Το ρόδο ρούφηξε απ΄τη δύση
την κόκκινη φωτοπλημμύρα,
και το σκοτάδι, άμα ροδίσει,
πίνει τα ολόγλυκά του μύρα…
Πήρε απ΄τα κύματα η φλογέρα,
κι απ΄τη βροχή, δροσούλα, οι κλάδοι·
η νύχτα πήρε από τη μέρα,
πήρε το φως απ΄ το σκοτάδι…
Ζήλεψα… Οι κόσμοι ήταν γιομάτοι
άστρα, χαμόγελα, άνθη, μύρα!
Πήγα κι εγώ να πάρω κάτι,
μα ήταν πικρό. Και δεν το πήρα.