Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
Ας μην καθήσουμε να μετρήσουμε
Ποιανού δάκρυα ήταν πιο ζεστά.
Μπορεί πιο ζεστά να’ ναι κείνα
Που δε χύθηκαν ακόμη.
[…] Σήμερα που όλα ωθούν τους νέους να αγαπηθούν ελεύθερα, εκείνοι λες και αρνούνται.
Οι γονείς τούς προτρέπουν να ζευγαρώσουν, τους επιτρέπουν να ζουν ένα ειδύλλιο ελεύθερα, στα σχολεία γίνεται σεξουαλική ενημέρωση, η τηλεόραση τους τα φανερώνει από το πρωί μέχρι το βράδυ όλα και τα πιο σκανδαλιστικά, οι αφίσες στους δρόμους κρέμονται ερεθιστικές κι όμως…
Κάθε άνθρωπος με το να κάνει το καλό η το κακό, εξασκεί τη δύναμη του σε άλλους... και δεν ζητά τίποτε περισσότερο. Κάνοντας το κακό, εξασκείς τη δύναμη σου σ' όλους εκείνους που είσαι αναγκασμένος να τους κάνεις να την νοιώσουν, να την αισθανθούν, γιατί το κακό, ο πόνος δηλαδή, για τον σκοπό αυτό, είναι ένα μέσο περισσότερο αισθητό από την ηδονή.
Εριστική διαλεκτική είναι η τέχνη να αντιπαρατίθεσαι με τέτοιο τρόπο ώστε να κατακτάς το δίκιο σου per fas et nefas [με δίκαια και άδικα μέσα].
Η αντικειμενική αλήθεια ενός λογισμού και η αποδοχή της από τους φιλονικούντες και τους ακροατές (τους αποδέκτες της διαλεκτικής) είναι δύο πράγματα διαφορετικά.
Πίστευαν και οι δυο ακράδαντα
ότι ένα ξαφνικό πάθος τους ένωσε.
Μια τέτοια βεβαιότητα είναι ωραία,
αλλά η αβεβαιότητα είναι ακόμη πιο ωραία.
«Πώς πάει το Λεξικό;» είπε ο Γουίνστον, υψώνοντας τη φωνή του για ν΄ ακουστεί.
«Αργεί», είπε ο Σάιμ. «Βρίσκομαι στα επίθετα. Είναι συναρπαστικό».
Έλαμψε αμέσως μόλις έγινε λόγος για τη Νέα Ομιλία. Έσπρωξε από μπροστά του τη γαβάθα, πήρε το ψωμί στο ένα ντελικάτο χέρι και το τυρί στο άλλο, κι έσκυψε πάνω στο τραπέζι για να μπορεί να μιλάει χωρίς να φωνάζει.
Με κοίταξε άναυδος.
— Με σοβαρά πράματα!
Με έβλεπε, με το σφυρί στο χέρι και τα δάχτυλα μαύρα απ’ το γράσο,σκυμμένο πάνω από ένα αντικείμενο που του φαινόταν πολύ άσχημο.
«-Να ξέραμε, αφεντικό, είπε, τι λένε οι πέτρες, τα λουλούδια, η βροχή!
Μπορεί να φωνάζουν, να μας φωνάζουν, κι εμείς να μην ακούμε.
Να, όπως κι εμείς φωνάζουμε κι αυτά δεν ακούνε.
Εκείνοι που συνηθίζουμε να λέμε, ερωτικούς ή παθιασμένους χαρακτήρες ανήκουν πολύ συχνά σε μια πονεμένη κατηγορία παιδιών.
Των παιδιών που στα πολύ μικρά τους χρόνια στερήθηκαν την επαρκώς τρυφερή στοργή απο γονείς τους.