Ο κύκλος της βέρας ήταν η αιωνιότητα, ένα σχήμα χωρίς αρχή και τέλος.
Έπειτα η βέρα έγινε από δέρμα και οστά. Όσο πιο ακριβό ήταν το υλικό, τόσο μεγαλύτερη η αγάπη που έδειχνε ο δωρητής στον παραλήπτη.
Το έθιμο υιοθέτησαν και οι Ρωμαίοι, όμως με άλλο συμβολισμό.
Τότε η βέρα δεν συμβόλιζε την αγάπη του συζύγου προς τη γυναίκα του, αλλά ότι εκείνη ήταν πλέον ιδιοκτησία του.
Οι βέρες ήταν σιδερένιες και λέγονταν «Annulus Pronubus». Στην Πομπηία έχουν βρεθεί τέτοια δαχτυλίδια, που έχουν και επιγραφές.
Οι πιο συνηθισμένες ήταν οι: «Ama me», δηλαδή «αγάπα με».
Το δαχτυλίδι αρραβώνων γεννήθηκε μετά τον 13ο αιώνα, όταν ο πάπας Ιννοκέντιος είπε πως πρέπει να υπάρχει μια περίοδος ανάμεσα στον αρραβώνα και το γάμο.
Η βέρα λειτουργούσε ως δήλωση πως ο συγκεκριμένος άνθρωπος έχει δοθεί σε κάποιον και θα υπάρξει σύντομα γάμος.
Η πέτρα, που συχνά κοσμεί το δαχτυλίδι των αρραβώνων, είναι ιδέα του Μαξιμιλιανού των Αψβούργων. Το 1477 προσέφερε στην αγαπημένη του ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι – το πρώτο καταγεγραμμένο μονόπετρο.
Το 860 μ.Χ. ο πάπας Νικόλαος έκανε υποχρεωτική τη χρυσή βέρα για το γάμο.