Η γραμματική της ψυχής

07.08.2020
Η γραμματική της ψυχής

Όταν ένα βρέφος γεννιέται, ενυπάρχει ήδη μέσα του το αντανακλαστικό του θηλασμού. Το στόμα του αναζητά ενστικτωδώς έναν μαστό για να τραφεί και να καθησυχάσει τα άγχη της ύπαρξής του. Ενυπάρχει το ένστικτο της καταφυγής. Το σώμα του πρόθυμα δέχεται να κουρνιάσει μέσα σε ένα άλλο σώμα όπως έκανε τόσο καιρό.

Το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή. Έρχεται στον κόσμο με την προδιάθεση να συναντήσει μια άλλη ψυχή, ωριμότερη, ικανότερη να διαχειριστεί τις δυσφορίες αυτού του κόσμου έως ότου και το ίδιο να μπορεί να τις φιλοξενήσει μέσα του. Ερχόμαστε στον κόσμο με κάποια έμφυτα νοήματα μέσα μας, ένα εκ των οποίων είναι η σύνδεση.

Μέσα από τις πρώτες σχέσεις τις ζωής μας, κάνουμε τις συνδέσεις μεταξύ εκείνων που προφέρουν οι σπλαχνικές μας αισθήσεις και αυτού που σημαίνουν για τις σχέσεις στις οποίες ανήκουμε. Η ανάγκη μας να καθησυχαστεί η δυσφορία της πείνας και να μην βιώνεται ως επίθεση από μέσα ο πόνος μας στο στομάχι. Η ανάγκη μας για καθαριότητα να μην βιώνεται ως μία ανάγκη για αποβολή οτιδήποτε δυσάρεστου. Αυτό το κάνει η μάνα. Προσφέρει το γάλα της και μαζί με αυτό τη σύνδεση στο βρέφος ότι η τροφή της, η παρουσία της, μπορεί να του πάρει τον πόνο. Προσφέρει πολλά περισσότερα από το γάλα της λοιπόν.

Μέρος του χτισίματος της αυτοεκτίμησης ενός παιδιού είναι η καλή ανταπόκριση στις ανάγκες του από την μητέρα. Όμως, αυτό χρειάζεται να μη γίνεται εις βάρος των δικών της αναγκών. Η αυτοεκτίμηση, πέρα από το δικαίωμα να σε λαμβάνουν υπόψη, είναι και αυτοσεβασμός. Η μητέρα έχει δικαίωμα να αρνηθεί να υπηρετεί παράλογα της ανάγκες του παιδιού της, βάζοντας και τον εαυτό της ως προτεραιότητα. Δικαιούται να διεκδικήσει χρόνο για εκείνη. Για τις υπόλοιπες πτυχές της πέραν της μητρότητας. Μαθαίνοντάς έτσι το παιδί της ότι “είσαι σημαντικό για μένα, αλλά είμαι κι εγώ σημαντική”. Ένα μάθημα που θα βοηθήσει το παιδί αργότερα να επιλέξει σχέσεις που δεν θα υπηρετεί τυφλά και ολοκληρωτικά τις ανάγκες του συντρόφου του, αλλά θα συμβάλλει σε ένα υγιές μέρος τους αφού έχει μεριμνήσει για τη δική του ευτυχία.

Φυσικά, μια τέτοια διαδικασία έρχεται χωρίς οδηγίες χρήσης. Το κοντινότερο που έχει μία μητέρα σε κάτι τέτοιο, είναι το πώς υποδέχτηκαν οι άλλοι τις δικές της ανάγκες. Για να μπορέσει να υπάρξει αρκούντως καλή, για να μπορέσει να προσφέρει μαζί με το γάλα της και χώρο από τον εαυτό της, χρειάζεται πρώτα να έχει φροντιστεί και από μία αρκούντως καλή μητέρα η ίδια. Να έχει αγαπηθεί με σεβασμό ώστε να αποδεχτεί την μετακίνησή της από τη θέση του παιδιού στην θέση του γονιού. Χρειάζεται να έχει αισθανθεί για ένα διάστημα το κέντρο δύο ματιών που ακολουθούν την κίνησή της με ένα χαμόγελο. Χρειάζεται να έχουν τακτοποιηθεί οι ανάγκες της αρκετά, ώστε αυτό που θα αναπαραχθεί με το παιδί της να είναι κάτι νέο, πιο κοντά στο αυθεντικό, και όχι μία ματαιωτική επανάληψη ανικανοποίητων αναγκών.

Μία γενναία γυναίκα που με επισκέφτηκε κάποτε, υπέφερε από την απορριπτική σχέση που είχε με την μητέρα της. Η ίδια δεν έγινε ποτέ αποδεκτή για αυτό που ήταν, χρησιμοποιήθηκε καθόλη την παιδική της ηλικία στο να μεγαλώνει τα αδέρφια της ενώ η μητέρα της ήταν συνήθως απούσα. Κάθε φορά που επιχειρούσε να πάρει απόσταση από το ρόλο που της είχε επιβληθεί, η μητέρα της φρόντιζε να της υπενθυμίσει πώς ήταν εντελώς ανίκανη να επιβιώσει μόνη της. Η μόνη σχέση που είχε μαζί της, ήταν όταν περιστασιακά βρισκόταν στη ζωή της όπου επέλεγε να την κριτικάρει για οτιδήποτε έκανε. Δεν έδειξε ποτέ το παραμικρό ενδιαφέρον για κανένα από τα ταλέντα της, ούτε την ώθησε να επιδιώξει μία ζωή που θα ικανοποιούσε την ίδια και τις επιθυμίες της.

Η γυναίκα αυτή με επισκέφτηκε καθώς δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί ενώ είχε μία καταπληκτική σχέση με την κόρη της, όντας υπερπαρούσα στη ζωή της, η κόρη της υπέφερε από κατάθλιψη.

Η απάντηση ήταν όσο σύνθετα ήταν και τα τραύματά της. Η ίδια, μη έχοντας ποτέ πάρει την προσοχή και τη σημαντικότητα από τη δική της μητέρα, μη έχοντας ποτέ ένα ζευγάρι μάτια να την ακολουθούν στο σπίτι, επέβαλε χωρίς να το αντιληφθεί την ανικανοποίητη ανάγκη της για εγγύτητα στην κόρη της. Δεν άφηνε τίποτα που να μην έκαναν μαζί. Καμία απόσταση και κανένα βαθμό αυτονομίας. Κανένα χώρο μεταξύ τους. Χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει, μετέτρεψε τη δική της κόρη στην ιδανική μητέρα που δεν είχε ίδια. Ένα πλάσμα, δηλαδή, που λαχταρούσε να περνάει χρόνο μαζί της και να ικανοποιεί τις ανάγκες της ακόμα και εις βάρος των δικών της.

Σταδιακά η κόρη ανέλαβε – με τη χαρά που νιώθει κάθε παιδί να λυτρώνει ένα γονιό που υποφέρει – και όλη τη θλίψη που κουβαλούσε η μητέρα της ώσπου την σωματοποίησε. Τώρα, μάλιστα, λόγω της κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει, δεν θα μπορούσε να απομακρυνθεί από εκείνη ακόμα περισσότερο.

Τα ασυνείδητα κείμενα που κουβαλούμε μέσα μας, διαμορφώνουν το βαθμό που ο εαυτός μεγαλώνει με ένα αίσθημα αυθεντικότητας, αλλά και συνδέεται μετέπειτα με τους άλλους. Με παρόμοιο τρόπο, ασυνείδητες πλευρές του εαυτού μας, συναισθήματα για τα οποία δεν θέλουμε να γνωρίζουμε τίποτα, διοχετεύονται και στις συντροφικές μας σχέσεις. Συχνά κάποιος με ισχυρή, αλλά εύθραυστη αίσθηση εαυτού στην πραγματικότητα, θα επιλέξει κάποια που αισθάνεται ένα έλλειμμα στην ψυχή της. Κατ’αυτόν τον τρόπο, ο πρώτος μπορεί να διοχετεύσει την ευθραυστότητά του σ’ εκείνη κι εκείνη να την δεχτεί λόγω της ανάγκης της για συμπλήρωση. Το αποτέλεσμα οδηγεί σε μια αλληλεξάρτηση όπου ο καθένας αγωνίζεται περισσότερο να πάρει από το υστέρημα του άλλου παρά να δώσει απ’το περίσσευμα.

Οι επιλογές που κάνουμε, ακολουθούν μία γραμματική παρόμοια με της γλώσσας που μιλούσαν οι σχέσεις με τις πρώτες φιγούρες της ζωής μας. Η αλληλεπίδρασή μας με τους άλλους αποτελεί τα ρήματα της γλώσσας αυτής, ενώ ο τρόπος που ζητάμε να αναγνωριστούν οι ανάγκες μας, αποτελούν την προφορά της. Τον τρόπο που έχουμε μάθει ότι προφέρεται η αγάπη. Στις περιπτώσεις που δεν έχουμε μεταφράσει αυτή τη γραμματική, πολλές φορές, οι σχέσεις μας καταλήγουν ματαιωτικές επαναλήψεις με κάθε μία να θυμίζει όλο και περισσότερο την προηγούμενη. Επαναλήψεις που βασανίζουν και οδηγούν στο να αμφισβητούμε την αυτοεκτίμησή μας.

Στην ψυχοθεραπεία μαθαίνουμε να την κατανοούμε. Να καταλαβαίνουμε τι σημαίνουν οι επιλογές μας για εμάς. Μαθαίνουμε ότι η ζωή δεν είναι μία παθητική διαδικασία. Μαθαίνουμε το γιατί πίσω από την συμπεριφορά μας και αυτό μας προφυλάσσει από περιττό πόνο αφού, οτιδήποτε δεν θυμόμαστε από αυτή τη γλώσσα, οτιδήποτε δεν είναι διαθέσιμο να ειπωθεί με λόγια, είναι προορισμένο να επαναλαμβάνεται μέσα από τις πράξεις μας.

 

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΙΑΝΟΥΔΗΣ
Bsc Ψυχολογίας, Συνθετικός Ψυχοθεραπευτής-Συγγραφέας