Νίτσε: «Είμαστε όλοι ηφαίστεια που περιμένουν την ώρα της έκρηξής τους..»

19.11.2020
Νίτσε: «Είμαστε όλοι ηφαίστεια που περιμένουν την ώρα της έκρηξής τους..»

Οι εκρήξεις μας.

-Αναρίθμητα πράγματα που ιδιοποιήθηκε σε προγενέστερα στάδια η ανθρωπότητα, αλλά με μορφή τόσο αδύναμη και εμβρυακή που κανένας δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την ιδιοποίηση αυτή, έρχονται ξαφνικά στο φως πολύ αργότερα, ίσως αιώνες αργότερα- στο μεταξύ έχουν γίνει δυνατά κι έχουν ωριμάσει.

Ορισμένες εποχές, όπως και ορισμένοι άνθρωποι, μοιάζουν να μην έχουν καθόλου το τάδε ή το δείνα ταλέντο, την τάδε ή τη δείνα αρετή: περιμένετε όμως τα εγγόνια και τα δισέγγονά τους, αν μπορείτε να περιμένετε τόσο πολύ - θα φέρουν στο φως ό,τι είχαν μέσα τους οι παππούδες τους, ό,τι είχαν μέσα τους δίχως να το ξέρουν ακόμη.

Συχνά, ήδη ο γιος αποκαλύπτει τον πατέρα του: ο πατέρας καταλαβαίνει καλύτερα τον εαυτό του από τη στιγμή που έχει ένα γιο.

Όλοι έχουμε μέσα μας κρυμμένους κήπους και φυτείες· και, για να χρησιμοποιήσω μια άλλη μεταφορά, είμαστε όλοι ηφαίστεια που περιμένουν την ώρα της έκρηξής τους· κανένας δεν ξέρει όμως πότε, σε λίγο ή σε πολύ, θα γίνει η έκρηξη αυτή -ούτε καν ο καλός Θεός.

Friedrich Nietzsche, Η χαρούμενη επιστήμη (1882) (Πρώτο βιβλίο, 9)

* * *

Περνώντας το γεφυράκι.

-Στις σχέσεις μας με ανθρώπους που ντρέπονται για τα συναισθήματα τους πρέπει να ξέρουμε να προσποιούμαστε.

Οι άνθρωποι αυτοί νιώθουν ξαφνικό μίσος για όποιον τους τσακώνει να έχουν ένα τρυφερό, ενθουσιώδες ή υψηλό συναίσθημα, σαν να είχε δει τα μυστικά τους.

Αν θέλετε να τους κάνετε να νιώσουν καλά τέτοιες στιγμές, κάντε τους να γελάσουν ή πείτε μια ψυχρή και δηκτική κακία· τότε το συναίσθημα τους παγώνει και συνέρχονται αμέσως.

Λέω όμως το επιμύθιο πριν πω την ιστορία.

-Κάποτε ήμασταν τόσο κοντά ο ένας στον άλλο μέσα στη ζωή που τίποτα δεν φαινόταν να εμποδίζει τη φιλία και την αδελφοσύνη μας, και μόνον ένα μικρό γεφυράκι υπήρχε ανάμεσα μας.

Ακριβώς τη στιγμή που πήγαινες να ανεβείς ο' αυτό σε ρώτησα:

«Θέλεις να περάσεις το γεφυράκι για να με συναντήσεις;» -και τότε έπαψες πια να το θέλεις* κι όταν σε ξαναπαρακάλεσα, έμεινες σιωπηλός.

Από τότε βουνά κι ορμητικοί ποταμοί κι ό,τι άλλο χωρίζει και αποξενώνει μπήκαν ανάμεσά μας· κι ακόμη κι όταν το θέλαμε, δεν ήταν μπορετό να συναντηθούμε!

Μα όταν θυμάσαι τώρα εκείνο το μικρό γεφυράκι δεν έχεις πια λόγια -μόνο λυγμούς και απορία.

 

Friedrich Nietzsche, Η χαρούμενη επιστήμη (1882) (Πρώτο βιβλίο, 16) 

Μετάφραση - Επιμέλεια: ΖΗΣΗΣ ΣΑΡΙΚΑΣ - ΝΗΣΙΔΕΣ