Οι φυλές της παραλίας

05.07.2017
Οι φυλές της παραλίας

Κοιτάξτε, αρχικά ήθελα να βάλω σαν τίτλο τις φυλές του «Μπιτσόμπαρου», επειδή ναι μεν η παραλία είναι λέξη Ελληνική και κατανοητή από όλους, πλην όμως δεν ανταποκρίνεται στο σήμερα αλλά σε μια άλλη εποχή αλήστου μνήμης όπου το beach bar θα φάνταζε ως ουτοπική επένδυση ανίδεου, ο οποίος ζητούσε να πουλήσει κάτι το οποίο παρεχόταν δωρεάν.

Το κλασικό μοντέλο ήταν η ελεύθερη πρόσβαση στα ατέλειωτα χιλιόμετρα των Ελληνικών ακτών, οργανωμένες πλαζ ήταν ελάχιστες όπου συνήθως πήγαινε η μικρή ελίτ της εποχής, οι δε επιπλέον παροχές των σημερινών παραθαλάσσιων επιχειρήσεων είτε θεωρούνταν ως μη αναγκαίες, είτε μεταφερόμενες. Ας το πιάσουμε από την αρχή.

Ξαπλώστρες, ή μάλλον καρέκλες θαλάσσης, μεταφερόταν επ’ ώμου, ή αρκούσε η κλασική ψάθα θαλάσσης, κακή απομίμηση ξαπλώστρας επειδή, είτε ήταν μικρή, είτε όσες πέτρες και να έβαζες περιμετρικά την έπαιρνε το αεράκι και την έψαχνες, σε κάθε δε περίπτωση γέμιζε άμμο και η ψάθα και εσύ. Έτσι, απλώς για να υπάρχει. Θαλάσσια ομπρέλα. Συνήθως τεχνούργημα κακής ποιότητας αποκτημένο ως προϊόν διαφήμισης που αφορούσε συνήθως τη διαφήμιση τύπου «Ελαστικά Pirelli», «Βουλκανιζατέρ Μήτσος» και άλλα τέτοια διακριτικά, πλην όμως έκδηλα του που είναι η παρέα, επειδή γινόταν αντιληπτή από χιλιόμετρα (διακριτικά κόκκινη με τεράστια κίτρινα γράμματα). Συνήθως την κουβαλούσε ο γιός κοπανώντας καθ’ οδόν την αδελφή του «κατά λάθος», μετά ο πατέρας αναλάμβανε ως δεξιοτέχνης την τοποθέτηση στην άμμο κάνοντας μια τρύπα και ένα βουναλάκι από βότσαλα, σπάνια η τοποθέτηση είχε επιτυχία και έπεφτε είτε επειδή πλακωνόταν τα παιδιά, είτε επειδή φύσαγε λίγο και γενικά, απαιτούσε «χειριστή» σε όλη τη διάρκεια της εξόδου.

Τα υπόλοιπα αξεσουάρ, σωσίβια (φορεμένα από το σπίτι), στρώματα φουσκωτά (κυρίως κροκόδειλος, καρχαρίας κ.λπ.) κουβαλιόταν με τα χέρια σε ανάταση από όλα τα παιδιά, ο δε πατέρας αναλάμβανε το απαραίτητο ψυγείο παραλίας, γεμάτο με παγοκύστες, σάντουιτς τυλιγμένα σε ζελατίνα, φρούτα διάφορα, μπουκαλάκια με φρεσκότατο νερό βρύσης, ενίοτε αυγά και ό,τι άλλο. Αυτή λοιπόν η χαρούμενη παρέα με δεκάδες άλλες, συνιστούσαν την εξόρμηση στην παραλία, λίγες δεκαετίες πριν.

Φυσικά, ούτε λόγος για καμπίνες, για ένδυση θαλάσσης, τουαλέτες και ντουζ. Αν το μαγιό δεν το φορούσε κάποιος από το σπίτι, ή αν κάποια κυρία ήθελε να το αλλάξει μετά το μπάνιο για λόγους υγιεινής, υπήρχε εκείνο το εξαιρετικό event του φακίρη, όπου κάποιος τυλιγμένος σε ένα μπουρνούζι το οποίο κρατούσε για να μην προβεί σε αποκαλύψεις, προσπαθούσε ταυτόχρονα κάτι να βγάλει και κάτι να βάλει. Αν υπήρχε και σχετική μουσική υπόκρουση, θα το ονόμαζα το τσιφτετέλι της πετσέτας. Σε κάθε περίπτωση, αν η προσπαθούσα ήταν άξια προσοχής, εστίαζε επάνω της τα βλέμματα του άρρενος πληθυσμού της παραλίας, μήπως τελικά πέσει η πετσέτα και υπάρξουν αποκαλύψεις ή έστω υπάρξει χαραμάδα πρόσβασης στο εσωτερικό. Περαιτέρω, χρέη τουαλέτας ασκούσε το πλησιέστερο υψωματάκι με χαμηλή βλάστηση, για δε ντουζ εξέλιπε η ανάγκη, επειδή το αλάτι σφίγγει το δέρμα.

Για να πω πάντως την αλήθεια, η όλη αυτή κωμωδία – ταλαιπωρία που ονομαζόταν «μπάνια» μου έλειψε ως παιδική ανάμνηση, κάθε δε φορά που έρχεται στη μνήμη μου, ξεπηδά και η Βουγιουκλάκη τραγουδώντας το «έχω ένα μυστικό». Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου…

Από εκεί και πέρα τα πράγματα αλλάξανε ταχύτατα και δραματικά. Τα μπιτσόμπαρα ξεφύτρωσαν σαν τα μανιτάρια, η ελεύθερη πλαζ μειώθηκε δραματικά και όλως τυχαίως εκεί που υπάρχουν μόνο βράχια, στην αρχή εκνευριζόμουν που έπρεπε να πληρώσω στο χωριό μου για ένα μπάνιο, τώρα εκνευρίζομαι όταν δεν βρίσκω καλές ξαπλώστρες, parking σε απόσταση αναπνοής, ντουζ με πίεση, καφέ περιποιημένο με τα συναφή (μπουκαλάκι νερό, κρουασάν που δεν ζήτησα, μικρό παγωτό ξυλάκι που λιώνει στο λεπτό, γκοφρετίτσα που έχω να φάω από το Δημοτικό κ.λπ.). Σε κάθε περίπτωση, το αποδέχτηκα και η παλιά πλαζ φαντάζει ως παιδική ανάμνηση.

Στο θέμα μας τώρα, οι φυλές της παραλίας ή του μπιτσόμπαρου.

Σερβιτόροι: Φοιτήτρια ή φοιτητής με καλές αναλογίες και μεγάλες αντοχές, επειδή θα γράψει δωδεκάωρο κάτω από τον καυτό ήλιο για είκοσι πέντε ευρώ. Αφήνετε τα ψιλά από τα ρέστα στα παιδιά, επειδή κρίση έχουμε και μας χρειάζονται πολλά, συνεπώς με μισό ευρώ δεν σώνεσαι.

Μπάρμαν: Ο άρχων του χώρου, επειδή ο ιδιοκτήτης παρατηρεί από απόσταση διακριτικά. Εκτός από την παρασκευή κοκτέιλ, club σάντουιτς, τρεις μπάλες παγωτό σε μικρό χωνάκι χωρίς να καταρρεύσουν μέχρι να παραδοθούν στον πιτσιρικά, είναι αυτός που με την άκρη του ματιού του θα ξεχωρίσει με το που φτάνουν οι celebrities, τα κορμιά και τους δήθεν λουόμενους, ή αλλιώς ελεγκτές ΣΔΟΕ., Δ.Ο.Υ., Οικονομικής Αστυνομίας, Υπουργείου Εργασίας και λοιπές εχθρικές δυνάμεις, καμουφλαρισμένες ως δήθεν ζευγαράκια, ή τρελοπαρέες έτοιμες για θαλάσσια γούστα. Φυσικά το σύνθημα πρέπει να δοθεί στην τελευταία περίπτωση άμεσα, ώστε η ταμειακή μηχανή να πάρει φωτιά, οι σερβιτόροι να κρατούν επιδεικτικά την απόδειξη και αν υπάρχουν αδήλωτοι, να πέσουν πάραυτα στη θάλασσα ως έχουν (με το πορτοφόλι – μπανάνα στη μέση), γιατί 10.500 είναι πολλά λεφτά Άρη… Στις λοιπές περιπτώσεις των κορμιών και των celebrities, εκτός από την προσωπική χειραψία, δίνει εντολή για να οδηγηθούν σε ξαπλώστρα περιωπής, μπροστά στο κύμα και διακριτή από όλο το πόπολο.

Celebrities: Τοπικής, περιφερειακής ή ακόμα και εθνικής εμβέλειας. Με απλά λόγια, ο Πρόεδρος του Δήμου, ο Προϊστάμενος της Πολεοδομίας, ποδοσφαιριστές με κάποια ελάχιστη έστω αναγνωρισιμότητα, πανελίστες και λοιπά τροπικά φυτά της τοπικής και όχι μόνο τηλεόρασης. Μεγάλη επιτυχία θεωρείται αν κάνει την εμφάνισή του ο «Κατέλης» από την Ανίτα ή ο «Αγάπη μόνο», η άφιξη της Τζούλιας θεωρείται δρώμενο του μήνα, επειδή δρώμενο θα υπάρξει έτσι ή αλλιώς, αλλά σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι παίκτης του survivor. Μπαρ με τον «Μπο» ή τον «Μισθοφόρο», ανεβαίνει αμέσως κλάση, ενώ αν σε κάποιο εμφανιστεί ο Σπαλιάρας, αρχίστε να μετράτε μετά το 4.000!!! Καμιά φορά κάνει την εμφάνιση και κανένας τοπικός βουλευτής αν και τελευταία αυτό θεωρείται ως πράξη υψηλού κινδύνου, οπότε ο επιχειρηματίας ειδοποιείται από την προηγούμενη, αλλά γενικά δεν είναι και ιδιαίτερα επιθυμητός από την επιχείρηση και για να μην θεωρηθεί ως ρατσιστικό το «σαν την μύγα μες στο γάλα», φαντάζει σαν το γάλα μέσα στις μύγες.

Κορμιά: Δύο υποκατηγορίες: Θηλυκά με πολλά προσόντα και χωρίς πολλές αναστολές ως προς το τι θα αφήσουν να φανεί και τι όχι (συνήθως δεν τίθεται το ερώτημα, όλα στο φως), ή εστεμμένες που ταυτόχρονα παίζουν μεταξύ celebrity και κορμιού. Φυσικά μιλάμε για «σόλο γυναικοπαρέα», επειδή τριχωτοί μαντράχαλοι ως συνοδοί, απαξιώνουν το είδος.

Υποκατηγορία άρρεν: Φτιαγμένος και σμιλευμένος όλο τον χρόνο σε σιδεράδικα, έχοντας μετακομίσει πολυκατοικίες με έπιπλα ώστε να κάνει γράμμωση, ζώντας τον τελευταίο μήνα μόνο με κοτόπουλο και κάτι περίεργες σκόνες ώστε να αποκτήσει μυϊκό όγκο και να αποβάλει τα υγρά, με μαγιό στριγκάκι, κατάμαυρος από το σολάριουμ, χάρμα οφθαλμών. Αν είναι ψηλός στην γλώσσα τον bodybuilders, ονομάζεται «ντουλάπα», αν δεν ξεπερνά το 1,70 «κομοδίνο». Σε κάθε περίπτωση δεν έχει καλή σχέση με το υγρό στοιχείο, βουτάει για ένα λεπτό για να αποκτήσει wet look και μετά πηγαινοέρχεται εκεί που σκάει το κύμα κάνοντας πόζες στο στυλ πως χαλαρώνει μετά από το βαρύ πρόγραμμα στο γυμναστήριο. Τρόπος ζωής, γιατί όχι.

Οικογένειες με μικρά παιδιά: Πίσω και στις περιφερειακές ξαπλώστρες του μπαρ, επειδή θα διώξουν όλους τους γύρω. Γενικά μη πολύ επιθυμητοί, επειδή δεν θέλουν να πληρώσουν ξαπλώστρα για το παιδάκι (μαντράχαλος 1,80), μαθαίνουν τον κατάλογο απέξω πριν παραγγείλουν, ζητούν απόδειξη και το χειρότερο επιθυμούν να προσκομιστεί portable PoS για να πληρώσουν με κάρτα. Η μάνα φωνάζει, τα παιδιά τσιρίζουν, οι μπαμπάδες βρίζουν Προέδρους ποδοσφαιρικών ομάδων και γενικά δημιουργούν πολύ φασαρία και προσπαθούν να την βγάλουν όσο το δυνατόν φθηνότερα επικαλούμενοι τα παιδιά (ένα νεράκι για το παιδάκι κ.λπ.)

Μπακούρια: Σαν μέλισσες καθισμένοι στα μπαρ. Μαγιό σορτσάκι, σαγιονάρα «παραλλαγής» με ποδαράκι εξόχως απεριποίητο (νύχια και φτέρνες σε άθλια κατάσταση), ανοιχτό «λαχουρέ» πουκάμισο για να κρύψει ότι μπορεί αν και προβάλει από μέσα ασύμμετρη μπυροκοιλίτσα με τριχούλες πέριξ του ομφαλού (μια γοητεία) και καλλωπισμένη κόμη με μη επαρκές τριχωτό και μάλιστα στα πρώτα στάδια του γκρίζου, κάτι σαν λερωμένο χιόνι. Επειδή με το μαλλί ασχολήθηκαν επί αρκετή ώρα προσθέτοντας διάφορα διογκωτικά που κάνουν το χνούδι να φαντάζει αλογότριχα, σπρέι χρώματος για να σπάσει το γκρι (αμφίβολης ποιότητας που ξανθό έγγραφε και βγήκε κομοδινί) και οπωσδήποτε, μαύρο γυαλί μάσκα, επειδή δίνει ένα κάποιο μυστήριο τόνο στο πρόσωπο (ποιος είναι ο τυπάς και τέτοια). Μοναχικοί λύκοι, κυνηγοί οποιουδήποτε θηλυκού ξεμυτίσει στο μπαρ με την ερώτηση κλισέ «από πού γνωριζόμαστε;». Καμιά φορά μπορεί κάτι να κάτσει, σε κάθε όμως περίπτωση μακριά από το υγρό στοιχείο, επειδή η περίτεχνος κόμη κινδυνεύει να αποκαλυφθεί ως «κουρούπα».

Γυναικοπαρέες. Ευπρόσδεκτες και η ψυχή του μπιτσόμπαρου. Μπαινοβγαίνουν στο νερό, μιλάνε συνεχώς στο κινητό, κάνουν αρκετή φασαρία, σηκώνουν ελαφρά το μαγιό τύπου «μπραζίλ» και κάνουν καμιά «ομορφιά», ανάλογα με την μουσική, μια χαρά κορίτσαροι. Τώρα ο περίεργος Δικηγόρος που τις βρήκε να έχουν κοιλίτσες από ζελέ, οπίσθια χαλαρά και ελαφρά κυτταρίτιδα, ας πάει στην Κούβα για κάτι καλύτερο. Είναι βλέπεις και ο ίδιος ο Θεός Απόλλωνας.

Αθλητισμός παραλίας: Ή αλλιώς δυο ατσούμπαλοι που παίζουν ρακέτες. Η επαφή της μπάλας με την ρακέτα έχει πιθανότητα 20%. Τις υπόλοιπες φορές το μπαλάκι διαγράφει πορεία είτε προς το υγρό στοιχείο, είτε σε παρακείμενες παρέες που λες και το μπαλάκι έχει συνωμοτήσει με το σύμπαν και πάντα καταλήγει μέσα στο πλαστικό με τον καφέ. Αποτελούν ελλοχεύοντα κίνδυνο για να χαλάσεις το Σαββατοκύριακα σου, αλλά είναι απτόητοι.

Ψαροντουφεκάδες: Έχετε δει τον Ιατρόπουλο στον «Αύγουστο» με πλήρη εξάρτηση, μάσκα, αναπνευστήρα, βατραχοπέδιλα και ψαροντούφεκο; Αυτό ακριβώς. Εκεί που είσαι μέχρι την μέση στο νερό και μιλάς, ξαφνικά αναδύεται το κομάντο δίπλα σου. Παρακαλάς να μην πάρει το πόδι σου για σπάρο…

Τουρίστες: Εξαρτάται την εθνικότητα. Οι καλύτεροι πελάτες είναι ο βόρειοι. Στις παραλίες της Βόρειας Ελλάδα και ειδικά στην Χαλκιδική, έχει μεταναστεύσει πλέον η μισή Βουλγαρία. Πως τους καταλαβαίνεις. Φοράνε πάντα αθλητικές φόρμες και παπούτσια, δεν είναι κακοί, κάθε άλλο, είναι όμως η επιτομή του χοντράνθρωπου. Χρήματα πολλά δεν αφήνουν, αλλά είναι αυτό που λένε οι παλιοί έμποροι πως και η σκόνη του πελάτη, κέρδος είναι.

Το θέμα μπιτσόμπαρο θεωρώ πως είναι άξιο συγγραφής διδακτορικής διατριβής και δεδομένου αυτού θα μπορούσαν να γραφούν ατέλειωτες σελίδες. Εγώ θα αρκεστώ σε αυτά τα ολίγα, περιμένοντας την προσωπική συνεισφορά του κάθε μυημένου, στον εμπλουτισμό του κειμένου.

***

Πηγή: e-forologia