Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα | Το χτύπημα και ο θάνατος

21.09.2022
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα | Το χτύπημα και ο θάνατος

Πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Πέντε ακριβώς, την ώρα που βραδιάζει.
Φέρνει έν’ αγόρι το νεκροσέντονο
πέντε η ώρα που βραδιάζει.

Έτοιμος κι ο κουβάς με τον ασβέστη
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Θάνατος τ’ άλλα, θάνατος μονάχα
πέντε η ώρα που βραδιάζει.

Ψηλά παίρνει ο αγέρας τα βαμπάκια
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Το οξείδιο σπέρνει κρύσταλλο και νίκελ
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Παλεύει η περιστέρα με το αγρίμι
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Κι η σάρκα μ’ ένα κέρατο θλιμμένο
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Χορδή τυμπάνου αρχίζει να χτυπά
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Αρσενικού καμπάνες κι ο καπνός
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Βουβοί συντρόφοι στ’ άχαρα σοκάκια
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Του ταύρου η καρδιά μονάχα ολόρθη
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Όταν ο ιδρώτας χιόνι αργά γινόταν
πέντε η ώρα που βραδιάζει,
όταν η αρένα γέμισε με ιώδιο
πέντε η ώρα που βραδιάζει,
τ’ αυγά του στην πληγή άφησε ο θάνατος
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Πέντε ακριβώς, την ώρα που βραδιάζει.

Μια κάσα με καρούλια το κρεβάτι
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Σουραύλια ηχούν και κόκαλα στ’ αυτί του
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Στο μέτωπό του ο ταύρος μουκανίζει
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Η κάμαρα ιριδίζει από αγωνία
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Από μακριά σιμώνει κιόλα η σήψη
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Σάλπιγγα κρίνου στον χλοερό βουβώνα
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Οι πληγές του εκαίγανε σαν ήλιοι
πέντε η ώρα που βραδιάζει,
και το πλήθος να σπάει τα παραθύρια
πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Πέντε η ώρα που βραδιάζει.
Α, τι φριχτά στις πέντε που βραδιάζει!
Ήτανε πέντε σ’ όλα τα ρολόγια.
Ήτανε πέντε κι έπεφτε το βράδυ.

Δεν θέλω να το βλέπω!

Πέστε νά ’ρθει το φεγγάρι
για να μη βλέπω
το αίμα του Ιγνάθιο μες στην αρένα.

Δεν θέλω να το βλέπω!

 

Πληροφορίες για τον δίσκο:

Το ποίημα «Llanto por Ignacio Sanchez Mejias» το έγραψε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα θρηνώντας το θάνατο του φίλου του, ταυρομάχου από την Ανδαλουσία, σε ταυρομαχία στη Σεβίλλη, τον Αύγουστο του 1934. Ο Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στις τάξεις των νεαρών Ισπανών ποιητών εκείνης της εποχής. Πλούσιος και διάσημος, διοργάνωνε ποιητικές βραδιές συγκεντρώνοντας τα πιο ανήσυχα μυαλά του καιρού του και της πατρίδας του.

Την απόδοση των στίχων στα Ελληνικά έκανε ο Νίκος Γκάτσος, υποδειγματικά ως συνήθως, καταφέρνοντας να ακολουθήσει όλες τις δραματικές κορυφώσεις του έργου του Λόρκα και προσφέροντας μια δουλειά-εγκόλπιο για τη μεταφορά των Ισπανικών στη γλώσσα μας. Ο Σταύρος Ξαρχάκος έγραψε ένα λυρικό δράμα ή μια καντάτα για σύνολο λαϊκών οργάνων, βαρύτονο και αφηγητή. Εξαιρετικοί στους ρόλους τους ήταν ο Μάνος Κατράκης και ο διεθνούς φήμης βαρύτονος Κώστας Πασχάλης. Το έργο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη: «Το χτύπημα και ο θάνατος», «Το σκόρπιο αίμα», «Σώμα στην πέτρα» και «Ψυχή φευγάτη».

O συνθέτης είχε ζητήσει από τον Νίκο Γκάτσο να ηχογραφήσει με τη φωνή του σε μια κασέτα ένα απόσπασμα από το ποίημα, στην πρωτότυπη γλώσσα του, για να έχει την προσωδία του ισπανικού στίχου. Σε επανέκδοση του δίσκου, το 2006, προστέθηκε αυτή η ιστορική ηχογράφηση.

Το ποίημα του Λόρκα έχει γνωρίσει αρκετές μελοποιήσεις παγκοσμίως, με εκείνη του Σταύρου Ξαρχάκου, όμως, να θεωρείται από τις πλέον αντιπροσωπευτικές. [Πηγή: εφημερίδα Καθημερινή]