Κική Δημουλά, «Βροχή επιστροφής»

01.09.2017
Κική Δημουλά, «Βροχή επιστροφής»

Εγώ, όταν μεγαλώσω

θα γίνω Σεπτέμβριος έλεγε ο Αύγουστος.

Έβρεξε δω λιγάκι.

Δοκιμαστικά, σαν έλεγχος

αν λειτουργούν καλά οι πτώσεις.

Όπως χτυπάνε κάθε τόσο

ξαφνικά οι σειρήνες, δοκιμαστικά,

αν λειτουργεί καλά

ο τρόμος του πολέμου.

Ελάχιστη βροχή,

ίσα που την πλατάγισε στο στόμα του

το χώμα τη σταγόνα

- καθώς δοκιμαστής κρασιών-,

μόλις που πρόλαβε η υγρόεσσα ευωδιά

παραπονιάρα να τριφτεί

πάνω στα περιβόλια.

Δέναν οι παραθεριστές

στις σχάρες των αυτοκινήτων την Αθήνα

μαρσάραν τις βαλίτσες τους και φεύγαν.

Πεθαίναν απ’ τη ζήλια τους τα σπίτια

κοιτώντας τα τροχόσπιτα

στην Εθνική Οδό του Σεπτεμβρίου.

Απ’ τ’ ανοιχτά παραθυράκια τους

μικρά όσο ένα σάντουιτς ματιάς

κτουρτινάκια φτερακίζαν κατά έξω,

νάυλον γλάροι εμπριμέ, δεμένοι.

Λοξά στημένη

νανούριζε τα τέλια της

μια κιθάρα ηλιοκαμένη.

Ευτυχώς βελτιώθηκε

το βιοτικό επίπεδο της βάρκας.

Γίνανε βάρκες κατοικίδιες

- αστυφιλία των σκαριών.

Αστραφτερές, εξωλέμβιες

πάνω στα τρέιλερ κουρνιασμένες

ακολουθούν τ’ αφεντικά τους/σκυλάκια ράτσας

χωρίς καθόλου τρίχωμα θαλάσσης.

Γαύροι πηδάνε κατά πάνω,

μια τελευταία ασημένια περιέργεια.

Κάτι θα την πονέσει απόψε τη βραδιά

γι’ αυτό το προς το τέλος.

Αν έχει ξαστεριά

θα πιει κάποιο παυσίπονο αστέρι.

Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο.

Μήπως και ξαναβρέξει.

Να σε ξεπλύνω λίγο. Είσαι μες στην αρμύρα

και τ’ αλάτια από τότε που ήμουνα θάλασσα.

 

Κική Δημουλά, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος