισθάνθηκα που τελείωσα μια άχρηστη δουλειά σε δυο ώρες. 

Δεν πρέπει να συνηθίσουμε αυτή την κατάντια, καλύτερα να γκρινιάζουμε, να φωνάζουμε, δεν ξέρω κι εγώ τι.

Οτιδήποτε άλλο είναι καλύτερο από το να συνηθίσεις ότι η ζωή σου δεν αξίζει τίποτα.

****

Ειρήνη Αγαπηδάκη 

Ψυχολόγος με μεταπτυχιακές σπουδές στην Προαγωγή & Αγωγή Υγείας και Υποψήφια Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών