Στις αμμουδιές, θυμήσου, οι πεθαμένοι,
καθώς περνάς, γυρεύουν να μιλήσουν.
Κείνα που χτίσαμε θα μας γκρεμίσουν.
Μοιάζει να νίκησαν οι νικημένοι.
Τούτη την άνοιξη, κανείς δεν ξέρει!
Ο ποταμός μου γέμιζε το στόμα
κι ο ήλιος με κρατούσε από το χέρι.
Τ’ άλογα γύριζαν χωρίς το σώμα.
Όταν ξανάρθαμε το καλοκαρί,
Θε μου, πώς άλλαζαν οι πύργοι χρώμα!
Νάνος Βαλαωρίτης, Ποιήματα, Ύψιλον.