Γιάννης Ρίτσος - «Γυμνό σώμα»

08.04.2016
Γιάννης Ρίτσος - «Γυμνό σώμα»

Το κρεβάτι, τα τσιγάρα,
το σώμα σου σ’ όλο το χώρο-
το άγαλμα του αίματός μου.

Ανάβω σπίρτα,
κόβω τα νύχια μου,
τρυπάω τα σεντόνια.

Λείπεις.

Είχες πει:
αγαπώ τα μαλλιά σου.

Τα μαλλιά μου μεγάλωσαν.

Μ’ έκρυψαν.

Υποσχεμένος μήνας.
Υποσχεμένη μέρα

Θάρθω –είπες.

Περιμένω στην πόρτα.

Η πόρτα
είναι γεμάτη σφραγίδες.

Αυτά τα ελάχιστα
για μας τους δυο
πόσο μεγάλα.

Όλα.

Όχι τσιμέντο.

Άδειο
διαπερασμένο
απόνα σιδεροδοκό.

Τα ρούχα σου,
ζεστά απ’ το σώμα σου,
σε ποια καρέκλα; πού;
είναι ριγμένα;

Ο καφές, το τσιγάρο,
η αναμονή,
η αναμονή, το τσιγάρο.

Τα μάτια μου είναι πιο γαλάζια.

*

Περιμένοντάς σε
ξέχασα να παρατηρώ΄.

Τ’ όνειρο με κρατάει
στόνα του χέρι
γερμένον στον ώμο σου.

Το σώμα σου αόρατο.

Απλό.

Δυο πουλιά στις μασκάλες σου.

Ένας σταυρός στα στήθη σου.

Θάνατος τίποτα.

Όχι. Όχι.

Η ανάμνηση του σώματος
δεν είναι σώμα.

Σφίγγω
συμπυκνωμένο αέρα.

Με συσχετίσεις,
με ομοιώσεις,
σε αναπλάθω
κατά τμήματα.

Δεν ακεραιώνομαι.

Είπα παράθυρο.

Δεν είταν.

Όλα τα παράθυρα ανοίγουν προς εσένα.

Το απερίφραστο –έλεγε-
εξοστρακίζει το ποίημα.

Ας είναι.

Προτιμώ το σώμα σου.

Κείνη η καρέκλα.

Πάντα.

Εκεί που καθόσουν.

Αμετακίνητη.

Έλεγες:
είμαι εσύ, εσύ, εσύ.

Κι εγώ;

Εσύ
κ’ ήρθες.

Χιλιάδες φορές
ξανάπα τ’ όνομά σου.

Δεν σε είπα.

Τ’ όνομά σου ανεξάντλητο.

Υποσχόμενη μέρα.

Κ’ ήρθες.

Φωτιά και καπνός.

Καπνός και νύχτα.

Το κρεβάτι καίγεται.

Από φωτιά τα φτερά μας.

Δεν καίγονται.

 

Γιάννης Ρίτσος
Από το «Γυμνό σώμα»