
Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
Τὸ σούρουπο ἔχει πάντα τὴ θλίψη
ἑνὸς ἀτέλειωτου χωρισμοῦ
Κι ἐγὼ ἔζησα σὲ νοικιασμένα δωμάτια
μὲ τὶς σκοτεινὲς σκάλες τους
ποὺ ὁδηγοῦνε
ἄγνωστο ποῦ…
Σηκώθηκε και τους ετοίμασε τέλεια το πρωινό
με μαθηματικές κινήσεις.
Τους χαιρέτησε: Στο καλό σας αγαπάω μην αργήσετε
απ’ το σοφά γυαλισμένο κεφαλόσκαλο.
Είναι πολύ μακρινές οι γυναίκες. Τα σεντόνια τους μυρίζουν καληνύχτα.
Ακουμπάνε το ψωμί στο τραπέζι για να μη νιώσουμε πως λείπουν.
Τότε καταλαβαίνουμε πως φταίξαμε. Σηκωνόμαστε απ’ την καρέκλα και λέμε:
«Κουράστηκες πολύ σήμερα», ή «άσε, θ’ ανάψω εγώ τη λάμπα».
Είμαστε,
συναρτήσεις φλύαρων απόπατων,
αρμονικών χρωμάτων,
ανάπηρων λοστών
όταν λιώνει το σπίρτο απάνω στο χέρι μας,
Σοῦ στήνω μιὰ καλύβα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων,
ἕνα κῆπο νὰ περπατᾷς, ἕνα ρυάκι νὰ καθρεφτίζεσαι,
μιὰ πλούσια πράσινη φραγὴ νὰ μὴν σὲ βρίσκει ὁ ἄνεμος
ποὺ βασανίζει τοὺς γυμνοὺς – στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων!
Όταν γυρίσω
θα γυρίσω με τα ρούχα και τ' όνομα ενός άλλου.
Kανείς δε θα με γνωρίσει.
Kι αν δε θα με γνωρίσεις και πεις
"Δεν είσαι εσύ", θα σου δώσω σημάδια, να πιστέψεις.
Φεγγάρια, όργανα, σεντέφια, ρόδα, λάμπες
καθώς επίσης και του Ντύρερ οι γραμμές
οι εννιά αριθμοί, το μεταβλητό μηδέν,
όλα αυτά, πρέπει να προσποιηθώ ότι υπάρχουν.
Ξέρω πως θα `ρθει και δε θα `μαι όπως είμαι,
να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου.
Μήτε σκυμμένος στις σελίδες κάποιου τόμου,
εκεί που υψώνομαι να μάθω ότι κείμαι.