Η Διαταραχή είναι ο μόνος τρόπος που ξέρω να υπάρχω

04.10.2014
Η Διαταραχή είναι ο μόνος τρόπος που ξέρω να υπάρχω

Μερικοί άνθρωποι δίνουν την αίσθηση ότι είναι κάπως παράξενοι χωρίς να είναι σαφής ο λόγος για τον οποίο είναι παράξενοι. Αν προσπαθήσεις να συνδεθείς μαζί τους με τρόπο που να έχει νόημα, θα πέσεις πάνω σε τοίχο. Νιώθεις ότι κάτι δεν πάει καλά, καταλαβαίνεις ότι κάτι δεν κολλάει, αλλά δεν ξέρεις τι.

Συχνά, έχουν και οι ίδιοι μια αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά. Ότι η ζωή δεν τα έφερε όπως θα ήθελαν ή ότι οι σχέσεις τους επανειλημμένως αποτυγχάνουν. Αποδίδουν την ευθύνη γι' αυτές τις αναποδιές σε δυνάμεις έξω από τον έλεγχό τους – η ικανότητα στοχασμού σχετικά με το δικό τους ρόλο σε όσα τους συμβαίνουν μάλλον υπολειτουργεί. Καταλήγουν να επαναλαμβάνουν τα ίδια «λάθη» ξανά και ξανά, χωρίς ποτέ να διδάσκονται απ' αυτά.

Αυτό που κυρίως τους διακρίνει είναι η αδυναμία να μπουν στη θέση του άλλου και να δουν τον κόσμο με τα μάτια του – η ενσυναίσθηση είναι άγνωστη λέξη. Οτιδήποτε συμβαίνει, αξιολογείται αποκλειστικά με βάση το δικό τους πλαίσιο αναφοράς, που σημαίνει ότι αντιλαμβάνονται τις συνέπειες που έχει η συμπεριφορά τους στους ίδιους, αλλά δυσκολεύονται να καταλάβουν τους τρόπους με τους οποίους η συμπεριφορά τους επηρεάζει τους άλλους.

Συνολικά, ο τρόπος σκέψης, αντίληψης και συμπεριφοράς τους προβληματίζει και αποξενώνει: Είναι εγωκεντρικοί σε σημείο να αδιαφορούν πλήρως για τις ανάγκες των άλλων, είναι σε τέτοιο βαθμό εύθραυστοι που μια μικρή αναποδιά μπορεί να τους αποσυντονίσει και είναι τόσο οξύθυμοι που στην παραμικρή νύξη πετούν τη σκούφια τους για καβγά.

Ψυχιατρικά μιλώντας, οι άνθρωποι αυτοί εκδηλώνουν χαρακτηριστικά που τα συναντά κανείς στις ονομαζόμενες «διαταραχές προσωπικότητας». Φαινομενολογικά μιλώντας, οι άνθρωποι αυτοί έχουν υιοθετήσει μια σειρά από «δυσλειτουργικές» στρατηγικές επιβίωσης προκειμένου να τα βγάλουν πέρα.

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ «ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ»

Κανείς δεν ξέρει στα σίγουρα πώς και γιατί αναπτύσσονται τέτοιες «διαταραχές», αλλά μια ιδέα είναι ότι σχετίζονται με κατάχρηση εξουσίας (κακοποίηση) ή/και παραμέληση κατά την παιδική ηλικία.

Όταν οι εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, όχι απλά δεν αναγνωρίζονται, αλλά επαναλαμβανόμενα αγνοούνται και απαξιώνονται, οι άνθρωποι καταλήγουν με μια βαθιά αίσθηση ανεπάρκειας και αναξιότητας για τον εαυτό τους. Στη συνέχεια, για να προστατευτούν από τον πόνο και την ντροπή που προκαλεί αυτή η αίσθηση, υιοθετούν έναν τρόπο να υπάρχουν που, αργά ή γρήγορα, αποδεικνύεται «δυσλειτουργικός».

Η ζωή γίνεται ένας διαρκής αγώνας να κρατηθούν έξω από τη συνείδηση όλες οι εμπειρίες που απειλούν να αποκαλύψουν το καλά κρυμμένο μυστικό: την μεγάλη αίσθηση απέχθειας για τον εαυτό. Οι άνθρωποι προβαίνουν σε πλήθος αντισταθμιστικές συμπεριφορές προκειμένου να εξισορροπήσουν την αίσθησή τους ότι είναι απεχθείς: παραποιούν γεγονότα, κρύβουν τις όποιες «αδυναμίες» τους ή προβάλλουν την ευθύνη της δικής τους συμπεριφοράς στους άλλους.

Με άλλα λόγια, στην προσπάθειά τους να επιδέσουν τα τραύματα της παιδικής ηλικίας κατασκευάζουν έναν προστατευτικό αλλά διαστρεβλωμένο κόσμο εντός του οποίου οχυρώνονται.

ΤΟ ΡΕΠΕΡΤΟΡΙΟ ΤΩΝ «ΔΙΑΤΑΡΑΓΜΕΝΩΝ» ΑΠΟΚΡΙΣΕΩΝ

Πριν δούμε τις «διαταραγμένες» αποκρίσεις, μία διευκρίνιση.

Οι άνθρωποι για τους οποίους συζητάμε δεν συμπεριφέρονται με «διαταραγμένους» τρόπους συνεχώς. Υπάρχουν τομείς, σχέσεις και στιγμές στις οποίες νιώθουν ασφαλείς και τότε μπορεί να τους δει κανείς να λάμπουν: είναι πνευματώδεις, χαρισματικοί, σχεδόν ακαταμάχητοι. Για καλό ή για κακό, κάνουν εντύπωση και ασκούν επιρροή.

Αφού το ξεκαθαρίσαμε αυτό, ας δούμε τις αντισταθμιστικές μανούβρες στις οποίες καταφεύγουν για να καλύψουν τον πόνο και την ντροπή που κουβαλούν:

Συναισθήματα

Έχουν μεγάλη δυσκολία να αναγνωρίσουν, εμπιστευτούν και επικοινωνήσουν τα συναισθήματά τους επειδή οι συναισθηματικές τους αντιδράσεις περιφρονήθηκαν κατά την παιδική ηλικία.

Σκέφτονται αντί να αισθάνονται τη ζωή με αποτέλεσμα οι αποφάσεις τους να στερούνται την πιο γνήσια πηγή πληροφόρησης: τον συναισθηματικό τους κόσμο.

Ελλείψει συναισθηματικής έκφρασης, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους καταφεύγουν σε επιθετικούς τρόπους διεκδίκησης, όπως οι εκφοβισμοί και οι τσακωμοί, ή σε επιθετικά παθητικούς όπως η απόσυρση και η αθέτηση συμφωνιών.

Τελικά, η καταπίεση της πηγαίας και αυθόρμητης έκφρασης οδηγεί αυτούς τους συναισθηματικά μπλοκαρισμένους ανθρώπους σε καταθλιπτικά συναισθήματα και αίσθηση κενού.

Ψυχαναγκαστικές Συμπεριφορές

Τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, η υπερφαγία, η υπερβολική εργασία ή η υπερβολική γυμναστική καταφέρνουν, έστω πρόσκαιρα, να απομακρύνουν ή, τουλάχιστον, να μουδιάσουν τα συναισθήματα που δεν πρέπει να έρθουν στην επιφάνεια. Επίσης, οι παρορμητικές ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές (επικίνδυνη οδήγηση, σεξ χωρίς προφυλάξεις, αλόγιστες σπατάλες) εξυπηρετούν ακριβώς τον ίδιο σκοπό. Όλες οι ψυχαναγκαστικές συμπεριφορές αυτών των ανθρώπων αποτελούν τεχνικές αποφυγής της επώδυνης αλήθειας της εσωτερικής τους σύγκρουσης.

Τελειομανία και Υψηλές Επιδόσεις

Οι άνθρωποι αυτοί είναι ψυχαναγκαστικά τελειομανείς και απογοητεύονται οικτρά αν οι κοινωνικές, ακαδημαϊκές ή επαγγελματικές επιδόσεις τους δεν αγγίζουν τα παράλογα στάνταρτ που οι ίδιοι θέτουν. Πολλοί από αυτούς είναι κάτι παραπάνω από ικανοί και αποτελεσματικοί σε ό,τι κάνουν, αλλά, συγχρόνως, είναι απάνθρωπα αυστηροί με τον εαυτό τους: δεν του επιτρέπουν στιγμή να χαλαρώσει, να κουραστεί ή να αρρωστήσει. Αν σταματήσουν να παράγουν, να προσφέρουν και να φέρνουν αποτελέσματα τα συναισθήματα αναξιότητας αναδύονται απειλητικά. Αν τολμήσουν απλώς να «είναι» χωρίς να «κάνουν» το άγχος τούς κατακλύζει.

Ιδέες Μεγαλείου και Κατάθλιψη

Η Miller στις «Φυλακές της Παιδικής μας Ηλικίας» λέει ότι οι άνθρωποι που έχουν υποστεί κακοποίηση είναι επιρρεπείς στην κατάθλιψη και στις ιδέες μεγαλείου. Ως άμυνα στην κατάθλιψη, οι ιδέες μεγαλείου ή, αλλιώς, τα ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά εξαπατούν τον εαυτό ότι είναι σημαντικός και αγαπητός.

Οι άνθρωποι με ιδέες μεγαλείου, επειδή δεν έχουν εσωτερικά αποθέματα να στηρίξουν την αυτοεκτίμησή τους, εξαρτώνται αποκλειστικά από εξωτερικές πηγές επιβεβαίωσης. Εισπράττοντας τον θαυμασμό των άλλων καταφέρνουν να νιώσουν άξιοι σεβασμού, εκτίμησης και αγάπης, όμως αν ο θαυμασμός των άλλων αποσυρθεί η εύθραυστη αυτοεκτίμησή τους διαλύεται. Στον αντίποδα, η κατάθλιψη, σύμφωνα πάλι με τη Miller, είναι η άλλη όψη των ιδεών μεγαλείου.

Εμφανίζεται όταν τα απεχθή συναισθήματα για τον εαυτό βρίσκονται στο χείλος της συνειδητοποίησης και οι ιδέες μεγαλείου δεν αρκούν πλέον ως ανάχωμα. Στην ουσία, η κατάθλιψη και οι ιδέες μεγαλείου είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Υπάρχουν άνθρωποι που υιοθετούν είτε τη μία είτε την άλλη θέση και άλλοι που μετακινούνται αδιάκοπα από το ένα άκρο στο άλλο. Από το ένα άκρο της απέχθειας προς τον εαυτό δηλαδή, στο άλλο άκρο του θαυμασμού προς τον εαυτό.

diatarahi

Σχέσεις

Ενώ επιθυμούν να σχετιστούν, οι άνθρωποι αυτοί έχουν μεγάλη δυσκολία να εγκαθιδρύσουν και να διατηρήσουν αμοιβαία ικανοποιητικές σχέσεις.

Θελημένα ή αθέλητα, οτιδήποτε κάνουν είναι συνταγή αποτυχίας για κάθε σχέση:

Τείνουν να εξιδανικεύουν τους άλλους με αποτέλεσμα να έχουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες από εκείνους. Στην παραμικρή ένδειξη ότι ο άλλος δεν αγγίζει (προφανώς...) τα επίπεδα τελειότητας που φαντασιώνονται, τον γκρεμίζουν από το βάθρο που του έχουν στήσει και τον υποτιμούν. Σε κλάσματα δευτερολέπτου μπορούν να περάσουν από την αγάπη στο μίσος χωρίς ενδιάμεση στάση.

Επειδή δεν έμαθαν ποτέ να επικοινωνούν με ευθύ τρόπο, είναι χειριστικοί και παίζουν παιχνίδια για το ποιος έχει τον έλεγχο και το πάνω χέρι στη σχέση.

Απαιτούν εχέγγυα απόλυτης πίστης και αφοσίωσης προκειμένου να εμπιστευτούν τους άλλους. Μάλιστα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα τους υποβάλλουν σε, φανερές ή κρυφές, δοκιμασίες για να διαπιστώσουν αν αξίζουν ακόμα την εμπιστοσύνη τους.

Ενώ απωθούν την οικειότητα (αν ο άλλος πλησιάσει αρκετά θα ανακαλύψει τον απεχθή «πραγματικό» εαυτό τους...), από την άλλη τρέμουν την εγκατάλειψη και την απόρριψη. Από αυτή την σύγκρουση πηγάζουν οι αλλοπρόσαλλοι τρόποι συμπεριφοράς που τελικά οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην εγκατάλειψη ή απόρριψη που τόσο φοβούνται.

Δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες της συμπεριφοράς τους από φόβο να παραδεχτούν ότι έχουν ψεγάδι. Δεν μπορούν να ομολογήσουν ότι έσφαλαν χωρίς, συγχρόνως, να αμυνθούν χρησιμοποιώντας δικαιολογίες. Δεν εννοούν να αντιληφθούν, πόσο μάλλον να παραδεχτούν, ότι με τις πράξεις τους προκάλεσαν πόνο στους άλλους.

Δεν επωφελούνται από την ανατροφοδότηση που παίρνουν από τους άλλους. Αντί να χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες που τους δίνουν οι άλλοι σχετικά με τη συμπεριφορά τους για να χειριστούν τις δυσκολίες των σχέσεων, τις αγνοούν επιδεικτικά ή τις διαστρέφουν, με αποτέλεσμα οι ήδη επιβαρυμένες σχέσεις να επιδεινώνονται ή να διαλύονται.

Τέλος, επειδή δεν εκφράζουν τα συναισθήματά τους ούτε δείχνουν την ευαλωτότητά τους, οποιαδήποτε απόπειρα σύναψης μιας πραγματικά αυθεντικής σχέσης είναι, δυστυχώς, καταδικασμένη.

ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ

Όλα αυτά γίνονται προκειμένου να επιβιώσουν. Κι αυτό που έχουν μάθει αυτοί οι άνθρωποι από παιδιά είναι ότι η επιβίωση είναι δύσκολη, ότι η ζωή είναι αγώνας και πόλεμος. Ότι πρέπει να είσαι διαρκώς σε επιφυλακή επειδή ο εχθρός βρίσκεται παντού. Ότι οι άλλοι είναι είτε σύμμαχοι είτε ανήκουν στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Σε συνθήκες πολέμου ισχύουν οι νόμοι του πολέμου: Μεταχειρίζονται κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο προκειμένου να διατηρήσουν ανέπαφη την εξιδανικευμένη εικόνα που έχουν φτιάξει για τον εαυτό τους και να κρατήσουν μακριά την ταπείνωση και ντροπή της παιδικής ηλικίας.

Αν χρειαστεί, θα θυσιάσουν και θα στερηθούν τα πάντα, προκειμένου να μείνουν όρθια τα τείχη που έχουν υψώσει γύρω τους. Δεν πρόκειται για πείσμα ή εγωισμό. Αν πέσουν οι άμυνες και καταρρεύσει η εξιδανικευμένη εικόνα οι άνθρωποι αυτοί κινδυνεύουν, στην κυριολεξία, να διαλυθούν.

Γαντζώνονται, λοιπόν, από τη «διαταραχή» και, όπως γράφει η Miller, «κρύβουν την αλήθεια από τον εαυτό τους για να μη νιώσουν την απελπισία που ένιωθε κάποτε το βασανισμένο παιδί που υπήρξαν».

ΑΝ ΔΕΝ ΕΧΩ ΠΡΟΒΛΗΜΑ, ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΩ;

Όλη αυτή η κουβέντα δεν έγινε για να κολλήσουμε ταμπέλες ή για να τσουβαλιάσουμε σε διαγνωστικές κατηγορίες τους ανθρώπους – κανείς, εξάλλου, δεν ξέρει που βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή μεταξύ «νορμάλ» και «μη νορμάλ».

Το ζητούμενο ήταν να δούμε από κοντά και να κατανοήσουμε τους πιθανούς «ψυχοπαθολογικούς» τρόπους ύπαρξης που υιοθετούν οι επιζήσαντες μιας τραυματικής παιδικής ηλικίας. Κι ακόμα να δούμε το αγκάθι σε αυτή την ιστορία: ότι αυτοί οι τρόποι ύπαρξης, που κάποτε ήταν τόσο απαραίτητοι και προστατευτικοί, σήμερα αποδεικνύονται «δυσλειτουργικοί».

Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξουν. Αφενός, γιατί ο φόβος να αντικρίσουμε την αλήθεια συνήθως είναι πολύ μεγαλύτερος από την όποια επιθυμία αλλαγής έχουμε και, αφετέρου, γιατί αυτά που αποκαλούμε «δυσλειτουργικά» χαρακτηριστικά είναι τόσο βαθιά εγκατεστημένα και σε τόσο απόλυτη συμφωνία με τον άνθρωπο που τα φέρει, που ο άνθρωπος, πλέον, είναι αυτά τα χαρακτηριστικά.

Κακά τα ψέματα, οι άνθρωποι, «διαταραγμένοι» ή μη, αλλάζουν ή δεν αλλάζουν ανάλογα με το ποιο είναι το συμφέρον τους. Μας αρέσουν ή δεν μας αρέσουν, οι άνθρωποι, «διαταραγμένοι» ή μη, ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ και έχουν τη δική τους αιτία και τη δική τους ιστορία που είναι έτσι.

Σε τελική ανάλυση, όλοι οι άνθρωποι, «διαταραγμένοι» ή μη, παλεύουν όπως μπορεί ο καθένας με το ίδιο βασανιστικό ερώτημα: πώς να είναι ο εαυτός τους.

 

Βιβή Φατούρου - Ψυχολόγος

Πηγή: vivifatourou