Δε δυσκολεύτηκε καθόλου να πείσει τους ειδικούς για την ψυχική της αστάθεια. Έκλεισε δωμάτιο σε ένα φτηνό ξενοδοχείο, αλλά αρνήθηκε να μείνει εκεί. Ούρλιαζε ότι φοβόταν τους ξενοδόχους κι ότι ήταν όλοι τους τρελοί. Την επόμενη μέρα, ήρθε η αστυνομία να την περιμαζέψει.
Όταν την πήγαν στο δικαστήριο, προσποιήθηκε ότι είχε αμνησία και επαναλάμβανε μηχανικά ότι δε θυμόταν τίποτα. Το «άγριο, κυνηγημένο ύφος της» ξεγέλασε όσους γιατρούς την εξέτασαν, οι οποίοι δήλωσαν ότι ήταν «ξεκάθαρα παράφρων».
Την έκλεισαν στο Φρενοκομείο Θηλέων του Μπλάκγουελ, όπου έμεινε για 10 μέρες.
Έζησε από πρώτο χέρι την τραγική ζωή των γυναικών που έμεναν στο φρενοκομείο. Το φαγητό ήταν ελάχιστο, λίγο πλιγούρι, χαλασμένο κρέας και βρώμικο νερό. Οι πιο επικίνδυνοι ασθενείς ήταν δεμένοι όλοι μαζί με σχοινιά. Τους υπόλοιπους, τους ανάγκαζαν να κάθονται με τις ώρες σε ξύλινα παγκάκια, χωρίς καμία προφύλαξη απ’ το κρύο. Οι νοσοκόμες έβριζαν όποιον τολμούσε να κουνηθεί και χτυπούσαν όποια γυναίκα παράκουγε τις εντολές τους.
Οι ασθενείς ζούσαν μαζί με αρουραίους, σκουλήκια και τις ίδιες τους τις ακαθαρσίες. Όταν τις έπλεναν, το νερό ήταν παγωμένο και τις άφηναν να στεγνώνουν στα κρύα δωμάτια.
Η συνέχεια εδώ
Πηγή: mixanitouxronou.gr