δρόμοι που πήρα με χαμηλωμένα μάτια,
φώτα που πέσαν πάνω μου ανελέητα,
λόγια πιο πρόστυχα κι απ’ τις χειρονομίες-
μα πιο πολύ, η όψη της μητέρας μου,
όταν γυρνώ αργά το βράδυ και τη βρίσκω
μ’ ένα βιβλίο στο χέρι να προσμένει
βουβή, ξαγρυπνισμένη και χλωμή.
Από την ποιητική συλλογή «Ξένα γόνατα», (1954)