.
Ένας άνδρας πουλούσε φωνές και λέξεις και πήγαινε καλά, παρόλο που συναντούσε πολύ κόσμο που διαφωνούσε για τις τιμές και ζητούσε να τις κατεβάσει. Ο άνδρας υποχωρούσε σχεδόν πάντοτε, κι έτσι μπόρεσε να πουλήσει πολλές φωνές πλανόδιων πωλητών, μερικούς στεναγμούς που αγόραζαν κυρίες εισοδηματίες, και λέξεις για διαφημίσεις, σλόγκανς, κάρτες επιχειρηματιών κι άλλους τέτοιους εξυπνακισμούς.
Ο Διάβολος είναι μουσουλμάνος
Ο Δάντης ήξερε πως ο Μωάμεθ ήταν τρομοκράτης. Γι’ αυτό και τον τοποθέτησε σε έναν από τους κύκλους της Κόλασης, να τον σουβλίζουν αιώνια. Ο ποιητής γράφει στη Θεία Κωμωδία: «Τον είχαν τρυπήσει, από το πιγούνι μέχρι κάτω χαμηλά…»
Ονομάζω τοξικούς εκείνους τους ανθρώπους που όταν μας βλέπουν δείχνουν μεγάλη χαρά επειδή έχουν ήδη έτοιμη την κουβέντα που ξέρουν ότι θα μας πικράνει.
Δεν είναι εύκολο να τους βγάλουμε απ’ τη ζωή μας αλλά δεν χάνουμε τίποτα αν προσπαθήσουμε.
Ο πολυμαθής φιλόσοφος επηρεασμένος, όπως όλοι οι υλιστές του 18ου αιώνα από τον Βάκωνα, πίστευε πως η γνώση -εμπειρική στην προέλευσή της- δεν έχει σκοπό να φτάσει στην αφηρημένη αλήθεια, αλλά να τελειοποιήσει και να αυξήσει τη δύναμη του ανθρώπου.
Τσογλάνια, αλήτες και ρουφιάνοι στις γωνιές
φορούν παράσημα χρυσά για ρουφιανιές.
Το μέλλον έρχεται θολό και απατηλό
κι εγώ τους στίχους μου στο τίποτα πουλώ.
Αυτά μ’ αρρώστησαν, γιατρέ, με κυνηγούν.
Μ’ αυτά πορεύτηκα κι αυτά μ’ αιμορραγούν.
«...και με την πέτρα που κρατάς
χτίσε καινούργιους κόσμους»
Παντ. Θαλασσινός
(στίχοι: Κώστας Φασουλάς)
Οι μαυροντυμένες γριές ήταν αρχόντισσες.
Περπατούσαν πάντα σκυφτές, κάποιες νόμιζες ήταν έτοιμες ν’ αγγίξουν το χώμα που πατούσαν.