R. Dawkins - Λατρείες φορτίου ή πως ξεφυτρώνουν θρησκείες

22.10.2019
R. Dawkins - Λατρείες φορτίου ή πως ξεφυτρώνουν θρησκείες

Στην ταινία "Ένας προφήτης μα τι προφήτης", ένα από τα πολλά πράγματα στα οποία είχε δίκιο η ομάδα των Μόντι Πάιθον ήταν η εξαιρετική ταχύτητα με την οποία μπορεί να διαδοθεί μια νέα θρησκευτική λατρεία. Μπορεί να ξεπηδήσει ανά πάσα στιγμή και κατόπιν να ενσωματωθεί σε μια κουλτούρα, όπου παίζει ανησυχητικά κυρίαρχο ρόλο.

Οι «λατρείες φορτίου» (cargo cults) της Μελανησίας και της Νέας Γουινέας, στον Ειρηνικό, μας προσφέρουν το πιο φημισμένο παράδειγμα από την πραγματική ζωή.

Ολόκληρη η ιστορία κάποιων από αυτές τις λατρείες —από τη γέννηση μέχρι την εξάλειψή τους— είναι ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη των πιστών. Σε αντίθεση με τη λατρεία του Ιησού, για την καταγωγή της οποίας δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία, διαθέτουμε ολόκληρη την πορεία των γεγονότων (ακόμη και εδώ όμως, όπως θα δούμε, κάποιες λεπτομέρειες έχουν πλέον χαθεί). Μπορούμε να διατυπώσουμε τη συναρπαστική εικασία ότι η λατρεία του χριστιανισμού σχεδόν σίγουρα εγκαινιάστηκε με αρκετά παρόμοιο τρόπο και εξαπλώθηκε με την ίδια περίπου μεγάλη ταχύτητα.

Η κύρια πηγή μου για τις λατρείες φορτίου είναι το Quest in Paradise (Αναζήτηση στον παράδεισο) του David Attenborough, ο οποίος είχε την ευγενή καλοσύνη να μου το παρουσιάσει. Το μοτίβο είναι το ίδιο για όλες αυτές τις λατρείες, από τις αρχαιότερες, του 19ου αιώνα, μέχρι τις περισσότερο γνωστές, οι οποίες αναπτύχθηκαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Φαίνεται ότι σε κάθε περίπτωση οι κάτοικοι των νησιών του Ειρηνικού έμειναν κατάπληκτοι μπροστά στα θαυμαστά υπάρχοντα των λευκών αποίκων, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών υπαλλήλων, των στρατιωτών και των ιεραποστόλων. Ίσως υπήρξαν θύματα του τρίτου νόμου τού Arthur C. Clarke:

«Οποιαδήποτε επαρκώς προηγμένη τεχνολογία δεν διαφέρει από τη μαγεία».

Οι νησιώτες παρατήρησαν ότι οι λευκοί απολάμβαναν αυτά τα «θαύματα» αλλά δεν τα κατασκεύαζαν οι ίδιοι: όταν κάποια αντικείμενα χρειάζονταν επισκευή, αποστέλλονταν μακριά, και έφταναν καινούργια διαρκώς ως «φορτίο» με πλοία ή, αργότερα, αεροπλάνα.

Κανείς λευκός δεν παρατηρήθηκε ποτέ να κατασκευάζει ή να επισκευάζει οτιδήποτε, και μάλιστα κανείς δεν έκανε κάτι το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί κάποιου είδους χρήσιμη εργασία (προφανώς το να κάθεται κανείς πίσω από ένα γραφείο ανακατεύοντας χαρτιά αποτελούσε θρησκευτική ιεροτελεστία).

Όπως φαίνεται, λοιπόν, το «φορτίο» έπρεπε να είχε υπερφυσική προέλευση. Προς επίρρωσιν αυτού, οι λευκοί έκαναν ορισμένα πράγματα τα οποία δεν μπορούσαν παρά να συνιστούν τελετουργίες:

Κατασκευάζουν ψηλούς πυλώνες με σύρματα δεμένα πάνω τους· κάθονται και ακούν μικρά κουτιά, τα οποία βγάζουν φως και εκπέμπουν παράξενους ήχους και πνιγμένες φωνές- πείθουν τους ντόπιους να ντυθούν με ομοιόμορφα ρούχα και τους κάνουν να βαδίζουν πάνω-κάτω —δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς περισσότερο άχρηστη ασχολία από αυτήν. Και τότε, ο ιθαγενής καταλαβαίνει ότι βρήκε την απάντηση στο μυστήριο: αυτές οι ακατανόητες πράξεις είναι οι τελετουργίες που εκτελούν οι λευκοί για να πείσουν τους θεούς να στείλουν το φορτίο. Εάν ο ιθαγενής θέλει το φορτίο, τότε πρέπει και αυτός να κάνει τα ίδια.

Είναι εκπληκτικό ότι παρόμοιες λατρείες φορτίου ξεφύτρωσαν ανεξάρτητα σε νησιά τα οποία ήταν πολύ απομακρυσμένα το ένα από το άλλο, τόσο γεωγραφικά όσο και πολιτισμικά.

Ο David Attenborough μάς λέει ότι οι ανθρωπολόγοι έχουν παρατηρήσει δύο διαφορετικές λατρευτικές εκδηλώσεις στη Νέα Καληδονία, τέσσερις στις Νήσους του Σολομώντος, τέσσερις στα νησιά Φίτζι, επτά στις Νέες Εβρίδες και πάνω από πενήντα στη Νέα Γουινέα, οι περισσότερες από τις οποίες είναι εντελώς ανεξάρτητες και ασύνδετες μεταξύ τους.

Στην πλειονότητά τους, αυτές οι θρησκείες ισχυρίζονται ότι ένας συγκεκριμένος μεσσίας θα φέρει το φορτίο όταν φτάσει η ημέρα της αποκάλυψης. Η παράλληλη ευδοκίμηση τόσο πολλών ανεξάρτητων αλλά παρόμοιων λατρειών υποδηλώνει κάποια κοινά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ψυχολογίας γενικά.

Μια διάσημη λατρεία στο νησί Τάνα των Νέων Εβρίδων (γνωστό ως Βανουάτου μετά το 1980) επιβιώνει ακόμα. Στο κέντρο της βρίσκεται ένα μεσσιανικό πρόσωπο ονόματι John Frum.

Οι παλαιότερες αναφορές στον John Frum σε επίσημα κυβερνητικά αρχεία ανάγονται μέχρι το 1940 μόνο, αλλά, ακόμη και για έναν τόσο πρόσφατο μύθο, δεν είναι γνωστό με σιγουριά εάν πρόκειται όντως για υπαρκτό πρόσωπο.


Ένας θρύλος τον περιέγραφε ως  δεύτερη παρουσία, φορτωμένος με πλούσιο φορτίο. Το αποκαλυπτικό όραμά του περιλάμβανε έναν «μεγάλο κατακλυσμό· τα βουνά θα ισοπεδώνονταν και οι κοιλάδες θα πλημύριζαν οι ηλικιωμένοι θα ξανάβρισκαν τη νιότη τους και οι ασθένειες θα εξαφανίζονταν· οι λευκοί θα εκδιώκονταν από το νησί για να μην επιστρέφουν ποτέ· και φορτίο θα έφτανε σε μεγάλες ποσότητες, ώστε όλοι να αποκτήσουν όσο ήθελαν».

Προς μεγάλη ανησυχία της αποικιακής κυβέρνησης, ο John Frum προφήτευσε επίσης ότι, κατά τη δεύτερη παρουσία του, θα έφερνε ένα νέο νόμισμα, με την ανάγλυφη παράσταση μιας καρύδας. Συνεπώς, όλοι έπρεπε να ξεφορτωθούν τα χρήματα των λευκών. Το 1941, αυτό οδήγησε σε όργιο δαπανών· οι άνθρωποι έπαψαν να εργάζονται, και η οικονομία του νησιού υπέστη σοβαρή ζημιά. Η αποικιακή διοίκηση συνέλαβε τους υποκινητές, ωστόσο δεν μπορούσε να εξουδετερώσει τη λατρεία, ό,τι και να έκανε- οι εκκλησίες και τα σχολεία των ιεραποστολών ερημώθηκαν.

Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε ένα νέο δόγμα, ότι ο John Frum ήταν βασιλιάς της Αμερικής. «Θεόσταλτα» αμερικανικά στρατεύματα είχαν φτάσει στις Νέες Εβρίδες περίπου εκείνη την εποχή και, θαύμα θαυμάτων, συμπεριλάμβαναν μαύρους οι οποίοι δεν ήταν φτωχοί όπως οι νησιώτες, αλλά εφοδιασμένοι με φορτίο εξίσου πλούσιο με τους λευκούς στρατιώτες.

Άγρια συγκίνηση κατέκλυσε την Τάνα. Η ημέρα της αποκάλυψης πλησίαζε. Οι πάντες άρχισαν να προετοιμάζονται για την άφιξη του John Frum .Ένας από τους ηγέτες είπε ότι ο John Frum θα ερχόταν από την Αμερική με αεροπλάνο, και εκατοντάδες άντρες βάλθηκαν να καθαρίζουν το κέντρο του νησιού από τους θάμνους, ώστε να υπάρχει ένας διάδρομος για την προσγείωση του αεροπλάνου.

Ο διάδρομος διέθετε έναν «πύργο ελέγχου» από μπαμπού και «ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας» που φορούσαν ψεύτικα ακουστικά από ξύλο. Υπήρχαν επίσης ψεύτικα αεροπλάνα στο «διάδρομο», ως δέλεαρ, με σκοπό να προσελκύσουν το αεροπλάνο τού John Frum.

Τη δεκαετία τού 1950, ο νεαρός David Attenborough ταξίδεψε στην Τάνα μαζί με έναν εικονολήπτη, τον Geoffrey Mulligan, για να ερευνήσει τη λατρεία τού John Frum. Αφού κατέγραψαν άφθονα στοιχεία για τη θρησκεία, τελικά οδηγήθηκαν και στον αρχιερέα της, έναν άντρα ονόματι Nambas. Ο Nambas αναφερόταν με οικειότητα στο μεσαία του ως John και ισχυριζόταν ότι του μιλούσε τακτικά στο «ραδιόφωνο». Αυτό («ράδιο ανήκει John») δεν ήταν παρά μια ηλικιωμένη γυναίκα με ένα καλώδιο γύρω από τη μέση της, η οποία έπεφτε σε έκσταση και έλεγε ασυναρτησίες, τις οποίες ο Nambas ερμήνευε ως λόγια τού John Frum.

Ο Nambas ισχυρίστηκε επίσης ότι γνώριζε εκ των προτέρων την επικείμενη επίσκεψη του Attenborough, διότι ο John Frum τού το είχε αποκαλύψει στο «ραδιόφωνο». Ο Attenborough ζήτησε να δει το «ραδιόφωνο», αλλά συνάντησε (πράγμα αναμενόμενο) άρνηση. Άλλαξε θέμα και ρώτησε εάν ο Nambas είχε δει ποτέ τον John Frum:

Ο Nambas κατένευσε ζωηρά. «Εγώ βλέπει αυτόν φορές πολλές».

«Με τι μοιάζει;».

Ο Nambas με έδειξε με το δάκτυλό του.

«’τός μοιάζει εσένα, ’τός έχει άσπρο πρόσωπο, ’τός ψηλός, ’τός ζει Νότια Αμερική».

Αυτή η λεπτομέρεια αντιφάσκει με τον προαναφερόμενο θρύλο, σύμφωνα με τον οποίο ο John Frum ήταν κοντός. Με τέτοιον τρόπο εξελίσσονται οι θρύλοι.

Πιστεύεται ότι η ημέρα της επιστροφής τού John Frum θα είναι η 15η Φεβρουάριου, αλλά το έτος παραμένει άγνωστο. Κάθε χρόνο στις 15 Φεβρουάριου, λοιπόν, οι οπαδοί του τελούν μια θρησκευτική τελετή για να τον καλωσορίσουν. Μέχρι στιγμής δεν έχει επιστρέψει, αλλά δεν απογοητεύονται. Ο David Attenborough είπε σε έναν πιστό ονόματι Sam:

«Αλλά, Sam, έχουν περάσει δεκαεννέα χρόνια αφότου ο John είπε ότι θα έρθει το φορτίο. Το υποσχέθηκε ξανά και ξανά, ωστόσο το φορτίο δεν έρχεται. Δεν είναι πολύς χρόνος τα δεκαεννέα χρόνια για να περιμένει κανείς;».

Ο Sam σήκωσε το βλέμμα από το έδαφος και με κοίταξε.

«Αν εσείς μπορείτε να περιμένετε 2.000 χρόνια για να έρθει ο Ιησούς Χριστός και δεν έρχεται, τότε εγώ μπορώ να περιμένω περισσότερο από δεκαεννέα χρόνια για τον John».

Το βιβλίο τού Robert Buckman, Can We Be Good without God? (Μπορούμε να είμαστε καλοί χωρίς Θεό;), αναφέρει την ίδια αξιοθαύμαστη απάντηση ενός οπαδού τού John Frum, τούτη τη φορά σε κάποιον καναδό δημοσιογράφο, περίπου σαράντα χρόνια μετά την επίσκεψη του David Attenborough.

Η βασίλισσα Ελισάβετ και ο πρίγκιπας Φίλιππος επισκέφθηκαν την περιοχή το 1974, και στη συνέχεια ο πρίγκιπας θεοποιήθηκε σε μια δεύτερη εκδοχή της λατρείας τού John Frum (σημειώστε, για ακόμα μία φορά, πόσο γρήγορα μπορούν να μεταβληθούν οι λεπτομέρειες κατά την εξέλιξη της θρησκείας). Ο πρίγκιπας είναι όμορφος άντρας και πρέπει να έδειχνε επιβλητικός και εντυπωσιακός με τη λευκή ναυτική στολή του και την περικεφαλαία με το λοφίο, οπότε δεν προκαλεί εντύπωση το ότι εκείνος, και όχι η βασίλισσα, εξυψώθηκε με τέτοιον τρόπο —πέρα από το γεγονός ότι στην τοπική κουλτούρα των ιθαγενών δύσκολα θα γινόταν αποδεκτή μια θηλυκή θεότητα.

Δεν θέλω να υπερτονίσω τη σημασία των λατρειών φορτίου του νότιου Ειρηνικού. Προσφέρουν ωστόσο ένα συναρπαστικό σύγχρονο πρότυπο του τρόπου με τον οποίο οι θρησκείες ξεφυτρώνουν σχεδόν από το τίποτε. Ειδικότερα, μας προσφέρουν τέσσερα διδάγματα σχετικά με την καταγωγή των θρησκειών γενικά, και θα τα εκθέσω εδώ με συντομία:

Πρώτον, μια λατρεία μπορεί να αναδυθεί και να διαδοθεί με εκπληκτική ταχύτητα.

Δεύτερον, τα ίχνη της καταγωγής της χάνονται ταχύτατα μέσω κάποιας διαδικασίας. Ο John Frum, εάν υπήρξε καν, πρέπει να έζησε στο πρόσφατο παρελθόν· εντούτοις, ακόμη και η δική του ιστορικότητα αμφισβητείται.

Το τρίτο δίδαγμα έχει να κάνει με την ανεξάρτητη ανάδυση παρόμοιων λατρειών σε διαφορετικά νησιά: η συστηματική μελέτη των ομοιοτήτων μπορεί να μας διδάξει κάτι σχετικά με την ανθρώπινη ψυχολογία και την επιδεκτικότητά της για θρησκεία.

Τέταρτον, οι λατρείες φορτίου έχουν κοινά στοιχεία όχι μόνο μεταξύ τους αλλά και με παλαιότερες θρησκείες. Ο χριστιανισμός και άλλες αρχαίες θρησκείες με παγκόσμια εξάπλωση ίσως να άρχισαν ως τοπικές λατρείες σαν εκείνη του John Frum. Πράγματι, λόγιοι όπως ο Geza Vermes, καθηγητής εβραϊκών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, έχει προτείνει ότι ο Ιησούς υπήρξε μία από τις πολλές τέτοιες χαρισματικές προσωπικότητες οι οποίες εμφανίστηκαν στην Παλαιστίνη εκείνη την εποχή, και περιβλήθηκαν από παρόμοιους θρύλους.

Οι περισσότερες από εκείνες τις λατρείες εξέλιπαν. Η μόνη που επιβίωσε, κατά την παραπάνω άποψη, είναι αυτή την οποία συναντάμε σήμερα. Στο πέρασμα μάλιστα των αιώνων έχει ακονιστεί από περαιτέρω εξέλιξη (μιμιδιακή επιλογή, αν θέλετε να το διατυπώσουμε έτσι) για να καταλήξει σε ένα εξεζητημένο σύστημα —ή μάλλον σε αποκλίνοντα σύνολα συστημάτων-απογόνων, τα οποία κυριαρχούν σήμερα σε μεγάλα τμήματα του κόσμου. Οι θάνατοι χαρισματικών σύγχρονων προσωπικοτήτων, όπως ο Χαϊλέ Σιλασιέ, ο Έλβις Πρίσλεϊ και η πριγκίπισσα Νταϊάνα, μας προσφέρουν άλλες ευκαιρίες να μελετήσουμε τη γοργή ανάδυση λατρειών και τη μεταγενέστερη μιμιδιακή εξέλιξή τους.

***

 Ρίτσαρντ Ντόκινς  - "Η περί Θεού αυταπάτη"