κι οι φίλοι μου να περιμένουν το πρώιμο
καλοκαίρι, τι κι αν γινόταν
πετράδι δουλεμένο να φέγγει τη νύχτα.
Πόλη
μου αγαπημένη
πολύβουη μα ερημική, πολύκοσμη μα απρόσιτη
βιτρίνα νεωτερισμών
ψευτίζοντας τη ζωή μας.
Αυτή η θηλυκιά εποχή
στυφή, παράξενη σα γριά με τις εύκολες
συζητήσεις
την πολλή συνάφεια, τη λιγοστή κατανόηση,
την απέραντη μοναξιά
κι ο εφιάλτης πως κάποτε θα ξυνπήσουμε μην
έχοντας πια τίποτε να πούμε
ας ήταν να πάψουν τα βήματα αυτά, πηγαίνουν
και πάλι ξανάρχονται
κι ύστερα σβήνουν στο διάδρομο. Ανάβουνε το
φως της σκάλας
και δεν ακούγεται κανείς.[...]
Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Θάλασσα Και Συγχρονισμός
Εκδόσεις:Ύψιλον