Οδυσσέας Ελύτης - «Εχθές έχωσα κάτω απ’ την άμμο το χέρι μου κι έπιασα το δικό της..»

07.09.2021
Οδυσσέας Ελύτης - «Εχθές έχωσα κάτω απ’ την άμμο το χέρι μου κι έπιασα το δικό της..»

IX

«Εχθές έχωσα κάτω απ’ την άμμο το χέρι μου κι έπιασα το δικό της.

Όλο το απόγευμα ύστερα τα γεράνια με κοίταζαν απ’ τις αυλές με νόημα.

Οι βάρκες, οι τραβηγμένες έξω στη στεριά, πήρανε κάτι γνώριμο, οικείο.

Και το βράδυ, αργά, την ώρα που της έβγαλα τα σκουλαρίκια να τη φιλήσω έτσι όπως θέλω εγώ, με τη ράχη ακουμπισμένη στον μαντρότοιχο της εκκλησιάς, μπουμπούνισε το πέλαγος και οι Άγιοι βγήκανε κρατώντας κεριά να μου φωτίσουνε».

[...]

XV

Τα παιδικά μου χρόνια είναι γεμάτα καλαμιές.

Ξόδεψα πολύν άνεμο για να μεγαλώσω.

Μόνον έτσι όμως έμαθα να ξεχωρίζω τους πιο ανεπαίσθητους συριγμούς, ν' ακριβολογώ μες στα μυστήρια.

Μια γλώσσα όπως η ελληνική όπου άλλο πράγμα είναι η αγάπη και άλλο πράγμα ο έρωτας' άλλο η επιθυμία και άλλο η λαχτάρα' άλλο η πίκρα και άλλο το μαράζι' άλλο τα σπλάχνα κι άλλο τα σωθικά.

Με καθαρούς τόνους, θέλω να πω, που -αλίμονο- τους αντιλαμβάνονται ολοένα λιγότερο αυτοί που ολοένα περισσότερο απομακρύνονται από το νόημα ενός ουράνιου σώματος που το φως του είναι ο αφομοιωμένος μας
μόχθος, έτσι καθώς δεν παύει να επαναστρέφεται κάθε μέρα όλος θάμβος για να μας ανταμείψει.

Θέλουμε - δε θέλουμε, αποτελούμε το υλικό μαζί και το όργανο μιας αέναης ανταλλαγής ανάμεσα σ' αυτό που μας συντηρεί και σ' αυτό που του δίνουμε για να μας συντηρεί: το μαύρο, που δίνουμε, για να μας αποδοθεί λευκό, το θνησιμαίο, αείζωο.

Και χρωστάμε στη διάρκεια μιας λάμψης την πιθανή ευτυχία μας.

 

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ. (1996).

Ο Μικρός Ναυτίλος. Αθήνα: Ίκαρος