«Αυτό που έχει σημασία, γιέ μου, δεν είναι να κάμεις το γύρο του κόσμου, είναι να κάμεις το γύρο του κέντρου του κόσμου!»

24.05.2019
«Αυτό που έχει σημασία, γιέ μου, δεν είναι να κάμεις το γύρο του κόσμου, είναι να κάμεις το γύρο του κέντρου του κόσμου!»

-Ο έρωτας είναι ο πιο μεγάλος παιδαγωγός· η μέθοδος τους είναι η πιο σίγουρη· βασίζεται στις βαθύτερες αισθήσεις μας, την αφή και την όσφρηση.

-Ναι, το γόνιμο θάνατο, που ‘ναι πιο ζωντανός απ΄τη ζωή. Το θάνατο, τον ανώτερο έρωτα.

-Μη ζωγραφίζετε, δίδασκε ένας παλιός σοφός, το δημιουργημένο πράγμα· παρά τις δημιουργικές δυνάμεις που το γέννησαν!

-Ο Βούδας, ο Χριστός, ο Διόνυσος είναι ένα – ο άνθρωπος αυτός ο εφήμερος Θεός, που πάσχει.

 -Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα τα δύο τούτα ρεύματα παλεύουν:

α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία·

β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο.

– Χωρίς μάταιες ανταρσίες να δεις και να δεχτείς τα σύνορα του ανθρώπινου νου, και μέσα στ΄αυστηρά τούτα σύνορα αδιαμαρτύρητα, ακατάπαυστα να δουλεύεις – να ποιο είναι το πρώτο σου χρέος.

– Πειθαρχία, να η ανώτερη αρετή. Έτσι μονάχα συζυγιάζεται η δύναμη με την επιθυμία και καρπίζει η προσπάθεια του ανθρώπου.

– Ας ενωθούμε, ας πιαστούμε σφιχτά, ας σμίξουμε τις καρδιές μας, ας δημιουργήσουμε εμείς, όσο βαστάει ακόμα η θερμοκρασία τούτη της Γης, όσο δεν έρχονται σεισμοί, κατακλυσμοί, πάγοι, κομήτες να μας εξαφανίσουν, ας δημιουργήσουμε έναν εγκέφαλο και μιαν καρδιά στη Γης, ας δώσουμε ένα νόημα ανθρώπινο στον υπερανθρώπινον αγώνα! Τούτη η αγωνία είναι το δεύτερο χρέος.

– Καλή η στιγμή, παράτα πίσω σου το νου και την καρδιά, τράβα μπροστά, κάμε το τρίτο βήμα. Γλίτωσε από την απλοϊκή άνεση του νου που βάνει τάξη κι ελπίζει να υποτάξει τα φαινόμενα. Γλίτωσε από τον τρόπο της καρδιάς που ζητάει κι ελπίζει να βρει την ουσία. Νίκησε το στερνό τον πιο μεγάλο πειρασμό, την ελπίδα. Τούτο είναι το τρίτο χρέος.

– Χρέος σου, ήσυχα, χωρίς ελπίδα, με γενναιότητα, να βάνεις πλώρα κατά την άβυσσο. Και να λές: Τίποτα δεν υπάρχει! Τίποτα δεν υπάρχει! Μήτε ζωή, μήτε θάνατος. Κοιτάζω την ύλη και το νου σα δυο ανύπαρχτα ερωτικά φαντάσματα να κυνηγιούνται, να σμίγουν, να γεννούν και να αφανίζονται, και λέω: «Αυτό θέλω!»

– Συλλογίζομαι αυτή την κηπουρική, μήπως είναι καλή για τους μέσα μας κήπους… Αγάπη, σταθερότητα, υπομονή· να κάμεις την καρδιά σου έναν κήπο·να του δώσεις το μοναδικό νόημα που μπορεί να μεταρσιώνει την ψυχή. Να τη μεταρσιώνει και να την πηγαίνει άτρομα στο θάνατο…

– Μα η τραγική τούτη έννοια του εφήμερου μετουσιώνεται βίαια στην ηρωική ψυχή του Γιαπωνέζου. Κι αντί να γίνει μοιρολατρία και απόγνωση, γίνεται λαχτάρα να χαρεί, να δουλέψει, να γεννήσει, πριν έρθει ο σεισμός, ο ανεμοστρόβιλος κι ο θάνατος. Ιδού γιατί έχετε διαλέξει γι΄ ανώτατα σύμβολά σας ένα άστρο, τον ήλιο που ανατέλνει· ένα λουλούδι, το χρυσάνθεμο· κι ένα ψάρι, τον κυπρίνο. Ο ήλιος συμβολίζει για σας τις τρεις μεγάλες αρετές: τη γνώση, την καλοσύνη και τη γενναιότητα· το χρυσάνθεμο αντέχει και ανθεί μέσα στα χιόνια· κι ο κυπρίνος ανεβαίνει ανάρεμα τον ποταμό και νικάει την τρομερή δύναμη που τον σπρώχνει προς τα κάτω·

– Ποιος είναι ο σκοπός σου; Να μάχεσαι να πιαστείς στέρεα από το κλαρί, κι είτε σα φύλλο είτε σαν άνθος είτε σαν καρπός να σαλεύει μέσα σου, ν΄ανανεώνεται και ν’ αναπνέει ολάκερο το δέντρο. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.

– Η ηδονή είναι ανήλεος αγώνας, ακαταπόνετο μίσος των δυο φίλων, δυο εχτρικές κοσμικές δυνάμεις που πλάθουν τον κόσμο: αυτό που ανεβαίνει και αυτό που κατεβαίνει. Ο άνεμος που θέλει να σηκώσει το κεφάλι του κατά τον ουρανό· κι η γυναίκα, που τον αδράχνει σουρίζοντας, νιαουρίζοντας και τον κατεβάζει στη γη. Οι Γιαπωνέζες γκέισες σκύβουν απάνω στου άντρα, στην ερωτική στιγμή, σαν να ‘ταν άρρωστος και θέλουν να τον γιατρέψουν ή σαν να ‘ταν ο γιος τους και ανοίγουν τον κόρφο τους να βυζάξει. Η Κινέζα σκύβει πάνω στον άντρα σα να ‘ταν θανάσιμος εχτρός, που τον έπιασε στον πόλεμο, και ξέρει πως έλεος δεν υπάρχει. Η Κίρκη πρέπει να ‘ταν κίτρινη και Κινέζα. Όλες οι άσπρες Σειρήνες πόσο φαίνονται απλοϊκές και πρωτόβγαλτες, αγράμματες στον έρωτα, άπραγες και άβαθες, που μπερδεύουν την ηδονή με την ευτυχία ή με το σπορ ή με το χρυσάφι.

– Αυτό που έχει σημασία, γιέ μου, δεν είναι να κάμεις το γύρο του κόσμου, είναι να κάμεις το γύρο του κέντρου του κόσμου!

– Ο νεκρός είναι ένας στρόβιλος από αόρατες δυνάμεις, που ο ζωντανός πρέπει να τις εξιλεώσει με θυσίες και προσευχές· αλλιώς αλίμονό του!

– Η καρδιά σμίγει ό,τι ο νους χωρίζει, ξεπερνάει την παλαίστρα της ανάγκης και μετουσιώνει το πάλεμα σε αγάπη. Ακροπόδιζε στον αχόρταγο γκρεμό και πολέμα να συντάξεις τα΄όραμα. Ανασήκωσε την πολύχρωμη καταπαχτή του μυστηρίου· τ΄ άστρα, τις θάλασσες, τους ανθρώπους, τις ιδέες· δώσε μορφή και νόημα στην άμορφη, άμυαλη απεραντοσύνη. Περιμάζωσε στην καρδιά σου όλες τις τρομάρες, ανασύνθεσε όλες τις λεπτομέρειες. ‘Ενας κύκλος είναι η λύτρωση · κλείσε τον! Τι θα πει ευτυχία; Να κοιτάς με αθόλωτο μάτι όλα τα σκοτάδια.

– Σα να ‘ναι όλη η ζωή ετούτη τ΄ορατό αιώνιο κηνύγι ενός αόρατου Γαμπρού, που κυνηγάει από κορμί σε κορμί την αιωνιότητα, την αδάμαστη Νύφη. Κι εμείς, όλο το ψίκι της γαμήλιας πομπής, φυτά, ζώα, ανθρώποι, χιμούμε τρέμοντας, προς τη μυστική παστάδα. Και καθένας κρατάει με δέος τα ιερά σύμβολα του γάμου – άλλος το φαλλό, άλλος τη Μήτρα

– Όλα είναι ένα: μακάριος όποιος μπορεί μέσα απ΄τ΄ αναρίθμητα και ρεούμενα πρόσωπα να διακρίνει αυτή την ασάλευτη ενότητα. Θα προσκυνήσει τότε με σέβας το ανθρώπινο λίπασμα

– Πού την είχα δει; Πουθενά. Αλλά το ρεούμενο και τρεμάμενο πρόσωπο της αντιστοιχούσε θαυμάσια με το σταθερό πρόσωπο που γύρευα πάνω στη γη. Το μυστήριο της λαχτάρας να ενωθείς με κάποιον, που το λεν έρωτα, μου φάνηκε πάντα σα μια τρομερή ανάμνηση· μια προσταγή δοσμένη από κάποιον σπηλιώτη πρόγονο…

– Τα κεφάλια που βγαίναν από τους φεγγίτες μου φάνηκαν σα να τα είχαν στο καρκάνι. Ναι, όλες αυτές οι γυναίκες, οι άθλιες αδερφάδες μας, είχανε κρεμασμένη στο λαιμό τους την πόρτα, την παράγκα ολάκερη, το Ταμινόι, το Τόκιο, εσάς κι εμένα, την ανθρωπότητα όλη… Ένιωσα να με σκεπάζει η ντροπή. Τις είχαμε αφήσει, εμείς οι άντρες, τις γυναίκες τούτες να πάρουν απάνω τους όλη την ευτύνη. Τις είχαμε αφήσει να πολεμούν στα πιο επικίντυνα πόστα· κι εμείς, άναντρα, είχαμε κρυφτεί από πίσω τους.

– Η άκρα ευγένεια, που κατάντησε ρουτίνα, δεν κοστίζει τίποτα. Οι τρακόσιοι περίπλοκοι κανόνες της εθιμοτυπίας κι οι τρείς χιλιάδες τα παραγγέλματα της καλής συμπεριφοράς, με το να δουλευτούν πόσους αιώνες συνειδητά, ξέπεσαν στο υποσυνείδητο κι έγιναν ένστιχτα.

– Τρώτε και πίνετε, άρχοντες! Ποιο να ‘ναι το κόκκινο πουλί απάνω στα κεφάλια σας; Δεν είναι πληγή, και μη φοβάστε, άρχοντές μου! Είναι το στόμα μου που τραγουδάει!

– Όταν πολεμάς για τη λευτεριά αποκρίθικε ξηρά, είσαι κιόλας λεύτερος.

– Κι όλες τούτες οι μέσα φτερούγες που τανύστηκαν βασιλικά; Ούτε μια κραυγή που να προδίδει την περήφανη χαρά απ΄την απάρνηση;

– Ο έρωτας για μια γυναίκα άλλης ράτσας είναι σπαραχτικός, γεμάτος από βαθιές περιέργειες, ξεσκισμένος από ανεξήγητες τύψεις για κάποια έσχατη προδοσία. Όσο βγαίνει από τον ίσιο δρόμο , τόσο ο πειρασμός είναι γλυκότερος κι οι υποσχέσεις πιο μεγάλες. Ο κίντυνος να χαθούμε αυξαίνει μα ο κύκλος της εμπειρίας μας φαρδαίνει, κι η ελπίδα να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας μεγαλώνει. Δεν είναι αυτό τάχα που πεθυμάει η ζωή, αυτή η τυχοδιώκτισσα;

– Μαχόμενη αρετή, χρήσιμη ηθική, τάξη, υποταγή κι ευγένεια, ο κοινός νους μέτρο των πραγμάτων.

– Η στερνή, η πιο ιερή μορφή της θεωρίας είναι η πράξη.

– Η ανώτερη αρετή δεν είναι να ‘σαι ελεύτερος, παρά να μάχεσαι για ελευτεριά.

– ΜΗΝ ΚΑΤΑΔΕΧΕΣΑΙ ΝΑ ΡΩΤΑΣ: «ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ; Θα νικηθούμε;» Πολέμα!

– Καμιά προσφυγή στους Θεούς ή στους προγόνους, παρά χαλινάρι στη φαντασία, διώξιμο του φόβου: να κάνεις πως δεν τον ξέρεις, αυτός είναι ο πιο σίγουρος δρόμος. Ο Δον Οδυσσέας δεν αγνοούσε αυτή την υψηλή πανουργία.

– ΈΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΤΕΒΑΙΝΕΙ ΛΑΜΝΟΝΤΑΣ ΕΝΑ μεγάλο ποταμό. Πολλά χρόνια, μέρα και νύχτα, έλαμνε κι ερευνούσε τον ορίζοντα. Άξαφνα το ρέμα έγινε τρομερό, ο άνθρωπος σήκωσε το κεφάλι κι έστησε το αυτί: ο ποταμός ήταν ένας καταρράχτης, δεν είχε σωτηρία. Τότε ο άνθρωπος σταύρωσε τα κουπιά , σταύρωσε τα χέρια κι άρχισε να τραγουδάει. Συλλογίζουμαι αυτό το τραγούδι, κι η καρδιά μου πάει να σπάσει. Αυτός είναι ο μοναδικός ύμνος της λευτεριάς!

Να νικήσεις την ελπίδα, να νιώσεις επιτέλους πως δεν υπάρχει σωτηρία, και να βγάλεις από αυτή την αποκάλυψη μιαν αδάμαστη χαρά, να ποια είναι η ψηλότερη κορφή που μπορεί να λαχταρήσει ένας άνθρωπος. «Προσπάθησε να βάλεις τον ασήμαντο πόνο σου μέσα στον απέραντο πόνο του κόσμου, μην αφήνεις την ατομική σου περίπτωση να παίρνει διαστάσεις γελοίες! Στάσου σαν άντρας! Στάσου σαν άντρας! Βροντοφώναξε επιτέλους τον ύμνο της λευτεριάς!»

– Να ‘σαι μονάχος, να κάνεις από τη μοναξιά μιαν ανάβρα δύναμης και χαράς, να ‘χεις νικήσει την ελπίδα και το φόβο, τι ευτυχία!

 

από το βιβλίο «Ο Βραχόκηπος» του Νίκου Καζαντζάκη

searchingthemeaningoflife