Η λουλουδού πρέπει να πάρει το αίμα της πίσω

22.01.2014
Η λουλουδού πρέπει να πάρει το αίμα της πίσω

Αν αποσυνδέσεις την Eλλάδα, θα βρεις ένα σουβλάκι, μια μερίδα τζατζίκι και την Αντέλ Εξαρχόπουλος. Και μπουζούκια. Ας το παραδεχτούμε, η Ελλάδα σταμάτησε να τα 'χει 400 από την εποχή που χάσαμε τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα -αλλά τα τελευταία χρόνια η οικονομική κρίση πραγματικά την άφησε σαν ασθενή με εγκεφαλικό, μέσα σε μια λέμβο στη μέση ενός παγωμένου ωκεανού, χωρίς GPS.

Τα βασικά συστατικά της, όμως παραμένουν ίδια: Οι άνθρωποι τρώνε ακόμα σουβλάκι με τζατζίκι και πάνε στα μπουζούκια όπου κάποιος εμβληματικός τραγουδιστής σκορπίζει -αφού έχει σνιφάρει άπειρη κόκα- άλλο ένα βασικό συστατικό της Ελλάδας, το κέφι.

Η τελευταία φορά που πήγα στα μπουζούκια ήταν το 2009. Θυμάμαι αμυδρά τους άντρες με σακάκια Vardas και παντελόνια dsquared να εκσφενδονίζουν γαρύφαλλα στον/στην αοιδό, αλλά και σε γυναίκες ντυμένες σαν σπάνια πτηνά σε γυαλιστερές μεταλλικές αποχρώσεις. Είχαν ως απώτερο στόχο να ζευγαρώσουν και να δημιουργήσουν μικροσκοπικούς Έλληνες και Ελληνίδες, οι οποίοι θα αναλάβουν με τη σειρά τους τη σκυτάλη στο εθνικό σπορ της ρίψης γαρυφάλλου.

Πέντε χρόνια αργότερα, αποφάσισα να επιστρέψω εκεί όπου χύνονται κάθε βράδυ αίμα, δάκρυα, ιδρώτας και η μόδα πνίγει τον πόνο της στο ουίσκι. Αποφάσισα να επισκεφτώ τα μπουζούκια το βράδυ του Σαββάτου, αντί να μείνω σπίτι μου και να δω παλιά επεισόδια από τις Πύλες του Ανεξήγητου με τον Κώστα Χαρδαβέλλα. Ένιωσα ότι υπήρχε μια σκιώδης πτυχή στον κουρασμένο βωμό του θεού Κέφι και είχα σκοπό να αποδώσω δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη προς τη γυναίκα που κουβαλάει στωικά τα πανέρια με τα γαρύφαλλα, για να τα πετάξει με τα παχιά του δάχτυλα ο χοντρός, σχεδόν πτωχευμένος επιχειρηματίας με το προπέρσινο πούρο, στα ξανθά κορίτσια με τα ψεύτικα μαλλιά και βυζιά που κάθονται στο διπλανό τραπέζι. Οι λουλουδούδες πάντα αποτελούσαν για μένα μυστήριο.

0LOULOU1

Δεν είχα ιδέα από μπουζούκια, έτσι πήρα τηλέφωνο τη φίλη μου τη Σοφία που ξέρει από αυτά τα πράγματα και συμφωνήσαμε να συναντηθούμε στη Γλυφάδα, για να ξεκινήσουμε ένα σαφάρι σ' αυτό το κομμάτι της αθηναϊκής νύχτας.

Ο Πάνος Κιάμος τραγουδάει σε ένα κέντρο στη Βουλιαγμένης που ονομάζεται Club22 και που, απ' ό, τι κατάλαβα, θεωρείται εξευγενισμένη πίστα. Φυσικά ήταν γεμάτο ασφυκτικά και όταν μπήκαμε, ο Πάνος τραγουδούσε «θέλω να πάρω το αίμα μου πίσω, πίσω, πίσω», προκαλώντας φρενίτιδα στους θαμώνες. Το σακάκι του ήταν ξεκούμπωτο και χόρευε χαλαρά με τον κόσμο που βρισκόταν στην πίστα. Μου θύμισε ασφαλιστή ή πλανόδιο πωλητή ιατρικών μηχανημάτων. Αλλά η χαρισματική εμφάνιση του Πάνου δεν ήταν ο λόγος που βρισκόμουν εκεί, έτσι προχώρησα προς την πίστα με την αυτοπεποίθηση κάποιου που έχει πιεί 4 σφηνάκια τεκίλα και αναζήτησα το αντικείμενο της έρευνάς μου. Στο μαύρο ταβάνι από πάνω μου βρισκόταν το πρόσωπο του Πάνου σαν ζωγραφισμένο με κιμωλία, σε μια προσπάθεια του διακοσμητή να δώσει ένα touch από κουζίνα εναλλακτικού μπεργκεράδικου στον χώρο.

Οι λουλουδούδες φόραγαν όλες την ίδια στολή: Μαύρο παντελόνι και ένα γκρι τοπ από χοντρό ύφασμα με κομπάκια, που έμοιαζε με καμπανούλα. Ήταν ένα ρούχο που θα έβαζε και η Κατερίνα Καραβάτου. Προσπάθησα να πιάσω κουβέντα με μια κοπέλα που στεκόταν μπροστά μου, κρατώντας με το ένα χέρι καμιά δεκαριά πανέρια και με το άλλο τη μέση της, και σκανάροντας τον χώρο με αετίσιο βλέμμα. Στην αρχή μου χαμογέλασε αλλά όταν τη ρώτησα αν έχει πέσει η δουλειά, έσμιξε τα φρύδια και μουρμούρισε κάτι σαν: «Κοίτα γύρω σου, δεν προλαβαίνουμε να ξαναγεμίζουμε, με συγχωρείς» και έφυγε για να ξεφορτώσει ένα λεπτό αργότερα σε ένα τραπέζι με σκυθρωπά κορίτσια, που είχαν στο κεφάλι ένα αξεσουάρ που έμοιαζε με ροζ χνουδωτή τιάρα.

0IMG 2645

Υποθέτω πως είτε είχαν μπατσελορέτ πάρτι είτε ήταν μέλη κάποιας αίρεσης. Έκανα άλλες δύο αποτυχημένες προσπάθειες αλλά δεν συνάντησα την αντίδραση που περίμενα και δεν ήταν δύσκολο να καταλάβω το γιατί. Αν προσπαθούσα κι εγώ να πουλήσω γαρύφαλλα που ίσως είχαν έρθει από κάποιο νεκροταφείο σε κάτι μεθυσμένους από τις 10 το βράδυ μέχρι τις 5 το πρωί, ίσως και να μην είχα όρεξη να πω την ιστορία μου σε έναν περίεργο τύπο, που δεν είχε καμία πρόθεση να αγοράσει το εμπόρευμά μου. Έτσι, φύγαμε για τον επόμενο σταθμό, το Τeatro, το μαγαζί που στεγάζει την Πάολα. Καθώς φεύγαμε, ο Πάνος τραγουδούσε μια ακόμα τεράστια επιτυχία του, το «Φωτιά με Φωτιά», ενώ οι οθόνες πίσω του έδειχναν φυσικά φωτιά. Ήταν τόσο πειστικές που ήθελα να πάρω τηλέφωνο την πυροσβεστική.

Την Πάολα είτε τη λατρεύεις είτε τη μισείς. Το ένα στρατόπεδο τη θέλει να πρωταγωνιστεί σε διαφημίσεις σκυλοτροφής, ενώ το άλλο μιλά για τη μεγάλη αποκάλυψη στο χώρο της λαϊκής μουσικής. Φυσικά δεν θέλαμε να πληρώσουμε, έτσι χρησιμοποιήσαμε και οι δύο το παλιό τρικ, ότι δήθεν προσπαθούμε να βρούμε στο τηλέφωνο κάποιους από την παρέα μας που ήταν ήδη μέσα, αλλά δεν το σήκωνε κανείς, γιατί δεν το άκουγε/είχε πιεί/τραγουδούσε το «Είσαι τρελός». Σπρώξαμε την πόρτα και μπήκαμε στο μαγαζί, μόλις ο μετρ -που έμοιαζε καταπληκτικά με τον Dr Evil - βαρέθηκε να περιμένει και έκανε ότι κοιτάει αλλού. Η Πάολα είχε ντυθεί Αφέντρα Νυχτερίδα, με μια κουρελιασμένη μαύρη φούστα και μπότες με εκατοντάδες μεταλλικά καρφιά. Περίμενα τη στιγμή που οι καταπακτές στο πάτωμα θα άνοιγαν και θα πέφταμε όλοι σε ένα σκοτεινό μπουντρούμι. Οι λουλουδούδες ακολουθούσαν τη χάλοουιν αισθητική του χώρου. Φόραγαν μαύρη φούστα και μπλούζα και στη μέση μια δερμάτινη ζώνη στο χρώμα του αίματος. Ήμουν αποφασισμένος να μιλήσω έστω με μια, ακόμα και αν αυτή έκοβε το κεφάλι μου και το κρέμαγε στη ζώνη της.

0LOULOU2

Πιο ύπουλα αυτή τη φορά, πλησίασα μια κοπέλα που στο εξής θα φωνάζουμε Ρόζα, ρωτώντας την πόσο κάνει ο δίσκος. «Δέκα ευρώ», μου λέει χαμογελώντας. Αποφασίζω να κόψω το θέατρο και να της πω ότι θέλω να μάθω μερικά πράγματα για τη δουλειά της. Το σκέφτεται και κοιτάει γύρω της. «Ναι, αλλά δουλεύω άρα κάνε γρήγορα». Μαθαίνω ότι στα λουλούδια μπήκε τυχαία πριν από έξι χρόνια και ότι διάλεξε το πόστο αυτό διότι είχε ακούσει ότι έχει καλά χρήματα για λίγες μόνο μέρες δουλειάς την εβδομάδα. Μου λέει ότι η δυσκολία της δουλειάς βρίσκεται στο ότι ο κόσμος είναι συνήθως μεθυσμένος, έτσι πρέπει ως λουλουδού να ξέρει να χειρίζεται τις καταστάσεις με υπομονή. «Πώς αντέχεις αυτό τον ήχο κάθε μέρα;» απορώ, ενώ στα αυτιά μου βουίζει η φωνή της Πάολας. «Μου αρέσει αυτή η μουσική αλλά δεν αντέχω την τόσο υψηλή ένταση και τον πολύ καπνό. Έχει τύχει να βάλω και ωτοασπίδες». Ενώ μιλάμε, την παρατηρώ να αφήνει με τρόπο δύο λουλούδια σε ένα τραπέζι, σαν δόλωμα. «Πρέπει και να προσέχεις, όταν δουλεύεις με ένα μεγάλο όνομα, γιατί αποτελείς προέκταση της δικής του εικόνας».

«Σου την πέφτουν;» ρωτάω. «Φυσικά και σου την πέφτουν! Αλλά μην σου φανεί περίεργο, συνήθως με ωραίο τρόπο. Είναι και μέρος της δουλειάς. Έχω δει και πελάτη να ρίχνει τα λουλούδια στη λουλουδού». Μου λέει ότι θα σταματούσε μόνο αν έφτανε σε σημείο να εξαντληθεί από το ξενύχτι και με αφήνει για να δουλέψει. Εγώ τη βλέπω να αντέχει μια χαρά, μετά από έξι χρόνια.

Ζήτησα από μια συνάδελφό της να φωτογραφηθεί, αλλά η κοπέλα ξεκίνησε να απομακρύνεται λέγοντάς μου ότι δεν μπορεί επειδή δουλεύει. Την παρακάλεσα να μου απαντήσει, μόνο, αν υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ τους. «Κοίτα, πρέπει να υπάρχει καλό κλίμα για να λειτουργήσουμε σαν ομάδα. Αλλά είναι δουλειά και φυσικά υπάρχει ανταγωνισμός, ειδικά ανάμεσα στις καινούριες και τις παλιές». Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα απότομα ότι πήγα απρόσκλητος να διακόψω ανθρώπους που δούλευαν, έκαναν μια πραγματική δουλειά -μια δουλειά που εμένα μου φάνηκε οδυνηρά δύσκολη- και ξαφνικά αισθάνθηκα άσχημα. Είχα παρασυρθεί και θεωρούσα ότι τα μπουζούκια είναι μόνο «κέφι». Τελικά δεν είναι για όλους.

Μαζεύω τη Σοφία που στο μεταξυ είχε συναντήσει κάτι γνωστούς της και χορεύε το «Φάρμακο», και βγαίνοντας από τις πύλες του Teatro προς τη Συγγρού, τη ρωτάω πώς αντέχει να βγαίνει στα μπουζούκια τρεις φορές την εβδομάδα. «Μα είναι τόσο ωραία!!!» Εγώ νόμιζα ότι η νύχτα είχε τελειώσει, αλλά η ξεναγός μου με τράβηξε για ένα τελευταίο υποβρύχιο σε ένα διπλανό ελληνάδικο με άφθονο πράσινο φως. «Κοίτα,» μου λέει «έχει και εδώ λουλουδούδες».

Tις παρατήρησα για μια στιγμή, κάτω από τα εξωγήινα φώτα του κολαστηρίου. Τα βλέμματά μας συναντήθηκαν και ενώ γύριζα για να πιω το σφηνάκι που μας κέρασε η μπαργούμαν με τη νεκροκεφαλή στην πλάτη, θυμήθηκα την απάντηση της Ρόζας όταν ρώτησα ποια είναι η καλύτερη ατάκα που της είχε ρίξει πελάτης: «Τα λουλούδια έπρεπε να κρατάνε εσένα και όχι εσύ αυτά». Τι ακούει κανείς ενώ δουλεύει, σκέφτηκα, γελώντας σαν μεθυσμένος -που ήμουν- και αποφάσισα να μην ενοχλήσω άλλο τα λουλούδια στον φυσικό τους βιότοπο, αλλά να επιστρέψω στον δικό μου, όσο μπορούσα ακόμα να περπατήσω.

Γιώργος Γέρου

Πηγή: vice.com