Αποτύχαμε να προξενήσομε ενδιαφέρον στα ζώα.
Οι σκύλοι απογοητευμένοι περίμεναν μια εντολή.
Μια γάτα, ως είθισται ανήθικη, ήταν στο παρά ένα να κοιμηθεί.
Ένα άτομο εμφανώς πολύ κλειστό
Ποσώς νοιαζότανε ν' ακούσει για τα περασμένα.
Οι φιλικές κουβέντες τη συνοδεία βότκας ή καφέ,
θα έπρεπε να κόβονται με το πρώτο σημάδι ανίας.
Εξευτελιστική θα ήτανε η πληρωμή με την ώρα,
Ενός ανθρώπου μ' ένα δίπλωμα, μόνο για να τον ακούσεις.
Εκκλησίες. Ίσως οι εκκλησίες. Αλλά τι να εξομολογηθείς εκεί;
Πως βλέπουμε τούς εαυτούς μας όμορφους και ευγενείς;
Ενώ μετά στο σπίτι μας ένας άσχημος φρύνος
Μισοανοίγει τα παχιά του βλέφαρα
Και απροκάλυπτα ομολογεί: "Έίμαι εγώ."
White clouds refused to accept them, and the wind
Was too busy visiting sea after sea.
We did not succeed in interesting the animals.
Dogs, disappointed, expected an order,
A cat, as always immoral, was falling asleep.
A person seemingly very close
Did not care to hear of things long past.
Conversations with friends over vodka or coffee
Ought not be prolonged beyond the first sign of boredom.
It would be humiliating to pay by the hour
A man with a diploma, just for listening.
Churches. Perhaps churches. But to confess there what?
That we used to see ourselves as handsome and noble
Yet later in our place an ugly toad
Half-opens its thick eyelid
And one sees clearly: "That's me."
Ο Τσέσλαβ Μίλος (Czesław Miłosz) ήταν Πολωνός ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής και διπλωμάτης. Διέφυγε στη Δύση το 1951 και απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα το 1970. Το 1980 βραβεύθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.