Κίνα 1919: Τo κίνημα της 4ης Μαΐου

04.05.2020
Κίνα 1919: Τo κίνημα της 4ης Μαΐου

Το 1918, κινέζοι απεσταλμένοι συμμετείχαν στο συνέδριο ειρήνης στο Παρίσι. Παρότι η Κίνα ήταν κατ’ όνομα ένας από τους νικηφόρους συμμάχους, η συμβολή της ήταν μικρή. Ωστόσο, τα Τέσσερα Σημεία του αμερικανού προέδρου Woodrow Wilson, τα οποία περιλάμβαναν και την αρχή της εθνικής αυτοδιάθεσης, έκαναν πολλούς να πιστεύουν πως η Δύση θα φερόταν στην Κίνα με γενναιοδωρία και πως η συνθήκη ειρήνης θα έθετε επίσης τέρμα στην ταπείνωσή της από τις ετεροβαρείς συνθήκες και τις εκχωρήσεις προς τους ξένους.

Από την άποψη αυτή όμως, το συνέδριο ήταν μια αποτυχία. Όποιες κι αν ήταν οι θεωρίες που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογηθεί ο κατακερματισμός της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας στην ανατολική Ευρώπη, καμιά από τις δυνάμεις δεν είχε οποιαδήποτε πρόθεση να αλλάξει την κατάσταση στην ανατολική Ασία. Ο πρόεδρος Wilson, που θα μπορούσε να έχει δώσει κάποια βοήθεια στην Κίνα, βρέθηκε στριμωγμένος από τους ευρωπαίους ηγέτες, τη στιγμή που αντιμετώπιζε επίσης σοβαρές αντιδράσεις στο εσωτερικό. Επιπλέον, οι Ιάπωνες αποκάλυψαν ότι οι απαιτήσεις τους στη Μαντζουρία και το Σανντόνγκ, καθώς και μερικές πρότερες εκχωρήσεις στο πλαίσιο των Είκοσι και Μιας Απαιτήσεων του 1915, είχαν επικυρωθεί σε μυστικές συμφωνίες τους με το καθεστώς του Πεκίνου. Τον Απρίλιο του 1919, όταν το συνέδριο αποφάσισε κατά της Κίνας και υπέρ των ιαπωνικών διεκδικήσεων στο Σανντόνγκ, ένας από τους κινέζους απεσταλμένους έστειλε μια δριμεία ανακοίνωση στις εφημερίδες του Πεκίνου, καταγγέλλοντας την προδοσία της κυβέρνησης και καλώντας σε διαδηλώσεις που θα έδειχναν στις κεφαλές της Ευρώπης την πραγματική έκταση των αντι-ιαπωνικών αισθημάτων.

Στο Πεκίνο, εξημμένο από τις φρούδες ελπίδες για κέρδη από το ευρωπαϊκό συνέδριο, το λαϊκό αίσθημα μετατράπηκε ξαφνικά σε οργή και αγανάκτηση, τόσο από τον απλό λαό όσο και από τις οργανωμένες ομάδες των εργατών και ιδιαίτερα των φοιτητών των πανεπιστημίων. Στις 3 Μαΐου, εν μέσω της γενικής αναταραχής και των μαζικών συγκεντρώσεων, προγραμματίστηκε μια μεγάλη διαδήλωση που θα διαμαρτυρόταν κατά της κυβέρνησης και της ξένης επιθετικότητας, και θα απαιτούσε να αρνηθεί η Κίνα να επικυρώσει τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Στις 4 Μαΐου, περίπου τρεις χιλιάδες διαδηλωτές κινήθηκαν αρχικά εναντίον της περιοχής των ξένων διπλωματικών αποστολών, απ’ όπου εκδιώχθηκαν από τις φρουρές, και στη συνέχεια εναντίον της κατοικίας του Υπουργού Συγκοινωνιών Cao Rulin, ο οποίος βαρυνόταν με μεγάλο μέρος της ευθύνης για τις μυστικές συμφωνίες με την Ιαπωνία. Καθώς το πλήθος μεγάλωνε, η διαδήλωσε μετατράπηκε σε οργισμένο όχλο. Η κατοικία του υπουργού πυρπολήθηκε και ένας από τους φιλοξενούμενους του Τσάο, ο κινέζος πρεσβευτής στην Ιαπωνία, για τον οποίο υπήρχαν υπόνοιες συμμετοχής στις συμφωνίες, ξυλοκοπήθηκε άγρια. Όταν έφτασε η αστυνομία, οι περισσότεροι διαδηλωτές είχαν φύγει, και μόνο δέκα άτομα συνελήφθησαν.

Η διαδήλωση καθαυτή δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλη, αλλά το κίνημα που άρχισε στις 4 Μαΐου συνεχίστηκε τις επόμενες εβδομάδες με μεγάλη σταθερότητα και θέρμη. Οι φοιτητές προχώρησαν σε γενική αποχή και ο πρύτανης του Beijing University, Cai Yuanpei, παραιτήθηκε σε ένδειξη συμπαράστασης. Στις 7 Μαΐου η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αφήσει ελεύθερους τους συλληφθέντες αλλά η αναστάτωση συνεχίστηκε με αποτέλεσμα νέες συλλήψεις. Στο Πεκίνο και σε άλλες μεγάλες πόλεις οι μαγαζάτορες και οι πελάτες τους μποϋκοτάρισαν τα ιαπωνικά προϊόντα, οι λιμενεργάτες αρνήθηκαν να ξεφορτώσουν τα ιαπωνικά πλοία, ενώ επιχειρήσεις και σπίτια Γιαπωνέζων καταστράφηκαν ή λεηλατήθηκαν από τον όχλο. Κατά χιλιάδες έφευγαν τα τηλεγραφήματα προς τη διπλωματική αποστολή στις Βερσαλλίες, με την προτροπή να απορρίψουν τη συμφωνία, ενώ η κυβέρνηση, αρνούμενη να λάβει την οποιαδήποτε θέση, είχε αφήσει την όλη υπόθεση στα χέρια των απεσταλμένων της. Οι κινέζοι φοιτητές του εξωτερικού πολιόρκησαν τους τόπους διαμονής των απεσταλμένων στο Παρίσι και, όταν υπογράφηκε η συνθήκη με τη Γερμανία στις 28 Ιουνίου του 1919, κανένας κινέζος εκπρόσωπος δεν πήρε μέρος στην τελετή. Οι Κινέζοι υπέγραψαν τη συνθήκη με την Αυστρία, πράγμα που τους επέτρεψε να γίνουν μέλη της Κοινωνίας των Εθνών αλλά, όπως ζητούσαν οι ομιλητές και οι διαδηλωτές, και όπως είχε προδιαγραφεί με την άρνηση υπογραφής της συνθήκης με τη Γερμανία, φάνηκε αξιοπρεπέστερο να αντιμετωπίσουν την πιθανότητα ένοπλης βίας παρά να δεχτούν άλλη μια ετεροβαρή συνθήκη.

Όπως αποδείχτηκε, ωστόσο, η 4η Μαΐου ήταν κάτι παραπάνω από ένας περαστικός ενθουσιασμός. Το Κίνημα της 4ης Μαΐου, όπως έμεινε γνωστό, είχε δημιουργηθεί από διανοουμένους, φοιτητές και τους καθηγητές τους στην πολιτική, τη φιλοσοφία και μια καινούρια μορφή φιλολογίας. Οι αλλαγές είχαν αρχίσει να δρομολογούνται από τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης των Μαντσού και είχαν επιταχυνθεί από τον ενθουσιασμό της επανάστασης, αλλά η 4η Μαΐου του 1919 έδωσε στις νέες εξελίξεις ευρεία δημοσιότητα, και καθιέρωσε το σχήμα της αντιπαράθεσης που θα κυριαρχούσε στην κινεζική σκέψη και την κοινή γνώμη της επόμενης γενιάς και που θα επιχειρούσε να βρει απαντήσεις για την ιδιότυπη κινεζική περίπτωση του εικοστού αιώνα.

Φυσικά, το έναυσμα των νέων ιδεών στην Κίνα είχε έρθει από τους φοιτητές που είχαν επιστρέψει από το εξωτερικό. Οι πρώτοι ηγέτες τους ήταν οι Chen Duxiu, Hu Shi και Cai Yuanpei. Ο Cai Yuanpei, που παραιτήθηκε από την πρυτανεία του Beijing University λίγο μετά την 4η Μαΐου, είχε διοριστεί στη θέση αυτή μετά την επιστροφή του από τη Γερμανία και τη Γαλλία το 1916 και υπήρξε σκόπιμη πολιτική του το να ενθαρρύνει την ευρυμάθεια, την επιχειρηματολογία και τη σκέψη μεταξύ των φοιτητών και του προσωπικού, έτσι που τελικά το πανεπιστήμιο εξελίχθηκε σε κέντρο ενδιαφέροντος με ένα πλατύ φάσμα πολιτικών πεποιθήσεων και ιδεολογιών. Ο Chen Duxiu, που είχε επίσης σπουδάσει στη Γαλλία, έγινε κοσμήτορας του Τμήματος Φιλολογίας το 1917, ενώ ο Hu Shi που είχε επιστρέψει από το Cornell και το Columbia της Αμερικής, διορίστηκε καθηγητής της λογοτεχνίας τον ίδιο χρόνο. Τον καιρό της 4ης Μαΐου, ένας νεαρός που ονομαζόταν Mao Zedong και δεν είχε πάει ποτέ στο εξωτερικό, δούλευε ως βοηθός στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη.

Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Cai Yuanpei ήταν ότι έκανε την πανεπιστημιακή διανόηση να ενδιαφερθεί για τα άμεσα προβλήματα της Κίνας. Τον καιρό της αυτοκρατορίας, οι φοιτητές εκπαιδεύονταν ως μελλοντικοί υπάλληλοι, αλλά δεν όφειλαν να έχουν προσωπική γνώμη επί των δημοσίων ζητημάτων. Οι διανοούμενοι γίνονταν σεβαστοί ως η ελίτ της κοινωνίας, αλλά η ακαδημαϊκή τους δουλειά έπρεπε να κινείται εντός των παραδοσιακών πλαισίων. Ακόμη κι αυτοί που έφευγαν στο εξωτερικό για περαιτέρω σπουδές, είχαν λάβει γερές βάσεις στους κινέζους κλασσικούς. Από εδώ και στο εξής όμως, το Beijing University και οι μιμητές του έδωσαν σ’ αυτούς τους ανθρώπους ένα μέρος για να συζητούν και να διδάσκουν, μαζί με ένα έτοιμο, ένθερμο μ’ ένα πρόθυμο ακροατήριο ζηλωτών.

Ο Chen Duxiu εξέδωσε στη Σαγκάη ένα περιοδικό με το όνομα ‘Περιοδικό της Νεότητας’, αργότερα γνωστό ως ‘Καινούρια Νιότη’ (新年) ή ‘La Jeunesse’. Από τα πρώτα κιόλας τεύχη, ο Chen χρησιμοποίησε το περιοδικό για να επιτεθεί στις συντηρητικές συμπεριφορές και προέτρεψε το αναγνωστικό του κοινό να επιλέξει τις ενεργητικές, ανεξάρτητες και επιστημονικές πλευρές της Δυτικής κουλτούρας και να προσεγγίζει την πολιτική με πρακτική και όχι στείρα ιδεαλιστική σκέψη. Επιτέθηκε στον κομφουκιανισμό και έριξε την ευθύνη για την κακοδαιμονία της Κίνας στην παθητική αποδοχή της παράδοσης. Για τον Τσεν και τους συντρόφους του, ο αρχαίος πολιτισμός της Κίνας που τόσοι πολλοί – Κινέζοι και ξένοι – εξυμνούσαν και προσπαθούσαν να διατηρήσουν, ήταν καλύτερα να ιδωθεί ως μυλόπετρα κρεμασμένη στο λαιμό του έθνους που κρατούσε την Κίνα μακριά από την πρόοδο του σύγχρονου κόσμου.

Κάτι εξίσου σημαντικό με την προπαγάνδα που δημοσίευε η ‘Καινούρια Νιότη’, ήταν το γεγονός ότι τα περισσότερα από τα άρθρα του ήταν γραμμένα στη δημοτική, την baihua (白话), και όχι στην κλασσική κινεζική. Και για τις δύο μορφές της γλώσσας χρησιμοποιούνται ιδεογράμματα, αλλά η κλασσική κινεζική αποτελούσε το αναγνωρισμένο μέσο έκφρασης της φιλοσοφίας, της ιστορίας και της λόγιας και αξιοπρεπούς συγγραφής. Η baihua θεωρείτο γενικώς άκομψη και ανεπαρκής αλλά χρησιμοποιείτο ευρέως στα λαϊκά γραπτά, συμπεριλαμβανομένων και των μεγάλων μυθιστορημάτων της δυναστείας των Τσινγκ.

Ο Hu Shi, ήδη ένας από τους πιο διακεκριμένους κλασσικούς φιλολόγους του καιρού του, χρησιμοποιούσε στα γραπτά του την baihua, και ανέπτυξε ένα καθαρό και αποτελεσματικό στυλ γραφής για τη φιλολογική και φιλοσοφική αντιπαράθεση. Οι προσωπικές του ιδέες ήταν φιλελεύθερες και πραγματιστικές, και επεδίωκε να επιφέρει αλλαγές στην κοινωνία μέσα από την προσεκτική μελέτη των προβλημάτων της, το συνεχή πειραματισμό και τη σταδιακή προσαρμογή. Ως ‘δυτικιστής’, πίστευε ότι η δημοκρατία και η επιστήμη (τις οποίες ανέφερε σε κάποιο σλόγκαν ως κύριο De [democracy] και κύριο Sai [science]) παρείχαν τις καλύτερες λύσεις για τα προβλήματα της Κίνας. Πάνω απ’ όλα, ήταν αντίθετος στην απόλυτη ιδεολογία, είτε αυτή ήταν ο συντηρητικός κομφουκιανισμός είτε ο νέος μαρξιστικός κομμουνισμός ο οποίος κέρδιζε σε δημοτικότητα μετά τη Ρωσική Επανάσταση.

Το 1919 ωστόσο, η αντιπαράθεση αυτή δεν είχε ακόμη πάρει την ολοκληρωτική της μορφή. Τουλάχιστο στον κόσμο της διανόησης, οι συνήγοροι του συντηρητισμού είχαν στο μεγαλύτερο μέρος ανατραπεί, και μια πλειάδα νέων περιοδικών και νέων συγγραφέων χρησιμοποιούσαν τη baihua για να κηρύξουν τις μοντέρνες ιδέες και το φιλελευθερισμό. Οι διαδηλώσεις της 4ης Μαΐου τοποθέτησαν αυτούς τους επιστήμονες και διανοητές, αλλά και τους οπαδούς τους στο φοιτητικό κόσμο, σε μια νέα θέση εντός της κινεζικής κοινωνίας: διατηρούσαν ακόμη το κύρος του παρελθόντος αλλά ήταν αντίθετοι στην αυθαίρετη εξουσία των κυβερνήσεων που βασίζονταν στη στρατιωτική ισχύ, ήταν ένθερμοι εθνικιστές και ισχυρίζονταν πως ενεργούν ως η συνείδηση του λαού.

***

Πηγή: China This Century, Rafe de Crespigny, Oxford University Press, Hong Kong, 1992

Μετάφραση & επιμέλεια: