Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
Τη νύχτα των Χριστουγέννων, ο Εφίμ Φόμιτς Περεκλάντιν, δημόσιος υπάλληλος, έπεσε να κοιμηθεί στενοχωρημένος, καταρρακωμένος, θα έλεγα.
«Παράτα με, διαβολεμένη!» μούγκρισε κακιωμένος στη γυναίκα του, όταν τον ρώτησε γιατί είναι έτσι μουτρωμένος.
Είχε μόλις επιστρέψει από μια επίσκεψη, όπου ειπώθηκαν πολλά δυσάρεστα και προσβλητικά πράγματα για το άτομό του.
Μάθανε να λένε ψέμματα και τους άρεσε το ψέμα, και μάθανε την ομορφιά του ψέματος.
Ίσως όλα αυτά να αρέσανε πολύ αθώα, για τ’ αστεία, από απλή φιλαρέσκεια, σαν ένα ευχάριστο παιχνίδι, και ίσως πραγματικά εξ αιτίας κάποιου μορίου, μα αυτό το μόριο εισχώρησε μέσα στην καρδία τους και τους φάνηκε ευχάριστο.
Ποια είναι η θέα σου; Ό,τι βλέπεις από το παράθυρό σου. Ας το πούμε κι όριο του εγκλωβισμού.
Πίσω από το παράθυρο, πέρα από το κάδρο του υπάρχει ένα ολόκληρος κόσμος.
Μα δεν είναι ένας κινούμενος πίνακας η θέα από το παράθυρο; Αλλάζει φως, σχήμα έχει κίνηση.
Εισπνοή.
Τους τελευταίους δύο μήνες, η ζωή μας θυμίζει σκηνή από την ταινία “Sully”, του 2016 με πρωταγωνιστή τον Τομ Χανκς και σκηνοθέτη τον Κλιντ Ίστγουντ.
Η ωριμότητα του ανθρώπου είναι να ξαναβρεί τη σοβαρότητα με την οποία έπαιζε όταν ήταν παιδί. - Φ. Νίτσε
Αυτό ήταν το θέμα που απασχολούσε σε μεγάλο βαθμό το Νίτσε, ο οποίος δήλωνε ότι σε «κάθε αυθεντικό άνθρωπο υπάρχει ένα παιδί που θέλει να παίξει».
Από την κλειδαρότρυπα κρυφοκοιτάω τη ζωή
την κατασκοπεύω μήπως καταλάβω
πώς κερδίζει πάντα αυτή
ενώ χάνουμε εμείς.
«Η θάλασσα ψύχραιμη και ασύσπαστη
λες κι απ’ τις άκρες της σφιχτά
την έπιασ’ η στεριά και την τεντώνει.
«Δε σ’ ακολουθώ πια» φώναξα, μα εκείνος μ’ έσπρωξε, το αμάξι κατρακύλησε μες στη νύχτα, πού πηγαίναμε; στις γωνιές, με μεγάλα κάτωχρα πρόσωπα, στέκανε οι Σιωπηλοί, μόλις προφταίναμε να παραμερίσουμε για να μη μας γκρεμίσουν,